Αναλυτικά το κείμενο:

Τα τελευταία χρόνια οι αλλαγές και τα γεγονότα που βλέπουμε σε διεθνές, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο σηματοδοτούν το πιθανό τέλος της εποχής που διαμορφώθηκε με τη διάλυση της ΕΣΣΔ και των λοιπών σοσιαλιστικών κρατών στην Ευρώπη και στον κόσμο. Δεν πρόκειται για απλές αλλαγές στην οικονομική και γεωστρατηγική δυναμική, αλλά για ποιοτικές τομές που ως τέτοιες τις αντιλαμβάνονται οι αστικές τάξεις και το κεφάλαιο στη Δύση.

Η διαφαινόμενη ήττα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στο Ρωσό-Ουκρανικό μέτωπο, η επικράτηση της Κίνας στο εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ και η νίκη του Τραμπ στον πόλεμο των δασμών με την ΕΕ, θα ήταν αδιανόητες μόλις πριν 5 χρόνια. Η απροκάλυπτη στρατιωτική επιθετικότητα των ΗΠΑ στην Λατινική Αμερική, οι πολιτικές παρεμβάσεις των ΗΠΑ στην εσωτερική πολιτική συμμάχων τους με προώθηση της γραμμής Alt-Right, η γενοκτονία στην Γάζα και οι επιθέσεις του κράτους-τρομοκράτη Ισραήλ σε όλη την Μέση Ανατολή, αποκαλύπτουν ότι καθόλου φιλειρηνική δεν θα είναι η νέα πολιτική των ΗΠΑ – το αντίθετο μάλιστα. Η περιθωριοποίηση του συμπλέγματος ΗΠΑ-Ισραήλ αλλά και των συμμάχων τους (της ΕΕ και της Ελλάδας) στον ΟΗΕ, η συσπείρωση κρατών γύρω από τα BRICS και τον πόλο Ρωσίας-Κίνας ξεθωριάζουν τα ιδεώδη της παγκοσμιοποίησης που γνωρίσαμε.

Για την ΕΕ ειδικότερα η συνθήκη αποτελεί την «τέλεια καταιγίδα», η ραγδαία υποβάθμιση της οικονομικής και πολιτικής της θέσης και η εντεινόμενη πολιτική κρίση, δημιουργούν όρους για αυταρχικοποίηση, ακόμη και την ανάδυση του μέτα-φασισμού σαν επιλογή για τις αστικές τάξεις. Η πολεμική οικονομία στην ΕΕ ορίζεται ως κυρίαρχη προτεραιότητα και συνοδεύεται σε κοινωνικό επίπεδο με την κανονικοποίηση των «μνημονιακών πολιτικών» και την  επιβολή του ελληνικού παραδείγματος πανευρωπαϊκά.

Το διαρκές εκκρεμές των λαϊκών κινημάτων στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, το παγκόσμιο πολύμορφο κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη, αλλά και οι αναδυόμενες ριζοσπαστικές πολιτικές τάσεις ακόμα και στην καρδιά της Δύσης, τονώνουν τις ελπίδες για την αριστερά και τις λαϊκές τάξεις. Οι αλλαγές δεν αφορούν μόνο την οικονομία και τις διεθνείς σχέσεις,  η τεχνολογική έκρηξη της τελευταίας δεκαετίας συνδυάζεται με νέες μορφές εκμετάλλευσης και επιτήρησης, η περιβαλλοντική κρίση και εν γένει η σταθεροποίηση μιας διαρκούς συνθήκης κρίσης διαμορφώνουν νέα πεδία αγώνων και παρέμβασης.

Η νέα κατάσταση που ζούμε, ορίζει και νέα καθήκοντα για τις δυνάμεις της Αριστεράς και τα κινήματα, ώστε να μπορούν να δίνουν απαντήσεις σε όλες τις προκλήσεις της εποχής διανοίγοντας προοπτικές αντίστασης και διεξόδου από τους μονόδρομους που διαμορφώνονται από τις κυρίαρχες πολιτικές, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και διεθνώς. Για να πάρει σάρκα και οστά όμως η ελπίδα, χρειάζεται αλλαγή προσανατολισμού και η αναγκαία προγραμματική εμβάθυνση.

Στην Ελλάδα 10 χρόνια μετά το 2015 το αστικό πολιτικό προσωπικό πασχίζει να πείσει την κοινωνία ότι η χώρα έχει αλλάξει σελίδα και ότι πορεύεται στο μέλλον μακριά από τα προβλήματα που μας έφεραν στη χρεοκοπία. Η πραγματικότητα όμως δεν έχει καμία σχέση με αυτή την εντύπωση που προσπαθούν να εμπεδώσουν.

