του Βαγγέλη Γεωργίου

Σαστισμένα τα μέλη του συμβουλίου υπουργών της ΕΟΚ είχαν λάβει στα σοβαρά τις διαβεβαιώσεις των Τούρκων στρατιωτικών: οι τελευταίοι υπόσχονταν πως σύντομα θα αποκαθιστούσαν την λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στη χώρα σεβόμενοι και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Λίγες μέρες πριν, στις 12 Σεπτεμβρίου του 1980, ο στρατηγός Κενάν Εβρέν ανέλαβε να φέρει τη χώρα στον «ίσιο δρόμο» με τη μεταλλική πυγμή των όπλων. Ήταν η μοναδική λύση που γνώριζαν οι Τούρκοι για να επιλύουν εσωτερικές κρίσεις ήδη από τη δεκαετία του 1950. Πράγματι τη δεκαετία του 1970 η κατάσταση είχε ξεφύγει από τα χέρια των πολιτικών και μια εθνική ταχυκαρδία είχε κυριεύσει το εμφυλιοπολεμικό τουρκικό έθνος. Αριστεριστές, ακροδεξιοί και Κούρδοι αγωνιστές μάχονταν μεταξύ τους με φόντο την άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας και την διεθνή κατακραυγή της για την εισβολή στην Κύπρο. Μόνο μέσα στο 1980 είχαν σημειωθεί 5.000 πολιτικές δολοφονίες. Ο Στρατός για τρίτη φορά μέσα σε 20 χρόνια θα έπαιρνε την κατάσταση στα οπλισμένα χέρια του.

Η αρχή «business as usual» μεταξύ ΕΟΚ και Τουρκίας 

Ενώ λοιπόν οι συλλήψεις πολιτών και υπόπτων ανέρχονταν σταδιακά σε εκατοντάδες χιλιάδες, οι πραξικοπηματίες ένιωθαν εξαιρετικά τυχεροί που οι Βρυξέλλες ουσιαστικά καλωσόρισαν το στρατιωτικό τους καθεστώς, χαρίζοντας του το προνόμιο της αμφιβολίας (benefit of the doubt) που συνεπαγόταν αποφυγή καταδίκης του και συνέχιση των οικονομικών συμφωνιών. Οι Τούρκοι στρατιωτικοί θα καρπώνονταν κανονικά τα ευρωπαϊκά κονδύλια του 3ου χρηματοδοτικού Πρωτοκόλλου του 1979.
https://www.thepressproject.gr/photos/d71474708541.jpgΕνώ μέχρι το 1981 τα ταμεία ενός δικτατορικού καθεστώτος θα απορροφούσαν 385 εκατ. ζεστές Ευρωπαϊκές Λογιστικές Μονάδες (ΕΛΜ) του 3ου χρηματοδοτικού Πρωτόκολλου (δηλαδή $540.000.000) η δημοκρατική Ελλάδα, που απολάμβανε υποτίθεται προνόμια πλήρους μέλους της ΕΟΚ, ήλπιζε να εισπράξει από το Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης έστω 100 εκατ. ΕΛΜ (6 δισ. δραχμές). Φαίνεται ότι για τον χαμογελαστό Γενικό Διευθυντή Εξωτερικών Σχέσεων της ΕΟΚ Pierre Duchâteau το ζήτημα της δημοκρατίας δεν είχε μεγάλη σημασία. Δεν είχαν περάσει ακόμα 3 μήνες από το πραξικόπημα και σε επίσκεψή του στην Τουρκία, δήλωνε «πολύ ικανοποιημένος» από τις επαφές που έκανε με τους χουντικούς. Ο ίδιος εξηγούσε με ειλικρίνεια τους λόγους της χαράς του τονίζοντας ότι «η Τουρκία έχει μεγάλη ανάγκη ξένων κεφαλαίων και επενδύσεων. Υποδεχθήκαμε πολύ θετικά τον νέο κανονισμό της κυβερνήσεως προς ενθάρρυνση του ξένου κεφαλαίου. Θα ήταν αναγκαίο και πολύ χρήσιμο να οδηγηθούν προς την Τουρκία ορισμένες επενδύσεις δια της οδού του κανονισμού αυτού(..) Είναι πολύ θετικά και σωστά τα σχέδια και οι τομείς για τους οποίους διατέθηκαν τα 105 εκατομμύρια δολάρια της ειδικής πιστώσεως».

