Το ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη είχε μία σημαντική πολιτική αποτυχία. Δεν αποτελεί κανενός είδους υπεκφυγή ο ισχυρισμός ότι το υπόστρωμα της ήττας αυτής είναι ότι οι δεξιές μετατοπίσεις και η συντηρητικοποίηση της κοινωνίας προχωρούν και βαθαίνουν, σε βαθμό και με τρόπους που κανείς μας δεν εκτίμησε. Δεν είναι μόνο το ποσοστό και ο αριθμός ψήφων που συγκέντρωσε η Ν.Δ. και όλο το φάσμα της δεξιάς – ακροδεξιάς. Είναι το ότι έφτασε μια ανάσα πριν την είσοδο στη βουλή ένα σκοταδιστικό, ακροδεξιό μόρφωμα, με θέσεις που βάλλουν ενάντια στον ορθολογισμό και σε κάθε είδους κοινωνικό δικαίωμα. Είναι οι συντηρητικές μετατοπίσεις στο ίδιο το φάσμα των δυνάμεων που επιχειρούν να εκπροσωπήσουν τον απόηχο της φωνής της αγωνιζόμενης κοινωνίας, της κοινωνίας που αντιστέκεται. Είναι όμως, επίσης, ότι η στρατηγική της αποδιοργάνωσης όποιας πολιτικής έκφρασης των στρωμάτων που χτυπιούνται από τις πολλαπλές κρίσεις, έχει προχωρήσει σημαντικά. Είναι ότι η αφήγηση πως δεν υπάρχει εναλλακτική στην βασική στρατηγική του κεφαλαίου σήμερα, ότι δεν υπάρχει καμία δυνατότητα άσκησης πολιτικής που θα βελτιώνει τη ζωή της πλειοψηφίας της κοινωνίας και ταυτόχρονα θα ανοίγει πιο συνολικά ρήγματα, έχει εμπεδωθεί σε μεγάλο βαθμό.
Επιπλέον, δεν αποτελεί κανενός είδους υπεκφυγή ότι το ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη χτυπήθηκε από κάθε μηχανισμό του συστήματος εξουσίας περισσότερο από κάθε άλλον. Οι θέσεις του διαστρεβλώθηκαν και επιχειρήθηκε να γελοιοποιηθούν. Τα πρόσωπα παρουσιάστηκαν ως καρικατούρες, με κάθε πιθανό ή απίθανο τρόπο ή επιχείρημα. Κυρίως, όμως, αυτό που στοχοποιήθηκε από τα κέντρα εξουσίας είναι η Ρήξη. Με την ενεργοποίηση του φόβου, της καταστροφολογίας, μίας αφήγησης που είχαμε να τη δούμε σε τέτοια ένταση από το 2015. Στον θόρυβο των μεγάλων ΜΜΕ και του Μητσοτάκη, προστέθηκε η ενσωμάτωση αυτών των αφηγημάτων από το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και – δυστυχώς – από τμήματα της αριστεράς.
Σημαίνουν τα παραπάνω ότι δεν υπήρξαν λάθη και αστοχίες; Φυσικά και όχι. Σημαίνουν ότι δεν χωρούν – πιο σωστά, επιβάλλονται – διορθωτικές κινήσεις; Φυσικά και όχι. Ήδη κινούμαστε σε αυτή την κατεύθυνση. Σημαίνουν, όμως, ότι πρέπει να λάβουμε υπόψη τον τρόπο με τον οποίο το ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη αξιολογήθηκε από τον βασικό μας αντίπαλο. Το σύστημα εξουσίας και τους μηχανισμούς του.
Στις επόμενες 4 βδομάδες κρίνονται σημαντικά ζητήματα. Για την κοινωνία, για τον λαό, για τα στρώματα που θέλουμε να υπερασπιστούμε και να εκφράσουμε.