Η ελληνική οικονομία παραμένει μια βαθιά εκμεταλλευτική και άνιση οικονομία. Η συγκεντροποίηση των αγορών, τα καρτέλ στον διατροφικό τομέα και στην ενέργεια, η αύξηση του κόστους παραγωγής, η κυριαρχία των μεσαζόντων, το real estate, οι πλειστηριασμοί και οι υψηλές τιμές στη κατοικία είναι οι αιτίες που έχουν εκτοξεύσει τις τιμές, μειώνοντας το διαθέσιμο εισόδημα. Η εργασία απαξιώνεται σε τέτοιο βαθμό που κανονικοποιείται και ενθαρρύνεται η δεύτερη και τρίτη δουλειά, και όλα αυτά μόνο για την οριακή κάλυψη των πάγιων αναγκών.

Οι ευρωπαϊκές κοινοτικές ενισχύσεις θα δώσουν τη θέση τους στον πολεμικό προϋπολογισμό της ΕΕ. Η ελληνική αστική τάξη όρισε την κυριαρχία της προσδεμένη πάνω στην ΕΕ, στο οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, όχι μόνο δεν είχε ποτέ ένα σχέδιο οικονομικής βιωσιμότητας έξω από αυτή, αλλά έχει παραδώσει και επίσημα τα κλειδιά της οικονομίας σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής (Ευρώ), και δημόσιας περιουσίας (Υπερταμείο). Σήμερα που η ΕΕ βγαίνει βαθιά λαβωμένη προκύπτουν όροι συνολικότερης κρίσης και για τη Ελλάδα.  Αν δούμε το μέγεθος των επιδοτήσεων (ΕΣΠΑ, ΚΑΠ κ.λπ.), είναι σαφές ότι σημαντικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας θα χαθεί, ενώ οι ίδιες κυβερνήσεις θα δεσμεύουν το ΑΕΠ τους για πολεμικό εξοπλισμό.

Το ελληνικό κράτος δεν παρέχει κοινωνικές υποδομές και δημόσια αγαθά, δεν αναζητά συναινέσεις και απαντάει με αυταρχισμό. Το μονοπώλιο εξουσίας των τελευταίων χρόνων και η συμπαγής στράτευση της αστικής τάξης με την κυβέρνηση Μητσοτάκη εκτόξευσαν την αλαζονεία, τη διαφθορά και τον αυταρχισμό. Το δυστύχημα στα Τέμπη και οι πλημμύρες στη Θεσσαλία φανέρωσαν την εγκληματική απουσία δημοσίων υποδομών αλλά και το βάθος διαπλοκής και συγκάλυψης. Το τελευταίο κορυφώνεται με το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ που είναι αποκαλυπτικό για τον χαρακτήρα του μπλοκ στήριξης της ΝΔ και του παρακρατικού τρόπου με τον οποίο λειτουργεί. Η μόνη απάντηση της κυβέρνησης ήταν η καταστολή, ο αυταρχισμός και ο περιορισμός ελευθεριών. Στα αγροτικά μπλόκα, στις πορείες για τα Τέμπη και την Παλαιστίνη.

Καμία από τις αιτίες που επέφεραν τον όλεθρο της χρεοκοπίας δεν έχει αρθεί. Η παραγωγικότητα της εργασίας έχει υποχωρήσει, μαζί με τις όποιες επενδύσεις σε παραγωγικούς κλάδους. Κεφαλαιώδη προβλήματα όπως το δημογραφικό ή το brain drain όχι απλά δεν αντιμετωπίστηκαν τα τελευταία χρόνια αλλά δεν σταμάτησαν να οξύνονται και μετά την «έξοδο» από τα μνημόνια. Έτσι οι αιτίες που διατηρούν ενεργή την κρίση στο εμπορικό ισοζύγιο και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένουν και αποτελούν την βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια του Success Story της ΝΔ.

Η Ελλάδα του 2025 δεν είναι απλά ένα κατεστραμμένο κράτος με μια άνιση και βαλτωμένη οικονομία. Είναι μια χώρα που κυβερνάται εδώ και επτά χρόνια με ένα πρόγραμμα προσέλκυσης επενδύσεων αμφιβόλου κοινωνικού οφέλους και με συνειδητά βλαπτικό αποτύπωμα στο περιβάλλον, ένα πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων βασισμένο στην μετατροπή των κοινωνικών αγαθών σε εμπορεύματα, βαθύ κρατικό αυταρχισμό και διαφθορά.