Στις διεθνείς σχέσεις δεν υπάρχουν φιλίες παρά μόνο συμφέροντα, ενώ οι αξίες περιθωριοποιούνται. Οι Ευρωπαίοι αποδέσμευα από το αφελές ευρωπαϊκό ιδεώδες την «δημοκρατία» ως προαπαιτούμενο σύσφιξης θεσμικών σχέσεων με ένα κράτος. Ο «δημοκράτης» Duchâteau έδειξε εντυπωσιακά γενναιόδωρος στους Τούρκους δημοσιογράφους δηλώνοντας εκ μέρους όλων των Ευρωπαίων, συμπεριλαμβανομένων πια και των Ελλήνων, ότι «δεν τασσόμαστε υπέρ ασκήσεως πιέσεων για την ανακοίνωση ενός χρονοδιαγράμματος επί του θέματος επανόδου στη Δημοκρατία». Αυτό, έλεγε, θα το αποφασίσει το τουρκικό έθνος αποσιωπώντας όμως ότι στην Τουρκία ποτέ μέχρι τότε δεν αποφάσιζε το σύνολο των πολιτών που συγκροτεί ένα έθνος, δηλαδή ο λαός. Τον Duchâteau και τους υπόλοιπους γραφειοκράτες των Βρυξελλών όμως δεν τους ενδιέφεραν αυτά παρά  μόνο να διασφαλίσουν ότι δεν θα παραβιαζόταν η αρχή «business as usual» των Δυτικών έναντι της Τουρκίας. Οι δυνάμεις της αγοράς, τις οποίες αναδείκνυε η λειτουργία της ΕΟΚ, χρειάζονταν πολιτική ηρεμία και ευκαιρίες «επενδύσεων» με οποιοδήποτε τρόπο ακόμα και με γεμάτες φυλακές και τεθωρακισμένα σε κάθε γωνιά των πόλεων. Η δικτατορία δημιούργησε ακριβώς τις «σημερινές συνθήκες» έλεγε ο Duchâteau ώστε να καθίσταται «πολύ σημαντική η δημιουργία μιας νέας σειράς σχέσεων που θα αποδίδει μεγαλύτερη βαρύτητα στον οικονομικό, τεχνικό και εμπορικό τομέα». 

Εμείς πιστεύουμε στην ανάγκη όπως κατά την δύσκολη αυτή περίοδο της Τουρκίας να συνεχισθούν άνευ διακοπής οι οικονομικές και εμπορικές σχέσεις

Pierre DuchâteauΟι Υπουργοί λοιπόν περίμεναν, η Κομισιόν έκανε μπίζνες με τον Εβρέν αλλά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που ήταν ο μοναδικός θεσμός που δίνει μια ελάχιστη γεύση δημοκρατικότητας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, τι έκανε; Ήδη το διάστημα 1975-1980 πριν δηλαδή το πραξικόπημα, δεν είχε κατατεθεί ούτε μια πρόταση ψηφίσματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την χαοτική κατάσταση στην αυταρχική Τουρκία. Την πενταετία 1980-1985 ψηφίστηκαν μόλις 11 προτάσεις ψηφίσματος σχετικά με τα ατομικά δικαιώματα στην Τουρκία ενώ κατατέθηκαν πάνω από 20 προτάσεις ψηφίσματος στην Ευρωβουλή. Οι αριθμοί δεν είναι πάντα αντιπροσωπευτικοί του πραγματικού και ουσιαστικού ενδιαφέροντος.
 

