Σημ. ThePressProject: Το κείμενο έχει γραφτεί το 2016, με αφορμή μια αντίστοιχη συζήτηση που είχε γίνει τότε για την επιλογής της τραγουδίστριας να ερμηνεύσει Μ. Χατζιδάκι. 

 

του Κωνσταντίνου Πουλή

Το ερώτημα θα το έθετα λίγο διαφορετικά. Να εξηγήσω με ένα αντίστροφο παράδειγμα: Ξέρω ερασιτέχνες ηθοποιούς που είναι δέκα φορές καλύτεροι από κάμποσους αστέρες της τηλεοπτικής υποκριτικής. Είναι τόσο αβέβαια τα κριτήρια και τέτοια η γκαβομάρα του κοινού, που πραγματικά είναι εύκολο να βρεις άγουρους και άγνωστους ηθοποιούς που να είναι ασύγκριτα καλύτεροι. Όμως αυτή η σύγκριση δεν έχει κανένα νόημα! Ηθοποιός δεν γίνεσαι επειδή λες ωραία μια ατάκα. Ηθοποιός γίνεσαι χτίζοντας ρόλο τον ρόλο μια σταδιοδρομία, που περιλαμβάνει τις καλλιτεχνικές επιλογές, τις συνεργασίες, τα ναι και τα όχι, τις επιτυχίες και τις αποτυχίες, τα ρίσκα, την ισορροπία μεταξύ επιβίωσης και δημιουργίας, δηλαδή το γενικό αποτύπωμα μιας ζωής. Η ιδέα ότι κάποιος θα μπορούσε να βρίσκεται στη θέση κάποιου άλλου επειδή λέει καλά την ατάκα του, είναι για μένα ανεπαρκής.

Παρόμοια νομίζω ότι ισχύουν και αντιστρόφως. Βεβαίως και υπάρχουν καλές φωνές στο σκυλάδικο (δεν το λέω υποτιμητικά, μπουζούκια ακούω κι εγώ, δεν μιλώ κοιτώντας από τα υψίπεδα της συμφωνικής μουσικής), όπως επίσης ορθώς επισημάνθηκε ότι αυτοί που παραπονούνται για την ποιότητα των λαϊκών τραγουδιστών, το καταπίνουν το φάλτσο με το φτυάρι, από κάποιους τραγουδιστές του λεγόμενου έντεχνου τραγουδιού. Όμως, όπως συμβαίνει και με τον ερασιτέχνη ηθοποιό, το χνάρι που αφήνεις στην τέχνη δεν καθορίζεται μόνο από το ότι η φωνή σου είναι τέτοια ή αλλιώτικη. Η φωνή δεν υπάρχει εκτός των τραγουδιών που είπε ο τραγουδιστής, όπως δεν υπάρχει το υποκριτικό ταλέντο εκτός των ρόλων. Η φωνή του τραγουδιστή είναι και οι επιλογές του, η καλλιτεχνική του παρουσία στη μία και μοναδική ζωή που του δόθηκε. Μπορούμε να σκεφτούμε τι θα γινόταν αν ο Τερζής, ή ο Κλωναρίδης, ή δεν ξέρω ποιος άλλος, είχε κάνει μια άλλη καριέρα, με άλλα τραγούδια, άλλους συνθέτες, ενδεχομένως και σε μια άλλη εποχή. Τι σημασία έχουν αυτές οι σκέψεις; Είμαστε αυτό που κάνουμε, αυτή είναι μια αλήθεια συντριπτική για την αυτοεικόνα μας και τις φαντασιώσεις μας, αλλά είναι ακαταμάχητη. Δεν θα θαυμάζαμε τον Κατράκη αν είχε μείνει στον Φώσκολο και δεν θα σκεφτούμε ποτέ τον Μουστάκα και τον Ψάλτη χωρίς τις βιντεοταινίες. Αυτό ισχύει ανεξαρτήτως του ταλέντου.

Ας μην ξεχνάμε ότι αυτή η διαπίστωση ισχύει και για τον ίδιο τον Χατζιδάκι, και τα τραγούδια από τα οποία τον γνώρισε ένα μεγάλο μέρος του κοινού, ενάντια στη θέλησή του, καθώς επίσης και για τον Θεοδωράκη, που κι εκείνος έφτασε να γίνει γνωστός στο κοινό χάρη στα μπουζούκια που περιφρονούσε, γράφοντας λαϊκά τραγούδια,  και όχι συμφωνικά έργα.