Από τις εκλογές του 2023 έως σήμερα ο «κουτσός δικομματισμός» έχει εξελιχθεί σε μονοκομματικό σύστημα της ΝΔ, η οποία ως το βασικό κόμμα της αστικής τάξης έχει σφυρηλατήσει με οικονομικούς και έξω-οικονομικούς τρόπους την θέση της για την αστική τάξη και τα σύμμαχα στρώματα της. Με την πάροδο όμως του χρόνου η σκληρά ταξική πολιτική αναδιανομής προς τα ανώτερα στρώματα και το «κόσμο της ιδιοκτησίας» που εφαρμόζει, έχει οδηγήσει στην συρρίκνωση της επιρροής της. Παραμένει ωστόσο ηγεμονική, καθώς αποτελεί προς ώρας τον μόνο και αναντικατάστατο εγγυητή της αστικής στρατηγικής τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική πολιτική.

Για τις διάφορες εκδοχές κεντροαριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΝΕΑΡ, κινήσεις Τσίπρα), το μεταμνημονιακό πλαίσιο επιλογών είναι τόσο στενό που καμία εναλλακτική πολιτική πρόταση από πλευράς τους, δεν μπορεί να πείσει ότι θα κάνει κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που ήδη κάνει ο Μητσοτάκης. Στην καλύτερη εκδοχή τους παραβλέπουν τις τεράστιες αλλαγές σε διεθνές επίπεδο και στην χειρότερη υπερθεματίζουν στην πολεμική στρατηγική της ΕΕ. Ακόμη και τα όποια οικονομικά περιθώρια αναδιανομής διαχειρίστηκε η ΝΔ, θα έχουν εξαντληθεί πριν τις επόμενες εκλογές. Στο τέλμα της σοσιαλδημοκρατίας συντείνει η έλλειψη αξιοπιστίας των σχηματισμών και των προσώπων του χώρου αυτού, εντός της γενικής πανευρωπαϊκής τάσης υποχώρησης των κομμάτων αυτών.

Το πανευρωπαϊκό φαινόμενο της ανόδου της ακροδεξιάς είναι και στην Ελλάδα υπαρκτό, αν και προς ώρας περιορίζεται σε ρόλο δεκανικιού σε μία ενδεχόμενη αποτυχία της ΝΔ στις επόμενες εκλογές να εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός καθώς ο «μιλιταριστικός κεϋνσιανισμός» που προπαγανδίζουν οι κυβερνήσεις της ΕΕ, είναι πλήρως συμβατός με τον εθνικισμό και την καταστολή των εργαζόμενων, για να ορθοποδήσουν οι βιομηχανίες της Ευρώπης, της Ελλάδας κοκ.

Η κρίση εκπροσώπησης που παράγει το πολιτικό σκηνικό αφήνει περιθώριο να εμφανιστούν στο προσκήνιο με υψηλά ποσοστά φωνές όπως η Πλεύση Ελευθερίας ή το κυοφορούμενο «κόμμα Καρυστιανού». Οι σχηματισμοί αυτοί, χωρίς ιδεολογικές και πολιτικές οριοθετήσεις καταφέρνουν να εκφράζουν ένα κόσμο από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα που ψάχνει να βρει ηγεσίες που στο τηλεοπτικό πεδίο άσκησης της πολιτικής μπορούν να σπάνε την αυταρχική μονοκρατορία του καθεστώτος Μητσοτάκη αδυνατώντας να αμφισβητήσουν την κυριαρχία του ακριβώς λόγω της έλλειψης βάθους και κατεύθυνσης.

Το ΚΚΕ βρέθηκε μετά την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς πολιτικό αντίπαλο ωστόσο αντί να μετασχηματίσει αυτό το κενό σε ενδυνάμωση των λαϊκών αντιστάσεων και σε αμφισβήτηση του κλίματος απουσίας εναλλακτικών απογοήτευσε ένα κόσμο ευρύτερο της δυναμικής του που είδε σε αυτό μια δυνατότητα για να αλλάξουν τα πράγματα. Τελικώς ακολουθώντας τη διαχρονική πολιτική του κατεύθυνση στρέφει τις δυνάμεις του στην εσωτερική και αυτοτελή συγκρότησή του, μακριά από το στόχο της αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών.