«Δημοκρατικό το πραξικόπημα του Εβρέν» λένε Ευρωβουλευτές

Τον Φεβρουάριο του 1981 μετέβη στην Τουρκία μια ειδική αντιπροσωπεία του Ευρωκοινοβουλίου, κατόπιν άδειας της τουρκικής κυβέρνησης. Παρουσιάστηκε όμως ένα μικρό πρόβλημα. Όταν έφθασε η ομάδα στην Τουρκία δεν κατάφερε να δει ούτε καν τα μέλη της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Τουρκίας-ΕΟΚ διότι απλούστατα βρίσκονταν στις φυλακές. Ήταν ένα χαστούκι στους αφελείς Ευρωπαίους από το καθεστώς Εβρέν. Η ΕΟΚ διατηρούσε Κοινοβουλευτική Επιτροπή με ένα κράτος που δεν διέθετε κοινοβούλιο και του οποίου τα μέλη από πλευράς Τουρκίας ήταν φυλακισμένα. Η σκανδαλώδης στάση όμως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποτυπώθηκε όταν τον Απρίλιο του 1981 από τους 434 ευρωβουλευτές μόνο 51 -οι μισοί εκ των οποίων Έλληνες- ψήφισαν υπέρ πρότασης παγώματος των σχέσεων ΕΟΚ και Τουρκίας εάν οι χουντικοί δεν αποκαθιστούσαν τη δημοκρατία στη χώρα. Κατά παραφωνία με τους Έλληνες Ευρωβουλευτές – οι μοναδικοί ίσως που τηρούσαν ορθή στάση έναντι της Τουρκίας – ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών Κωνσταντίνος Μητσοτάκης την επ’ αύριον του πραξικοπήματος και λίγο πριν του δείξει την έξοδο από τον υπουργικό θώκο ο ελληνικός λαός, δεν ήθελε να πάει αντίθετα στο ευρωπαϊκό ρεύμα λέγοντας στον Ιρλανδό ομόλογό του πως «η χώρα μας όχι μόνο δεν δημιουργεί προβλήματα στη στρατιωτική κυβέρνηση της Άγκυρας αλλά της παρέχει διακριτική ανοχή, αν όχι υποστήριξη». Οι «πολιτισμένοι» ευρωπαϊστές και ευρωπαίοι έδιναν ένα κατ’ επίφαση διαφορετικό νόημα στον όρο δημοκρατία. Στην εξωφρενική ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος του 1980-81 αναφέρεται μάλιστα ότι η στρατιωτική κυβέρνηση του Εβρέν είναι «γνήσια δημοκρατική» (genuinely democratic one) που, αντί να καταδικαστεί, θα έπρεπε να ενισχυθεί οικονομικά και πολιτικά(!).

Οι Τούρκοι στρατηγοί σίγουρα εκτιμούσαν τη συγκινητική συμπαράσταση του Γάλλου Ευρωβουλευτή, Jean-Francois Pintat, και μέλους της Αντιπροσωπείας στη Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΟΚ-Τουρκίας, όταν μετά από ταξίδι του στην Τουρκία το καλοκαίρι του 1981 δήλωσε πως πρέπει να διατηρηθούν οι σχέσεις ΕΟΚ-Τουρκίας μέσα στο πλαίσιο της Συμφωνίας Συνδέσεως, αναγνωρίζοντας την «αναγκαιότητα επεμβάσεως του στρατού, καθόσον η τρομοκρατία οδήγησε Τουρκία στην αναρχία».

Υποτίθεται ότι οι ευρω-τουρκικές σχέσεις δεν περνούσαν τις καλύτερες στιγμές τους αλλά παρόλα αυτά οι Ευρωβουλευτές συνέχισαν να πραγματοποιούν «επαγγελματικά» ταξίδια στη δικτατορική χώρα. Οι Έλληνες διπλωμάτες γνώριζαν, προς μεγάλη τους απογοήτευσή τους μάλλον, ότι πολλοί Ευρωπαίοι ήταν εκείνοι που αποδέχονταν τις προσκλήσεις του οικοδεσπότη Εβρέν με «αφορμή συμμετοχή σε κάποιο σεμινάριο ή επίσκεψη κάποιου χώρου που έχει σχέση με τα άμεσα ενδιαφέροντα του ευρωβουλευτή». Η πραγματικότητα όμως είναι ακόμα πιο απογοητευτική: οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι της ΕΟΚ προσγειώνονταν με το αεροπλάνο στην Τουρκία για καθαρά ψυχαγωγικούς ή τουριστικούς λόγους. Οι «ανήσυχοι» ευρωβουλευτές απολάμβαναν -προφανώς με έξοδα της χούντας- τις ανέσεις των ξενοδοχείων και των παροχών των Τούρκων τη στιγμή που εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες βασανίζονταν στις φυλακές και στα αστυνομικά τμήματα ενώ 1.683.000 άνθρωποι βρίσκονταν στη μαύρη λίστα του καθεστώτος.  Το ειρωνικό είναι ότι πολλοί εκ των ευρωβουλευτών που αρνήθηκαν να δεχτούν την πρόσκληση του καθεστώτος δεν το έπραξαν επειδή ήθελαν να μποϋκοτάρουν, ως δημοκράτες, ένα δικτατορικό καθεστώς αλλά επειδή άλλοι συνάδελφοί ευρωβουλευτές τους ενημέρωσαν ότι «έμειναν ικανοποιημένοι από τις ανέσεις που βρήκαν»(!). Τους Ευρωπαίους, όχι όλους, τους ενδιέφερε ο σεβασμός των δημοκρατικών δικαιωμάτων μόνο στο βαθμό που διατηρούνταν κάπως τα προσχήματα «λόγω γνωστής ευαισθησίας κοινής γνώμης των χωρών τους».