Κρίνεται η διεύρυνση της πολιτικής κυριαρχίας της Ν.Δ.. Ο στόχος των 180 βουλευτών που έθεσε ο Γεωργιάδης, εκφράζοντας πλευρές της στρατηγικής της Ν.Δ. (καμία σημασία δεν έχει ότι το επιχείρημα «μαζεύτηκε» από τον Μητσοτάκη για λόγους εκλογικού μάρκετινγκ), συνιστά μια μεγάλη απειλή. Μια βουλή στην οποία η Ν.Δ. θα μπορεί να κάνει ένα αποφασιστικό βήμα για τη συνταγματική αναθεώρηση χωρίς καμία ανάγκη συμμαχιών, δηλαδή πιθανών αντιφάσεων – σημείων άσκησης πίεσης από τα κινήματα, σημαίνει κάτι συγκεκριμένο: ιδιωτικά πανεπιστήμια, άρση της προστασίας των δασών, των αιγιαλών, του περιβάλλοντος, αυταρχικές θεσμικές ρυθμίσεις. Θα αναφέρω, χωρίς καμία διάθεση άμεσης αναλογίας, αυτό που η γενιά μας, η γενιά του ’06 – ’07 οφείλει να θυμάται: το 2007, το κίνημα μπλόκαρε την αναθεώρηση του άρθρου 16. Ήταν οι αγώνες του φοιτητικού κινήματος που άσκησαν την πολιτική πίεση στο ΠΑΣΟΚ ώστε να αποσυρθεί από την αναθεώρηση. Έκτοτε, πέρασαν 16 χρόνια χωρίς ιδιωτικά πανεπιστήμια. Μπορεί κανείς να ισχυριστεί – και μάλιστα με βεβαιότητα – ότι, με 180 βουλευτές της ΝΔ, χωρίς αντίστοιχα πεδία πίεσης και αντιφάσεις, θα ήταν το ίδιο;
Ακόμα όμως και χωρίς 180 βουλευτές, το ενδεχόμενο μιας ακόμα ισχυρότερης κυβέρνησης της ΝΔ θα έχει συγκεκριμένες αποτυπώσεις και αποτελέσματα. Σάρωση των δημοκρατικών δικαιωμάτων, καταστολή, πλειστηριασμοί και εξώσεις. Περιβαλλοντική καταστροφή. Αυταρχική στροφή και θεσμική σκλήρυνση. Αυτά είναι τα απολύτως προφανή. Υπάρχει όμως και κάτι βαθύτερο, με πιο μακροπρόθεσμη επίπτωση. Το 2010 ξεκίνησε ένας μακρύς κύκλος μεγάλων κοινωνικών αγώνων που οδήγησε σε μεγάλες ανατροπές. 13 χρόνια αργότερα, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να οδηγηθούμε σε ένα πολιτικό σκηνικό πολύ πιο σταθεροποιημένο από αυτό που αντιμετωπίσαμε τότε. Αν σκεφτούμε τον εκλογικό χάρτη, τότε και τώρα, είναι μια εύκολη διαπίστωση. Με μια πολύ επικίνδυνη και ισχυρή κυβέρνηση της Ν.Δ., που συνδυάζει το ακραίο κέντρο με την ακροδεξιά, με τον κορμό της αντιπολίτευσης να συναινεί στις βασικές στρατηγικές, με ένα μόνο κόμμα της αριστεράς στη βουλή, με τα όρια και τα χαρακτηριστικά του κόμματος αυτού που ξέρουμε, τόσο κεντρικά πολιτικά, όσο και στους κοινωνικούς χώρους που δίνουμε αγώνες, αλλά και στο δρόμο. Μία μεγάλη περίοδος κοινωνικών συγκρούσεων, αμφισβήτησης των συσχετισμών, επιμονής στη δυνατότητα πολιτικής έκφρασης μεταβατικών αιτημάτων, θα τείνει να ολοκληρωθεί. Στα 13 αυτά χρόνια, η διάταξη των δυνάμεων στους κοινωνικούς χώρους δεν έχει μείνει ίδια. Οι ήττες έχουν συσσωρευθεί, ο εργοδοτικός δεσποτισμός έχει εκτοξευθεί και πλέον έχει πολύ ισχυρότερη θεσμική θωράκιση, το συνδικαλιστικό κίνημα έχει υποχωρήσει, όπως και οι αριστερές – πολλώ δε μάλλον οι ριζοσπαστικές – δυνάμεις στο εσωτερικό του. Οι εκφράσεις της αριστεράς στην αυτοδιοίκηση θα δεχτούν την σοβαρή οριοθέτηση του νόμου Βορίδη. Ο φοιτητικός συνδικαλισμός, παρά τις ηρωικές και νικηφόρες αντιστάσεις, πλήττεται ήδη και θα χτυπηθεί ακόμα πιο αποφασιστικά. Οι παραβιάσεις δικαιωμάτων και ελευθεριών έχουν ήδη φτάσει σε σημείο εκτροπής, ενώ θα αμφισβητηθεί ακόμα πιο σκληρά το δικαίωμα στη διαδήλωση.
