Ήταν στα μέσα του περσινού Νοεμβρίου όταν η κυβέρνηση και το υπουργείο Δικαιοσύνης του Κώστα Τσιάρα θεσμοθετούσε την ασυλία ανωτάτων τραπεζικών στελεχών, με βάση τη διάταξη που πέρασε στον Ποινικό Κώδικα, κατά την οποία ένας τραπεζίτης δεν θα διώκεται αυτεπάγγελτα για τα δάνεια που εγκρίνει, αλλά μόνο αν υπάρξει έγκληση εναντίον του από την τράπεζα. Τότε, ο ίδιος και η κυβέρνηση τόνιζαν πως «προβληματίστηκαν» για τη συγκεκριμένη απόφαση, αλλά την δέχτηκαν για να προχωρήσει «η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας» και της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας και να μειωθούν τα κόκκινα δάνεια, ώστε να δοθεί το «φιλί της ζωής» σε όσες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πρόβλημα.

Το περασμένο καλοκαίρι, στα τέλη Ιουλίου, ήρθε ένα διπλό δικαστικό χαστούκι με δύο βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, που έκριναν αντισυνταγματικές και ανεφάρμοστες τις αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα οι οποίες έδιναν ασυλία σε τραπεζικά στελέχη. Ήδη, από τον περασμένο Μάρτιο, η κυβέρνηση με νέα Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου είχε προλάβει να αποφασίσει την προσωρινή αναστολή λειτουργίας δικαστηρίων και εισαγγελιών, ενώ τον Απρίλιο εξαίρεσε ειδικά τις εγκλήσεις κατά τραπεζικών στελεχών από το χρονικό περιθώριο που δόθηκε για τις άλλες εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις.

Αξίζει μάλιστα να υπενθυμίσουμε πως η αντίδραση της κυβέρνησης στα δύο βουλεύματα το περασμένο καλοκαίρι, ήταν διά του Στέλιου Πέτσα πως «η κυβέρνηση δεν σχολιάζει αποφάσεις της Δικαιοσύνης», αλλά και προβλέποντας πως «υπάρχει ακόμα δρόμος για αυτού του είδους τη δικαστική διένεξη».

«Η διάταξη του άρθρου 405 παρ. 1 β’ ΠΚ τόσο αυτοτελώς κρινόμενη όσο και σε συνδυασμό με το τεσσαρακοστό έκτο άρθρο της ΠΝΠ… είναι αντισυνταγματική (ως παραβιάζουσα τις αρχές της ισότητας, ως περιορίζουσα αδικαιολόγητα το δικαίωμα πρόσβασης στη Δικαιοσύνη, αλλά και ως υποκρύπτουσα συγκαλυμμένη αμνηστία) και για τον λόγο αυτό ανεφάρμοστη», με περαιτέρω αποτέλεσμα να μην εξαλείφει από μόνη της η μη υποβολή έγκλησης ή δήλωσης συνέχισης της διαδικασίας το αξιόποινο έγκλημα της κακουργηματικής απιστίας σε βάρος τραπεζικών ιδρυμάτων, αναφέρει χαρακτηριστικά το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών (2165/2020, που εκδόθηκε στις 17/7).

Πλέον, στα δύο βουλεύματα προστέθηκε ένα τρίτο, με τον Άρειο Πάγο να κάνει δεκτή την αίτηση αναίρεσης που άσκησε ο αντεισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Δημήτρης Παπαγεωργίου. Όπως αναφέρει η Εφημερίδα των Συντακτών, ο αντεισαγγελέας έθεσε θέμα αντισυνταγματικότητας μετά την έκδοση των τριών αυτών βουλευμάτων που έκριναν τον νόμο Τσιάρα για την αμνήστευση των εμπλεκομένων σε ποινικές υποθέσεις και διώξεις που είχαν ασκηθεί για το αδίκημα της απιστίας και όχι μόνο. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, η ενέργεια αυτή βασίζεται στην παραβίαση της ισότητας κατά το άρθρο 4 του Συντάγματος, που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση των προσώπων που βρίσκονται κάτω από ίδιες συνθήκες.

Όπως υπογραμμίζεται, την αφορμή για την αναίρεση έδωσε βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, με το οποίο ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, Θεόδωρος Βενιάμης, καθώς και κατηγορούμενα για απιστία στελέχη της Marfin του Βγενόπουλου απαλλάχθηκαν από κάθε κατηγορία.

Ο αντεισαγγελέας ζητά την αναίρεση του βουλεύματος, και κατά συνέπεια την αλλαγή της επίμαχης διάταξης που ξεπλένει τραπεζίτες και καταργεί την αυτεπάγγελτη δίωξή τους, με την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου να καλείται να τοποθετηθεί.

Αναφορικά με τον αντίκτυπο της ασυλίας που φρόντισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη να δώσει στους τραπεζίτες από τους πρώτους μήνες της θητείας της, αρκεί να σημειωθεί πως μόλις πριν έναν μήνα, η ελληνική Δικαιοσύνη εξέδωσε απόφαση για το σκάνδαλο θαλασσοδανείων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου με καθυστέρηση πλέον των δέκα ετών, αποφασίζοντας πως δεν υπάρχει «καμία απάτη και κανένα θαλασσοδάνειο». Ήδη, από τον περασμένο Ιούλιο, οι 35 κατηγορούμενοι είδαν τις κατηγορίες για τα αδικήματα της απιστίας και του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος να αποσσύρονται καθ’ εφαρμογή του νέου Ποινικού Κώδικα και χάρη στην απροθυμία της εκκαθαρίστριας εταιρείας PQH να κινηθεί εναντίον τους, με το δικαστήριο να αποφασίζει μόνο για το αδίκημα της απάτης, από το οποίο τους απάλλαξε ομόφωνα.

«Καμία απάτη», «κανένα θαλασσοδάνειο» και άπαντες αθώοι στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο

Αξίζει τέλος να σημειωθεί πως την ίδια ώρα που ο Άρειος Πάγος καλείται να κρίνει την ατιμωρησία των τραπεζιτών και άλλων μεγαλοστελεχών επιχειρήσεων, το documentonews.gr σημειώνει την προσπάθεια μέρους του νομικού κόσμου όχι μόνο να στηριχθεί η άδικη αυτή ρύθμιση, αλλά να εξαπλωθεί και στον υπόλοιπο ιδιωτικό τομέα. Χαρακτηριστική η αρθρογραφία του καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ηλία Αναγνωστόπουλου, που ψέγει τους δικαστές για τα τρία βουλεύματα, ενώ υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, πως «η επιλογή του νομοθέτη να διχοτομήσει τον ιδιωτικό τομέα επιφυλάσσοντας την κατ’ έγκληση δίωξη μόνο στους μνημονευόμενους στο άρθρο 405 παρ. 1 εδ. β΄ φορείς –καίτοι ιστορικώς εξηγήσιμη– υπήρξε άστοχη και τροφοδότησε χωρίς λόγο υπόνοιες για «χαριστική» ρύθμιση υπέρ των τελευταίων, οι οποίες φαίνεται να διαδραμάτισαν μη ευκαταφρόνητο ρόλο στην κρίση των δύο σχολιαζόμενων βουλευμάτων».