Ο Ρίζα φοράει τη σχολική τσάντα στον έναν ώμο και ετοιμάζεται να φύγει για το σχολείο. Μόλις έκανε αίτηση για υποτροφία σε πανεπιστήμια της Αμερικής. “Θέλω να γίνω γιατρός” μου λέει. “Μάλλον χειρουργός. Αλλά έχω πολύ άγχος.”

Οι γονείς του μού λένε ότι είναι ο καλύτερος μαθητής στην τάξη.

Τότε γιατί αγχώνεσαι; τον ρωτάω.

“Γιατί είμαι Ρομά” μου απαντάει ο 15χρονος.

“Πρέπει να προσπαθώ διπλά για να πιστέψουν σε μένα. Προετοιμάζομαι ότι θα αντιμετωπίσω ρατσισμό στο πανεπιστήμιο αφού όλοι μας θεωρούν ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας” μου λέει ενώ κλείνει την πόρτα πίσω του.

“Ξέρουμε πώς να βελτιώσουμε τη ζωή μας. Πρέπει να μας δοθεί η ευκαιρία”

Βρίσκομαι στη Βόρεια Μακεδονία, στον Δήμο Σούτο Ορυζάρι, έναν από τους δέκα δήμους που συγκροτούν την πόλη των Σκοπίων.

Το Σούτο Ορυζάρι – ‘Σούτκα’ για τους ντόπιους – είναι ο μοναδικός δήμος στον κόσμο που διοικείται από Ρομά, κατοικείται στην πλειοψηφία του απο Ρομά και έχει υιοθετήσει τη Ρομανί ως δεύτερη επίσημη γλώσσα.

Από τους σχεδόν 26.000 κατοίκους, το 43,8% είναι Ρομά, ενώ εδώ ζουν και άλλες μειονότητες, όπως Αλβανοί, αλλά και μη Ρομά βορειομακεδόνες.

Βάσει νόμου, όταν μια μειονότητα αποτελεί πάνω από το 20% του πληθυσμού, η γλώσσα της πρέπει να καθίσταται και αυτή επίσημη.

Η σημαία του Δήμου απεικονίζει το πράσινο τη γης και το μπλε του ουρανού, τον ήλιο, και την κόκκινη ρόδα, σύμβολο της παράδοσης των Ρομά ως περιπλανώμενου λαού.

Η βασική οικονομική δραστηριότητα των Ρομά είναι το ζωηρό παζάρι του Σούτο Ορυζάρι με ρούχα και κάθε λογής προϊόντα που έρχονται από την Τουρκία και την Κίνα. Το παζάρι είναι τόσο ξακουστό που τα σαββατοκύριακα καταφθάνουν από όλα τα Σκόπια για τα ψώνια τους.

Στον Δήμο υπάρχουν δύο δημοτικά σχολεία με 2.000 εγγεγραμμένα παιδιά το καθένα, ένα νηπιαγωγείο και ένα γυμνάσιο και λύκειο – όλα στην πλειοψηφία τους με Ρομά μαθητές.

“Είμαστε ένα μοναδικό μοντέλο και ένα επιτυχημένο μοντέλο” λέει ο Ρομά δήμαρχος, Κούρτο Ντουντούς. “500 παιδιά τελειώνουν κάθε χρόνο το λύκειο ενώ ως δήμος παλεύουμε για την αύξηση των χώρων πρασίνου και κάνουμε δράσεις δενδροφύτευσης.”

“Δεν είναι ότι οι Ρομά δεν ξέρουν πώς να βελτιώσουν τη ζωή τους. Το θέμα είναι ότι πρέπει να τους δοθεί η δυνατότητα.”

Photo: Kuzmanoski

Αλλά… “ο τελευταίος τροχός της αμάξης”

Στο Σούτο Ορυζάρι γυρίστηκαν, τη δεκαετία του ‘80, σκηνές από την ταινία του Εμίρ Κουστουρίτσα Ο καιρός των τσιγγάνων.

Σήμερα, η γειτονιά παίζει σε travel blogs ως ‘κουλ προορισμός’ ή ‘το Μπρονξ των Σκοπίων’ ενώ το trip advisor διαφημίζει ημερήσια ξενάγηση στην ‘πολυπολιτισμική πρωτεύουσα των Ρομά’ με 70 ευρώ το άτομο.