Τα παραπάνω συνιστούν το διακύβευμα της 25ης Ιούνη. Η απάντηση δεν μπορεί να είναι ότι, στο έδαφος της πίεσης που θα δεχτεί ο λαός, οι αντιφάσεις και οι δυνατότητες θα ενεργοποιηθούν ξανά. Αυτό είναι πάντα αληθές. Όμως εξίσου αληθές είναι ότι, εάν δεν υπάρχει, έστω διαθλασμένα, η δυνατότητα πολιτικής έκφρασης των κοινωνικών αγώνων, τα πεδία που μπορούν να διευκολύνουν τις όποιες διαδικασίες ανασυγκρότησης, η θέση όλων μας θα είναι χειρότερη. Η πάλη ποτέ δεν σταματάει, όμως, όπως έχει αποδειχθεί, οι θέσεις από τις οποίες διεξάγεται παίζουν κρίσιμο ρόλο. Το 2015, μετά την μετατροπή του ΟΧΙ σε ΝΑΙ και την υπερψήφιση του τρίτου μνημονίου, η ΛΑΕ δεν μπήκε στη βουλή για λίγες χιλιάδες ψήφους. Οκτώ χρόνια μετά, κανείς δεν μπορεί στα σοβαρά να ισχυριστεί ότι αυτή ήταν μια εξέλιξη αδιάφορη για το κίνημα, τις εργαζόμενες τάξεις, τη ριζοσπαστική αριστερά. Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η μη εκπροσώπηση στη βουλή ενός αγωνιστικού ρεύματος της αριστεράς δεν έπαιξε ρόλο στην παγίωση των συσχετισμών, στην υπεράσπιση των κινημάτων. Τότε, κυβέρνηση ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ, όχι η αυταρχική δεξιά Μητσοτάκη, ενώ υπήρχαν πολύ περισσότερες εφεδρείες. Σήμερα, το σκηνικό είναι – αυταπόδεικτα – διαφορετικό. Από την άλλη, τότε δεν υπήρχε δεύτερη ευκαιρία. Αυτό είναι το πραγματικό δίλημμα των επερχόμενων εκλογών, για τη ριζοσπαστική αριστερά, για τον κόσμο των κινημάτων.
Γι΄ αυτό, την 25η Ιούνη δεν την αντιλαμβανόμαστε μόνο ως μάχη του ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη. Την αντιλαμβανόμαστε ως μάχη της αριστεράς. Της αριστεράς των αγώνων, της αριστεράς που εξακολουθεί να υπερασπίζεται τη θέση ότι υπάρχει εναλλακτική, της αριστεράς που ματώνει στους δρόμους και στα πανεπιστήμια, της αριστεράς της πολυφωνίας, των νέων κινημάτων, των δικαιωμάτων και των ελευθεριών, της υπεράσπισης του περιβάλλοντος και της ριζοσπαστικής οικολογίας. Της αριστεράς της ενότητας, των πολλών και διαφορετικών ρευμάτων. Της αριστεράς του διαρκούς καλέσματος για νέους, κοινούς δρόμους. Της αριστεράς που αύριο θα βρίσκεται μαζί στο δρόμο, έξω απ’ τις αστυνομικές διευθύνσεις, έξω από τα σπίτια των ανθρώπων που θα αντιμετωπίζουν τις εξώσεις.
Το «προεκλογικό» μας σύνθημα δείχνει την πρόθεσή μας και θέτει ένα ερώτημα που, ο καθένας και η καθεμία καλείται να απαντήσει, με ψυχραιμία, με το βλέμμα στραμμένο στις μάχες που έρχονται, αλλά και με την αναγκαία αποφασιστικότητα. Είμαστε μια φωνή με αντιφάσεις, με αδυναμίες, με αστοχίες, αλλά και με διαφορετικούς χώρους και ρεύματα που έχουν τη δυνατότητα διακριτής έκφρασης, και ανοιχτή στο να πληθύνει αυτή η πολυφωνία, μια φωνή που έχει δείγματα γραφής, στη βουλή και στους δρόμους.
Θέλουμε αυτή η φωνή να είναι στη βουλή;
Είναι, πράγματι, στο χέρι μας.