Στο σημερινό πολιτικό τοπίο η έλλειψη μιας μαζικής, κοινωνικά και πολιτικά ορατής ριζοσπαστικής φωνής είναι περισσότερο αντιληπτή από οποιαδήποτε στιγμή τα τελευταία 10 χρόνια. Όσο σημαντικά και αν είναι τα όσα συνέβησαν την περίοδο 2010-15 πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι εργαζόμενοι και η νεολαία, τα κινήματα και οι αγωνιστές βρίσκονται σε μια νέα περίοδο και έχουν ανάγκη τη Ριζοσπαστική Αριστερά της εποχής μας. Ιδιαίτερα μάλιστα σε μια περίοδο όπου η διαρκής παραφθορά του μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ, στρέφει λαϊκές μάζες που πίστεψαν έστω στο «λιγότερο κακό», στην απογοήτευση και την αποχή, είναι σημαντικό να σηκωθεί σημαία πραγματικά αριστερής πρότασης και στάσης στα πράγματα.

Από τις εκλογές του 2023 και ξανά στις Ευρωεκλογές, είναι σαφές ότι το κοινωνικό δυναμικό της ριζοσπαστικής ή άκρας ή επαναστατικής ή αντικαπιταλιστικής στη χώρα μας έχει βρεθεί να στηρίζει κατά βάση το ΜΕΡΑ25-Ενωτική Πρωτοβουλία και η επιλογή αυτή είναι δείκτης ιεραρχήσεων από τους αγωνιστές αυτούς.

Το ΜΕΡΑ25 αποτελεί τον μοναδικό πολιτικά αναγνωρίσιμο πόλο της Ριζοσπαστικής Αριστεράς στις μέρες μας, που εκφράζει όσους αντιλαμβάνονται  την ανάγκη του μεταβατικού πολιτικού προγράμματος και της μετωπικής-ενωτικής δράσης.

Οι θέσεις που έχει πάρει το ΜΕΡΑ25-Ενωτική Πρωτοβουλία, και συνεχίζει να λαμβάνει τα τελευταία χρόνια συγκροτούν ένα αναγκαίο σημείο εκκίνησης για την περαιτέρω αναζήτηση και των ικανών όρων για τη συγκρότηση ενός μαζικού και κοινωνικά αποτελεσματικού πολιτικού φορέα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η στάση απέναντι στην ΕΕ της πολεμικής οικονομίας, την ντόπια και διεθνή ολιγαρχία, τη γενοκτονία στη Γάζα, τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, τους αγώνες των εργαζομένων, της νεολαίας, η απόρριψη των κεντροαριστερών σεναρίων, είναι σημαντικές οριοθετήσεις για την Ριζοσπαστική Αριστερά σήμερα.

Σταθμίζοντας λοιπόν τα όσα έχουν προηγηθεί, τα όσα έχουμε μπροστά μας, την πραγματικότητα στην Ελλάδα και διεθνώς πιστεύουμε ότι ο στόχος της επαναφοράς στο προσκήνιο των αγώνων μιας Ριζοσπαστικής Αριστεράς που θα δίνει διέξοδο στην πάλη του λαού, πρέπει να δοκιμαστεί και μπορεί να γίνει μέσα από το ΜΕΡΑ25 και την Ενωτική Πρωτοβουλία.

Βασιλειάδης Τάσος, Αθήνα – Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, μέλος Αντιπροσωπείας ΤΕΕ

Γαστεράτος Κίμωνας, Αθήνα – Κοινωνικός Επιστήμονας

Κάσσανδρος Βασίλης, Θεσσαλονίκη – Οικονομολόγος

Κωστόπουλος Χρήστος, Αθήνα – Προγραμματιστής

Κωστόπουλος Νίκος, Πάτρα – Μηχανικός Η/Υ

Λιάγκος Γιώργος, Αθήνα – Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, μέλος Α/ΤΕΕ  & ΔΣ ΣΔΜ ΔΕΗ

Μπέτσου Ηλιάνα Μαρίσσα, Αθήνα – Ηλεκτρολόγος Μηχανικός

Μπουρδούβαλης Βασίλης, Αθήνα – Ηλεκτρολόγος Μηχανικός

Φυκούρας Ορέστης, Πάτρα – Πολιτικός Μηχανικός

Ρεβήσιος Διονύσης, Αθήνα – Ηλεκτρολόγος Μηχανικός

Τσατσαρώνης Σπύρος, Νίκαια – Κοινωνικός Επιστήμονας