Το ‘Σούτο Ορυζάρι’ βγαίνει από τη λέξη orizar και σημαίνει χωράφια με ρύζι. Αυτό ήταν η περιοχή μέχρι τον μεγάλο σεισμό του 1963 όπου το 80% της πόλης των Σκοπίων καταστράφηκε. Τότε, μεγάλος πληθυσμός των Ρομά που ζούσαν στην πρωτεύουσα, εγκαταστάθηκε εκεί, έχτισε σπίτια και συνέθεσε σταδιακά μια ολόκληρη πόλη.

Καθώς περπατάω στους δρόμους, βλέπω ένα κολάζ από ακραία διαφορετικές κατοικίες. Από τριώροφα μέγαρα μέχρι αυτοσχέδιες παράγκες, όλα συνυπάρχουν μέσα σε ελάχιστα οικοδομικά τετράγωνα. Μαρτυρούν την εγγύτητα διαφορετικών κοινωνικών τάξεων, τη μετανάστευση – κυρίως στη Γερμανία – και την επένδυση των δεδουλευμένων πίσω στην πατρίδα, αλλά και τον διαχρονικό θεσμικό ρατσισμό όπου ένα κράτος εγκαταλείπει τους πολίτες του στερώντας τους ακόμα και τα πιο βασικά αγαθά.

Καθώς ο πληθυσμός αναπτύσσεται, πολλά από τα πιο νέα σπίτια βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως.

“Ο πολεοδομικός σχεδιασμός δεν έχει ανανεωθεί από την κεντρική κυβέρνηση από το 2014 ενώ η νομιμοποίηση των σπιτιών κοστίζει πολύ ακριβά σε σχέση με το τι αντέχει το πορτοφόλι μιας οικογένειας” εξηγεί ο δήμαρχος.

Κατά συνέπεια, τα σπίτια αυτά δεν μπορούν να έχουν επίσημα ρεύμα και νερό. Αυτό συνεπάγεται πολύ σοβαρές δυσκολίες – ακόμα και κινδύνους – στην καθημερινότητα των ανθρώπων, και ειδικά στις γυναίκες που επωμίζονται το μαγείρεμα, την καθαριότητα του σπιτιού και τη φροντίδα των παιδιών.

Photo: Añelo de la Krotsche

Ο Δήμος του Σούτο Ορυζάρι είναι συχνά “ο τελευταίος τροχός της αμάξης” όταν πρόκειται για υπηρεσίες που πρέπει να παρασχεθούν από την πόλη των Σκοπίων.

Ο δήμαρχος και οι κάτοικοι παραπονιούνται κυρίως για δύο πράγματα: τη συγκοινωνία και τα σκουπίδια.

Τον Νοέμβριο 2024, κάτι αρκετά τραγικό συνέβη στην πόλη των Σκοπίων: τα λεωφορεία σταματούσαν ένα-ένα να κυκλοφορούν καθώς ο υπερχρεωμένος φορέας αστικής συγκοινωνίας δεν μπορούσε πλέον να προμηθευτεί καύσιμα. Τα λεωφορεία τέθηκαν για μέρες εκτός λειτουργίας και χιλιάδες πολίτες έμειναν αποκλεισμένοι.

Το Σούτο Ορυζάρι ήταν από τους τελευταίους δήμους που τα Σκόπια ενδιαφέρθηκαν να βοηθήσουν. Το παζάρι της πόλης έμεινε σχεδόν άδειο από πελάτες, με τη ζημία να είναι επώδυνη για τους εμπόρους.

Παρομοίως, όταν προκύπτει δυσχέρεια στις υπηρεσίες αποκομιδής σκουπιδιών, το Σούτο Ορυζάρι είναι ο τελευταίος δήμος που η κεντρική διοίκηση θα φροντίσει να συνδράμει, παρατείνοντας την αβίωτη συνθήκη στις γειτονιές.

