Η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις των χωρών του ΟΟΣΑ στην απασχόληση των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ).

Συγκεκριμένα, συγκριτικά χαμηλά είναι τα ποσοστά απασχόλησης τόσο των νέων αποφοίτων, ηλικίας 25-34 (68%), απέχοντας 16 ποσοστιαίες μονάδες από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, όσο και των αποφοίτων ηλικίας 25-64 (72%). Όπως υπογραμμίζεται, η κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών αυξάνει τις πιθανότητες απασχόλησης κατά 12%, σε σύγκριση με τους αποφοίτους προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών, ενώ η κατοχή διδακτορικού τίτλου κατά 14%.  Στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, το 2017, η μέση απασχόληση των νέων πτυχιούχων ανερχόταν σε 84%, μια ποσοστιαία μονάδα περισσότερο από το 2016.

Τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης στους πτυχιούχους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ηλικίας 25-34 εμφανίζουν η Ισλανδία 93%, η Ολλανδία 91%, η Ελβετία 89%, το Ηνωμένο Βασίλειο 89%, η Πολωνία και η Νορβηγία 88% και το Λουξεμβούργο 87%. Τη χαμηλότερη επίδοση μεταξύ των χωρών μελών του ΟΟΣΑ εμφανίζει η Ιταλία με ποσοστό απασχόλησης μόλις 66% και δεύτερη από το τέλος είναι η Ελλάδα, με ποσοστό απασχόλησης 68%, κάτω από την Τουρκία (75%), την Κορέα (75%), την Ισπανία (77%) και τη Σλοβακία (77%).

Σε ό,τι αφορά τις αποδοχές των πτυχιούχων, η Ελλάδα βρίσκεται πάλι σε χαμηλή θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ απέχοντας 14 ποσοστιαίες μονάδες από τον μέσο όρο. Η ανεργία των πτυχιούχων στην Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο των κρατών μελών της ΕΕ αν και, παράλληλα, παρουσιάζει τη μεγαλύτερη μείωση μεταξύ των ετών 2014-2018. Η ανεργία πτυχιούχων γυναικών είναι σχεδόν διπλάσια από αυτή των ανδρών.  Δεδομένης της οικονομικής κρίσης, η Ελλάδα είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη απώλεια στην απασχόληση των νέων αποφοίτων από 80% το 2007 σε 68% το 2017.

Η Ελλάδα διαθέτει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά φοιτητικού πληθυσμού σε σχέση με τον πληθυσμό της. Βεβαίως θα πρέπει να σημειωθεί ότι επειδή η μέτρηση γίνεται επί των εγγεγραμμένων φοιτητών, στα στοιχεία της Ελλάδας περιλαμβάνεται ένα μεγάλο ποσοστό από μη ενεργούς φοιτητές. Κατά συνέπεια δημιουργούνται προβλήματα σύγκρισης στους διεθνείς δείκτες που βασίζονται στον φοιτητικό πληθυσμό, όπως είναι η αναλογία φοιτητών ανά διδάσκοντα, το ποσοστό ετήσιας αποφοίτησης κ.λπ.  Η Ελλάδα παραμένει η χώρα με τη μεγαλύτερη αναλογία φοιτητών ανά διδάσκοντα, απέχοντας από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο κατά 23 μονάδες ενώ το πλήθος των διδασκόντων σε σύγκριση με άλλες πληθυσμιακά παρόμοιες χώρες της Ευρώπης βρίσκεται στο ίδιο σχεδόν επίπεδο.

Η δημόσια χρηματοδότηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα συνεχίζει να καταγράφει τα χαμηλότερα ποσοστά στην ΕΕ, σύμφωνα με στοιχεία της EUA, με ταυτόχρονη αύξηση του φοιτητικού πληθυσμού. Η ανάκαμψη, μετά από τη γενικότερη τάση μείωσης της χρηματοδότησης που σημειώνεται συστηματικά από το 2010, αρχίζει να εμφανίζεται από το 2017 σε αρκετά συστήματα Ανώτατης Εκπαίδευσης της Ευρώπης. Αναμένεται η τάση αυτή να καταγραφεί και για την Ελλάδα για την επόμενη περίοδο.  Το 2017 στην ΕΕ, οι εγγεγραμμένοι φοιτητές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανέρχονταν σε 19,77 εκατομμύρια. Από αυτούς, το 7,37% παρακολουθούσε σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης βραχείας ή διετούς διάρκειας, το 61,05%, ήταν φοιτητές πρώτου κύκλου, το 27,74%, ήταν μεταπτυχιακοί και το 3,84%, ήταν διδακτορικοί φοιτητές.

Ολόκληρη η έκθεση για το 2018: