Εκδικάστηκε χθες 7 Οκτωβρίου στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών η αγωγή του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ κατά του δημοσιογράφου Γιώργου Παπαχρήστου και της ιδιοκτήτριας της εφημερίδας «Τα Νέα» και του τηλεοπτικού σταθμού «Mega», εταιρείας «ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ», για τα δημοσιεύματα περί «αγοράς βίλας 1 εκατ. ευρώ».

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος στην υπόθεση της αγωγής του Αλέξη Τσίπρα, Γιάννης Μαντζουράνης, τόνισε πως «αδιαμφησβήτητα αποδείχτηκε ότι τα πραγματικά γεγονότα διαψεύδουν πλήρως όλους τους ισχυρισμούς των εναγομένων σε ΜΜΕ κατά του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην πρωθυπουργού, όπως και ότι αποκλειστικό στόχο είχαν να πλήξουν την τιμή και την υπόληψή του». Παράλληλα, «αποκαλύφθηκε η αποδεικτική γύμνια των εντολοδόχων και των εντολέων τους, που σχεδίασαν και υλοποίησαν την κατασυκοφάντηση του Α. Τσίπρα με τα ίδια βρώμικα υλικά, που χρησιμοποίησε το “Μακελειό” σε προγενέστερα δημοσιεύματά του. Τέλος επαληθεύτηκε η θλιβερή πραγματικότητα ότι στη σημερινή Ελλάδα ενδημεί ένα είδος “δημοσιογραφίας”, που προσφέρει φήμη και χρήμα σε όσους διαθέτουν πείσμα ημιόνου και πνεύμα δολοφόνου», προσέθεσε.

Ο έτερος πληρεξούσιος δικηγόρος στην υπόθεση της αγωγής του τέως πρωθυπουργού, Θανάσης Καμπαγιάννης, επεσήμανε πως «το όριο του δημοσιογραφικού λειτουργήματος είναι η αλήθεια. Η συνειδητή διάδοση ψευδών και συκοφαντικών ισχυρισμών δεν προστατεύεται από τον νόμο. Σήμερα, στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, οι εκπρόσωποι της εταιρείας ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ και ο δημοσιογράφος κύριος Γ. Παπαχρήστος είχαν, κατά τη συζήτηση της αγωγής του κυρίου Αλέξη Τσίπρα, την ευκαιρία να προσκομίσουν στοιχεία που να θεμελιώνουν τα όσα ψευδώς διέδωσαν ως γεγονότα (και όχι βέβαια ως αξιολογικές κρίσεις)».

«Ο “θησαυρός” αποδείχτηκε άνθρακες. Όπως παραδέχτηκε ο ίδιος ο μάρτυρας των εναγομένων, η “μετακόμιση από την Κυψέλη στα Λεγραινά” δεν αντιστοιχεί στην αλήθεια, η υπαινισσόμενη “αγορά” έγινε ενοικίαση, τα “έξοδα ανακαίνισης του ενός εκατομμυρίου ευρώ” βασίζονταν τελικά σε αδιασταύρωτες, προφορικές πληροφορίες άφαντων “περιοίκων”, η δε εταιρεία που έκανε τα έργα των επισκευών δεν ήταν τελικά ούτε “μεγάλη” ούτε “εισηγμένη στο Χρηματιστήριο”», υπογράμμισε.

«Τι απέμεινε, λοιπόν, από όλον αυτόν τον ντόρο; Η λάσπη από μια συκοφαντία, που διακινήθηκε αρχικά στα βαλτόνερα του ”Μακελειού” και στη συνέχεια αναπαρήχθη αβάσιμα και χωρίς την τήρηση καμίας δημοσιογραφικής δεοντολογίας με προφανή πολιτικά κίνητρα. Ελπίζουμε και προσδοκούμε πως το δικαστήριο θα αξιολογήσει το σύνολο των καταθέσεων και των εγγράφων και θα αποδώσει το δίκαιο, διαχωρίζοντας την ελευθερία του τύπου και την σκληρή δημοσιογραφική κριτική από τη συκοφαντία, η οποία σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί δικαίωμα», κατέληξε.