Photo: Giorgos Moutafis

Όταν η κοινότητα δεν κοιτάει μόνο τη δουλειά της

Οι ρακοσυλλέκτες

Ο 27χρονος Ασίμπ Ζεκίρ είναι Ρομά, ζει στο Σούτο Ορυζάρι και έχει σπουδάσει Οικονομικά.

Μια μέρα επέστρεφε σπίτι του μετά από ένα συνέδριο για την οικονομική ανάπτυξη της κοινότητας των Ρομά όταν σε μια ανηφόρα είδε μια ηλικιωμένη γυναίκα να αγκομαχά σέρνοντας ένα αυτοσχέδιο καροτσάκι με σκουπίδια.

“Δυσκολευόταν πάρα πολύ. Το καροτσάκι ήταν γεμάτο με πλαστικά. Σταμάτησα για να την βοηθήσω. Ένιωσα υπεύθυνος” λέει ο Ζεκίρ.

“Δεν ήξερα αν έπρεπε να της προσφέρω λίγα χρήματα ή να μεταφέρω τα πράγματα με το αυτοκίνητό μου. Μπροστά στην αμηχανία μου, η γυναίκα είπε: ‘Μην ανησυχείς! Έχω συνηθίσει πια.’”

“Εκείνη τη στιγμή αποφάσισα να επιστρέψω στο γραφείο, να μιλήσω στους συναδέλφους μου και να προσπαθήσουμε να βρούμε έναν τρόπο να βελτιώσουμε τις συνθήκες διαβίωσης των ανεπίσημων συλλεκτών απορριμμάτων.”

Οι ανεπίσημοι συλλέκτες απορριμμάτων μαζεύουν σκουπίδια, όπως χαρτιά, μέταλλα και πλαστικά, από τους κάδους σε όλη την πόλη και τα πωλούν σε εταιρείες ανακύκλωσης. Οι εταιρείες αυτές τα καθαρίζουν, τα επεξεργάζονται και τα μετατρέπουν σε νέα υλικά. Στη συνέχεια, οι εταιρείες λειτουργούν ως ενδιάμεσοι και πωλούν τα επεξεργασμένα υλικά ως πρώτες ύλες στη βιομηχανία.

Αυτή η δουλειά είναι αρκετά δημοφιλής μεταξύ των πιο φτωχών Ρομά ως ένας τρόπος για να υπάρχει φαγητό στο τραπέζι.

Αλλά είναι εξαιρετικά αδικημένοι σε αυτή την αλυσίδα κερδοφορίας από τα σκουπίδια.

“Ενώ οι εταιρείες αποκομίζουν κέρδος, οι ανεπίσημοι συλλέκτες απορριμμάτων λαμβάνουν ψίχουλα. Δεν είναι επίσημα εργαζόμενοι, δεν έχουν ασφάλιση, πρέπει να βγαίνουν για δουλειά 7 μέρες τη βδομάδα είτε έχει καύσωνα είτε χιονίζει και αν αρρωστήσουν, έχουν μηδέν εισόδημα” λέει ο Ζεκίρ. “Και παρ’ όλο που παίζουν σημαντικό ρόλο στην πράσινη και κυκλική οικονομία, κανείς δεν τους το αναγνωρίζει. Είναι αόρατοι κι ας εργάζονται καθημερινά στους δρόμους της πόλης.”

Ο Ζεκίρ, τελικά, εκείνη τη μέρα που είδε την ηλικιωμένη να σπρώχνει με κόπο τα σκουπίδια, πράγματι επέστρεψε στο γραφείο του. Και κάπως έτσι, μετά από συζητήσεις και μελέτη, ιδρύθηκε το 2020 η οργάνωση REDI.

Σήμερα, η REDI προσλαμβάνει τους ανεπίσημους συλλέκτες απορριμμάτων και τους επισημοποιεί ώστε να έχουν συμβάσεις εργασίας, ασφάλιση, επιδόματα και να διεκδικούν οργανωμένα τα δικαιώματά τους και τον σεβασμό της κοινωνίας.

Οι γυναικολόγοι

Στο Σούτο Ορυζάρι επί 10 χρόνια δεν υπήρχε ούτε ένας γυναικολόγος.

“Υπήρξαν περιπτώσεις που έσπαγαν τα νερά και γεννούσε η γυναίκα στη μέση του δρόμου. Αδιανόητες καταστάσεις” μου λέει η Ρομά νομικός και ακτιβίστρια, Σαλία Μπεκίρ.

Το 2012, Ρομά φεμινίστριες και νομικοί ένωσαν τις δυνάμεις τους για να διεκδικήσουν γυναικολογική κλινική στο Σούτο Ορυζάρι. Συνέλεξαν υπογραφές και έκαναν μια καμπάνια ενημέρωσης σε εθνικό και διεθνές επίπεδο φτάνοντας μέχρι τον ΟΗΕ.

Γιατί υπήρχε όμως αυτή η σοβαρή ιατρική έλλειψη;

“Οι γυναικολόγοι που προσπαθούσε να προσλάβει το κράτος, αρνούνταν λέγοντας ότι δεν υπάρχουν ανάγκες στην περιοχή. Αυτό όμως δεν στέκει ως επιχείρημα” εξηγεί η Μπεκίρ. “Στην ουσία, επρόκειτο για διάκριση εναντίον των λιγότερο προνομιούχων. Οι γιατροί είθισται να ζητάνε φακελάκια. Ήξεραν ότι εδώ οι άνθρωποι δεν έχουν αυτή την οικονομική δυνατότητα και δεν ερχόντουσαν.”

Η καμπάνια των γυναικών νίκησε.

Σήμερα στο Σούτο Ορυζάρι υπάρχουν δύο διορισμένοι από το κράτος γυναικολόγοι και ένα ιδιωτικό ιατρείο.

Εν τω μεταξύ, από την καμπάνια γεννήθηκε η ΜΚΟ Ρομά φεμινιστριών, Roma Women’s Rights Initiative.

Ποιο είναι το κυριότερο ζήτημα για το οποίο παλεύετε τώρα; ρωτάω την Μπεκίρ.

“Η ευαισθητοποίηση για συμμετοχή στην πολιτική. Αυτό που έμαθα καλά όλα αυτά τα χρόνια, είναι ότι όλες οι αποφάσεις για τις Ρομά γυναίκες λαμβάνονται από άλλους. Οι Ρομά γυναίκες πρέπει να εμπλακούν ενεργά στη λήψη αποφάσεων.”

Τι τις εμποδίζει;

“Το σύστημα πατριαρχίας, η ανασφάλεια που καλλιεργεί στις γυναίκες κρατώντας τες πίσω, και φυσικά χρειαζόμαστε γυναίκες με υψηλό επίπεδο μόρφωσης” απαντά η Μπεκίρ.

“Μεγαλώνουμε μαθαίνοντας ότι ‘το κορίτσι είναι για το σπίτι’, και προτεραιότητα δίνεται στη μόρφωση των αγοριών. Είναι όμως και ζήτημα φτώχειας. Οι γονείς βγαίνουν για δουλειά και τα κορίτσια αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το σχολείο για να φυλάνε τα μικρότερα αδέρφια εφόσον δεν υπάρχει στήριξη από το κράτος.”

Αποχαιρετώ την Μπεκίρ καθώς έχω ραντεβού με έναν νεαρό Ρομά που θα μου μιλήσει για έναν νέο θεσμό στο γειτονικό κράτος που επιδιώκει ακριβώς να ανατρέψει τα δεδομένα στην εκπαίδευση των Ρομά, με έμφαση στα κορίτσια.

Photo: Paul Jeffrey 

Οι σχολικοί διαμεσολαβητές

Ο 34χρονος Τζένγκις Μπερίσα σπούδασε Νομική. Τελικά, όμως, επέλεξε κάτι απρόσμενο και με πολύ πιο χαμηλές απολαβές απ’ ό,τι αν είχε γίνει δικηγόρος: έγινε σχολικός διαμεσολαβητής.

“Όταν τελείωσα το πανεπιστήμιο, αντιλήφθηκα ότι η κοινότητα είχε μεγάλη έλλειψη γνώσης σχετικά με τη θέση της στην κοινωνία. Έτσι, ξεκίνησα να εργάζομαι σε μία μη κυβερνητική οργάνωση και εκεί μου έγινε ξεκάθαρο ότι η κοινότητα των Ρομά πρέπει πρώτα απ’ όλα να διεκδικήσει το δικαίωμά της στην εκπαίδευση, να πηγαίνει στο σχολείο. Τότε ήταν που αποφάσισα να αφοσιωθώ σε αυτό.”

Δουλειά τού Τζένγκις είναι να μεσολαβεί μεταξύ των Ρομά μαθητών και των οικογένειών τους και του σχολείου ή άλλων εκπαιδευτικών οργανισμών.

Οι Ρομά σχολικοί διαμεσολαβητές είναι πρόσωπα οικεία και αγαπητά στην κοινότητα, που μιλούν τη Ρομανί αλλά μιλούν και την τεχνοκρατική γλώσσα του υπουργείου και των θεσμών.

Λαμβάνουν μια λίστα με τους Ρομά μαθητές και μαθήτριες και ελέγχουν αν τα παιδιά παρουσιάζονται συστηματικά στο σχολείο, τα βοηθούν με το πώς να διαβάζουν τα μαθήματά τους στο σπίτι, βοηθούν τους γονείς αν χρειάζεται να συναντήσουν τον διευθυντή ή να συντάξουν κάποιο έγγραφο και επισκέπτονται τις οικογένειες που τα παιδιά τους απουσιάζουν τακτικά από το σχολείο για να βοηθήσουν στην επανένταξή τους.

Ο θεσμός των Ρομά σχολικών διαμεσολαβητών ξεκίνησε το 2018 με 18 άτομα και σήμερα μετράει 44.

“Εξακολουθούμε να είμαστε λίγοι σε σχέση με τις ανάγκες – στη δική μου κοινότητα είμαστε 3 για 1.500 Ρομά μαθητές” εξηγεί ο νεαρός άντρας. “Ελπίζω ότι το υπουργείο Παιδείας θα μας αυξάνει κάθε χρόνο και ότι καμία κυβέρνηση δεν θα μας καταργήσει. Η ένταξη δεν επιτυγχάνεται με πρότζεκτ που διαρκούν ένα ή δύο χρόνια. Είναι ένα μακροχρόνιο όραμα στο οποίο επενδύεις.”

Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζει είναι η οικονομική μετανάστευση των οικογενειών Ρομά και ο αγώνας για επανένταξη των παιδιών τους στο σχολείο.

Οι πιο φτωχές οικογένειες πάνε κυρίως στη Γερμανία για 6-7 μήνες τον χρόνο, εργάζονται συχνά στα Mc Donald’s ή ως καθαρίστριες, ενώ τα παιδιά κάθονται σπίτι. Έπειτα επιστρέφουν στη Βόρεια Μακεδονία και πρέπει να ξαναγυρίσουν στο σχολείο.

Με το ποσοστό ανεργίας στη χώρα να είναι 13%, αριθμός που στις κοινότητες των Ρομά είναι ακόμα πιο αυξημένος, η μετανάστευση είναι ένα ευρύτερο κοινωνικό πρόβλημα.

Στη συζήτησή μας έρχονται και οι γάμοι σε μικρή ηλικία – που δεν είναι ένα ‘πολιτισμικό φαινόμενο’:

“Στις κοινότητες των Ρομά τα κορίτσια πολλές φορές παντρεύονται μικρά. Αυτό δεν είναι ένα πολιτισμικό χαρακτηριστικό. Είναι θέμα φτώχειας – ένα πρόβλημα που ονειρεύονται να επιλύσουν μέσα από έναν καλό γάμο. Τα κορίτσια χρειάζονται νέα πρότυπα γυναικών που θα αμφισβητούν ό,τι έχουμε δει από τη μητέρα ή τη θεία μας που αναγκάστηκαν να παντρευτούν μικρές.”

Επιπλέον, είναι και θέμα πατριαρχικών δομών καθώς συχνά δεν επιτρέπεται στα νεαρά κορίτσια και αγόρια να έχουν σεξουαλική επαφή εκτός γάμου. Συνεπώς, στις ηλικίες που ξεκινά η διάθεση για ερωτικές σχέσεις, η λύση είναι ο γάμος.

