Είναι ο λιγότερο δημοφιλής πρόεδρος στη μεταπολεμική ιστορία της Γαλλίας. Δέχεται επιθέσεις για τα πάντα, από τη νέα οικονομική του πολιτική μέχρι τη στάση του στο θέμα του γάμου των ομοφυλοφίλων. Και ετοιμάζεται για το πρώτο εκλογικό του τεστ από τότε που εξελέγη, τον Μάιο του 2012. Είναι φυσικά ο Φρανσουά Ολάντ.
 
Τις δύο τελευταίες Κυριακές του Μαρτίου, οι Γάλλοι θα προσέλθουν στις κάλπες για να εκλέξουν δημάρχους και τοπικούς συμβούλους, από το Παρίσι και άλλες μεγάλες πόλεις μέχρι τις μικρότερες κοινότητες.
 
Η κυβέρνηση δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Τη Δευτέρα αναγκάστηκε να αποσύρει νομοσχέδιο για τα δικαιώματα της οικογένειας, καθώς την προηγουμένη δεκάδες χιλιάδες αντίπαλοι του γάμου των ομοφυλοφίλων είχαν βγει στους δρόμους του Παρισιού και της Λυών απαιτώντας να μην επεκταθούν άλλο τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων ζευγαριών.
 
Οι συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις του κινήματος «Διαδηλώσεις για όλους» έχουν αποσυντονίσει την κυβέρνηση, η οποία τους τελευταίους μήνες είχε να αντιμετωπίσει και τη δυσαρέσκεια για την υψηλή φορολογία. Παρόλα αυτά, γράφει ο Χιου Κάρνετζι στους Financial Times, οι απώλειες στις δημοτικές εκλογές μπορεί να είναι μικρές.
 
 

Διατηρούν τον έλεγχο στο Παρίσι
 

Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι Σοσιαλιστές θα διατηρήσουν τον έλεγχο του Παρισιού, όπου η αντιδήμαρχος Αν Ινταλγκό θα αντιμετωπίσει την υποψήφια της κεντροδεξιάς Ναταλί Κοσιουσκό-Μοριζέ. Οι Σοσιαλιστές έχουν επίσης βάσιμες ελπίδες ότι θα νικήσουν στις περισσότερες μεγάλες πόλεις της Γαλλίας, περιλαμβανομένων της Λυών και της Λίλλης, ενώ δεν αποκλείουν και το ενδεχόμενο να «αρπάξουν» και τη Μασσαλία από την δεξιά Ένωση για Ένα Λαϊκό Κίνημα (UMP).
 
Πώς εξηγείται αυτή η αισιοδοξία; Μία απάντηση είναι η δημοτικότητα κάποιων από τους απερχόμενους δημάρχους, όπως η Μαρτίν Ομπρί στη Λίλη. Άλλη είναι οι εσωτερικές έριδες της UMP, σε συνδυασμό με την άνοδο του Εθνικού Μετώπου. Το κόμμα της Μαρίν Λεπέν μπορεί να διασπάσει την ψήφο της δεξιάς σε πόλεις όπου υπάρχουν τρεις υποψήφιοι, γεγονός που θα βοηθήσει τον σοσιαλιστή υποψήφιο.
 
 

Κερδισμένο το Εθνικό Μέτωπο
 

«Η παραδοσιακή δεξιά δεν είναι τόσο δημοφιλής όσο θα περίμενε κανείς» σημειώνει ο δημοσιογράφος Αλεξάντρ Λεμαριέ, που καλύπτει την UMP για τον Monde. «Από την πτώση της δημοτικότητας των Σοσιαλιστών κερδίζει περισσότερο το Εθνικό Μέτωπο παρά η UMP».
 
Η τελευταία υποφέρει από έλλειψη αξιόπιστου ηγέτη. Ο πρώην πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, που ηττήθηκε από τον Ολάντ στις τελευταίες προεδρικές εκλογές, αφήνει συνεχώς υπονοούμενα ότι θα επιστρέψει. Εν τω μεταξύ, όμως, διάφοροι επίδοξοι διάδοχοί του μάχονται για την ηγεσία της κεντροδεξιάς.
 
Ο Ολάντ αιφνιδίασε επίσης την UMP υιοθετώντας τμήμα της δικής της πολιτικής, που δεν μπόρεσε να εφαρμόσει στα δέκα χρόνια που άσκησε την εξουσία.
 
Ο γάλλος πρόεδρος θα ήταν βέβαια πολύ ικανοποιημένος αν γλίτωνε αυτή τη φορά την καταστροφή. Η ικανοποίησή του όμως μπορεί να μην κρατήσει πολύ. Δύο μήνες μετά τις δημοτικές εκλογές ακολουθούν οι ευρωεκλογές, όπου το Εθνικό Μέτωπο αναμένεται να ξεπεράσει τους Σοσιαλιστές, ίσως μάλιστα ακόμη και την UMP.


Οικογένεια όπως στις ΗΠΑ
 

Το βέβαιο είναι, όπως παρατηρεί ο Αλέν Ντιαμέλ στη Liberation, ότι η Γαλλία έχει κάνει στροφή προς τα δεξιά. Τα θέματα που βγάζουν τον κόσμο στους δρόμους έχουν σχέση κυρίως με την κοινωνία, και συγκεκριμένα με μία παραδοσιακή αντίληψη της οικογένειας. Η χριστιανική οικογένεια μοιάζει να παίρνει την εκδίκησή της από την προοδευτική οικογένεια. Η δεύτερη κατάφερε να επιβάλει τον γάμο για όλους. Η πρώτη επιβάλλει σήμερα να μην δοθεί συνέχεια.
 
Παρά τη θεαματική εκκοσμίκευση της γαλλικής κοινωνίας, παρά την εντυπωσιακή υποχώρηση των θρησκευτικών πρακτικών, τα καθολικά στρώματα παραμένουν ο ισχυρότερος πυρήνας και εκείνος που έχει τη μεγαλύτερη συμμετοχή στις καθημερινές διαδηλώσεις. Ένας από τους πρωταγωνιστές αυτού του μετώπου της άρνησης είναι ο καρδινάλιος της Λυών, ο αιδεσιμότατος Μπαρμπαρέν.
 
Με δεδομένη τη μικρή επιρροή της παραδοσιακής δεξιάς, οι διαδηλωτές θα επιχειρήσουν να δημιουργήσουν ομάδες πίεσης ώστε να αποσπάσουν δεσμεύσεις από την αντιπολίτευση. Έτσι γεννήθηκε το Κίνημα του Τσαγιού στην Αμερική. Και έτσι αποδυναμώθηκε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.