Δεν έχει λοιπόν κανένα νόημα να ρωτάμε αν καλώς ή κακώς η Πάολα τραγούδησε τον Χατζηδάκι. Δεν μου αρέσει η φωνή της, αλλά αυτό είναι εντελώς αδιάφορο, διότι περί ορέξεως… Αυτό που προσπαθώ να πω είναι ότι το αποτύπωμα ενός καλλιτέχνη δεν καθορίζεται μόνο από αν τα λέει ωραία, αλλά από το τι υπερασπίστηκε, ποια τραγούδια είπε και πώς. Αν πρόκειται για την έκπληξη ότι μπορούν να έχουν και οι λαϊκοί τραγουδιστές καλή φωνή, αναρωτιέμαι ποιος άσχετος χρειάζεται την Πάολα για να πειστεί γι’ αυτό. Ο καλλιτεχνικός στίβος είναι ένα απέραντο νεκροταφείο γεμάτο από ταλαντούχους ανθρώπους που τους έλειψε το πείσμα και οι ευκαιρίες για να γίνουν αυτό που θα μπορούσαν, και απλώς χάθηκαν ή σταμάτησαν. Αν χρειαζόταν να με απασχολήσει τι άλλο θα μπορούσε να κάνει κάποιος, εκτός από αυτό που έκανε, δεν θα νοιαζόμουν για όσους δοξάζονται στις μεγάλες πίστες, αλλά για όλους αυτούς τους ανώνυμους ανθρώπους που ήξεραν να τραγουδήσουν και δεν ήξεραν πώς να πορευτούν. Δυστυχώς, ισχύει και γι’ αυτούς ο ίδιος αδυσώπητος κανόνας: είναι αυτό που κατάφεραν, όχι αυτό που ονειρεύτηκαν.

Θεωρώ τον κόσμο από τον οποίον καλοζεί η Πάολα εχθρικό προς αυτά που αγαπώ. Ο κόσμος αυτός δεν είναι η λαϊκότητα, αλλά η «σόου μπιζ». Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον η Γιασεμή Σαραγούδα δεν θα πρόφταινε να ανοίξει το στόμα της να τραγουδήσει πριν να την απορρίψει η εποχή μας. (Τη διαφορά λαϊκού και μαζικού την έχει νομίζω εξηγήσει επαρκώς ο Κιουρτσάκης στο βιβλίο του για τον Καραγκιόζη και την προφορική παράδοση.) Έτσι κι αλλιώς δεν με ρωτάει κανείς την άποψή μου, για να πει η Πάολα κι έναν Χατζιδάκι στην εκπομπή του Σπύρου Παπαδόπουλου. Ούτε στη Βουγιουκλάκη απαγόρευσε κανείς να παίξει και Αντιγόνη, ούτε είχε λιγότερο ταλέντο στην υποκριτική από όσο έχει η Πάολα στο τραγούδι. Όμως για κάθε διάσημο και επιτυχημένο εμπορικό τραγουδιστή που αποφασίζει να φλερτάρει και λίγο με την κουλτούρα, υπάρχουν άλλοι χίλιοι που βρήκαν την πόρτα κλειστή. Την κράταγε η Πάολα κλειστή; Τολμώ να πω πως ναι, διότι ο καθένας μας ευθύνεται για τον πολιτισμό που προώθησε και υπερασπίστηκε με τα έργα του. Για κάθε ικανό καλλιτέχνη που δεν τα κατάφερε, η ευθύνη βαραίνει το κοινό που δεν τον ανακάλυψε και τους καλλιτέχνες που ωφελήθηκαν από την άγνοια του κοινού. Δεν έχει νόημα να υπερασπιζόμαστε τον λαϊκό πολιτισμό λες και έχουμε να κάνουμε με τον Κοραή που ονόμαζε τον Ερωτόκριτο «Όμηρον της χυδαϊκής φιλολογίας». Ξέρουμε ότι υπάρχει αυθεντική καλλιτεχνικότητα στις λαϊκές μορφές τέχνης, παραβιάζουμε ανοιχτές θύρες επιχειρηματολογώντας προς αυτή την κατεύθυνση. Αν υπάρχει κάποιος που χρειάζεται το πάθος της υπεράσπισής μας, σίγουρα δεν είναι οι πιο ακριβοπληρωμένοι αστέρες στις πίστες της κακογουστιάς.

Υ.Γ. Ξέρω ότι είναι παράλογο να γράφω 900 λέξεις για την Πάολα την ώρα που ο κόσμος καίγεται. Ελπίζω ο καλόπιστος αναγνώστης να δείξει κατανόηση στα κίνητρά μου.