“Ως Ρομά διαμεσολαβητές, συζητάμε πολύ με τα κορίτσια και τους εξηγούμε την αξία της μόρφωσης” λέει ο Τζένγκις. “Προσωπικά, τις ενθαρρύνω να εργαστούν εθελοντικά σε ακτιβιστικές δράσεις για να αντιληφθούν τις δυνάμεις τους, τα δικαιώματα και τη θέση τους στην κοινωνία.”

“Σιγά-σιγά τα καταφέρνουμε: Σκέψου ότι από τους 44 Ρομά σχολικούς διαμεσολαβητές, σήμερα οι 28 είναι γυναίκες.”

Photo: Añelo de la Krotsche

Comfort zone ή ρατσισμός κάτω από το χαλί;

Πίσω στο σπίτι του Ρίζα, η οικογένεια είναι υπ’ ατμόν και για το άλλο της παιδί, τη Φάτα, που τελειώνει φέτος το λύκειο. Η κοπέλα εργάζεται ήδη εθελοντικά σε νοσοκομείο στα Σκόπια και ονειρεύεται να γίνει οδοντίατρος ή ψυχολόγος. Πριν λίγες μέρες έκλεισε τα 18 και ξεκίνησε αμέσως και μαθήματα οδήγησης.

Οι γονείς του Ρίζα και της Φάτα το πρωί εργάζονται σε υπηρεσίες, στον ελεύθερό τους χρόνο φωτογραφίζουν γάμους και μόλις άνοιξαν ένα μικρό πλυντήριο αυτοκινήτων στην είσοδο του σπιτιού τους.

“Κάνουμε τρεις και τέσσερις δουλειές αν χρειαστεί, γιατί η εκπαίδευση των παιδιών μας είναι αδιαπραγμάτευτη” λένε. “Εμείς ήμασταν η πρώτη γενιά Ρομά στο Σούτο Ορυζάρι που τελείωσε το γυμνάσιο. Θέλουμε τα παιδιά μας να πετύχουν περισσότερα, να βοηθούν την κοινότητά τους αλλά και να ενταχθούν χωρίς προβλήματα στην κοινωνία με τους μη Ρομά.”

Γεγονός είναι ότι αρκετοί μη Ρομά κάτοικοι του Σούτο Ορυζάρι εγγράφουν τα παιδιά τους σε πιο μακρινά σχολεία για να αποφύγουν τη συνύπαρξη και την αλληλεπίδραση με τους Ρομά – το φαινόμενο φέρει το όνομα “white flight”.

Αφήνοντας πίσω μου το μοναδικό ‘πείραμα’ του Σούτο Ορυζάρι, σκέφτομαι ότι για κάποιους μοιάζει με γκέτο ενώ για άλλους είναι μια ζώνη ασφαλείας, μια κοινότητα με φίλους, οικογένειες που αλληλοστηρίζονται, ένας τόπος αξιοπρέπειας, εργασίας και ενδυνάμωσης, χωρίς διακρίσεις και ρατσισμό.

Είναι μια συνθήκη που για πολλούς από τους 12 εκατομμύρια Ρομά της Ευρώπης – τη μεγαλύτερη μειονότητα της Γηραιάς Ηπείρου – μπορεί να φαντάζει ως ιδανική δεδομένου του κοινωνικού και θεσμικού ρατσισμού που αντιμετωπίζουν αδιάκοπα στο σχολείο, το νοσοκομείο, στην αναζήτηση εργασίας ή κατοικίας.

Παρ’ όλα αυτά, μια δίκαιη κοινωνία ενθαρρύνει τη μόρφωση όλων, εξασφαλίζει ισότιμη πρόσβαση σε γιατρούς και καθαρό νερό και δεν αναγκάζει καμία κοινότητα να περιορίζεται σε ζώνες ασφαλείας για να έχει μια φυσιολογική ζωή.

Σκέφτομαι τον έφηβο Ρίζα, που στα 15 του πρέπει να προετοιμάζει τον εαυτό του για τον ρατσισμό που θα αντιμετωπίσει έξω από το Σούτο Ορυζάρι.

 

Η κεντρική φωτογραφία του άρθρου είναι του Γιώργου Μουτάφη.