Έπρεπε να έρθει ο Ιανουάριος του 1982, για να αποφασίσουν οι Ευρωπαίοι με βαριά καρδιά να παγώσουν τη Συμφωνία της Άγκυρας μέσω της οποίας η Τουρκία χρηματοδοτείτο, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι τα κράτη μέλη της ΕΟΚ δεν συνέχισαν απρόσκοπτα τις οικονομικές τους συναλλαγές με την χώρα. Η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου δεν είχε καμία ισχύ. Απλά ήταν μια απόφαση οριακής πλειοψηφίας σε ένα μεγάλο δωμάτιο από κάποιους ανθρώπους με γραβάτες. Σχεδόν οι μισοί Ευρωβουλευτές δεν επιθυμούσαν διακοπή βοήθειας προς τον Εβρέν. Εδώ θέλει προσοχή: Η Συμφωνία Σύνδεσης (οικονομική συμφωνία Τουρκίας-ΕΟΚ με απώτερο σκοπό την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΟΚ) δεν πεταγόταν στον κάλαθο των αχρήστων, απλά η ΕΟΚ θα εξακολουθούσε να εφαρμόζει τους όρους που εξυπηρετούσαν φυσικά τις ευρωπαϊκές οικονομίες αναστέλλοντας απλά την οικονομική βοήθεια με το πρόσχημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Βέβαια αυτή η απόφαση του Ευρωκοινοβούλιου ήταν ουσιαστικά λευκή επιταγή, καθώς όπως έλεγε ένας πρώην Τούρκος ΥΠΕΞ «οι απόψεις των κυβερνήσεων χωρών ΕΟΚ δεν συμπίπτουν με την απόφαση» του ευρωκοινοβουλίου. 
https://www.thepressproject.gr/photos/d61474708334.jpgΟ Τούρκος έλεγε την αλήθεια. Λίγους μήνες μετά ο Γερμανός Αντικαγκελάριος Χανς-Ντίτριχ Γκένσερ θα ακύρωνε την καθυστερημένη ευρω-απόφαση για πάγωμα των σχέσεων, όταν θα δήλωνε σε επίσκεψή του στην Τουρκία, την απόφαση της χώρας του να βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση της Τουρκίας φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να ξεστομίσει και το ανεκδιήγητο πυροτέχνημα ότι «η Τουρκία θα μπορέσει να ενταχθεί στην ΕΟΚ το 1986».

Δημοκρατική ή όχι, η Τουρκία αποτελούσε μια σημαντική αγορά που απορροφούσε διαρκώς τα ευρωπαϊκά προϊόντα. Τη δεκαετία του 1980 οι εισαγωγές στην Τουρκία αυξήθηκαν κατά 183%. Μεταξύ του 1981 και 1987 οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ της Κοινότητας και της Τουρκίας υπερδιπλασιάστηκαν με την Κοινότητα να παραμένει ο κύριος πελάτης της Τουρκίας. Αντίστοιχα η Τουρκία μέχρι το 1986 θα αποτελούσε τον 16ο καλύτερο πελάτη των Ευρωπαίων. Η γερμανική στήριξη στους πραξικοπηματίες αλλά και στα διάδοχα αντιδημοκρατικά καθεστώτα ήταν πράγματι τόσο απροκάλυπτη που στον πρώην υπουργό οικονομικών του Εβρέν, Τουργκούτ Οζάλ, , επιφυλάχτηκε μεγαλοπρεπή υποδοχή κατά τη διάρκεια ιδιωτικής επίσκεψης στη Γερμανία. Η τελευταία διατηρώντας μια προνομιακή σχέση με την Τουρκία παρείχε οικονομική και στρατιωτική βοήθεια για τη δημιουργία πολεμικής βιομηχανίας και πυρηνικών σταθμών. Κάποιοι απεγνωσμένοι Ευρωβουλευτές, όπως ο Staes, διαμαρτύρονταν για την προκλητική φιλοτουρκική στάση των Γερμανών.

Von Hassel: Ένας «πατέρας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» από τις υπηρεσίες του Χίτλερ σε εκείνες του Εβρέν

Δεν είχαν περάσει λίγοι μήνες από την απόφαση για πάγωμα των σχέσεων Τουρκίας-ΕΟΚ, όταν τον Ιούλιο του 1982 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε ένα φιλικό προς το καθεστώς Εβρέν σχέδιο απόφασης (πρόταση ψηφίσματος), που είχε υποβάλλει ο διάσημος Γερμανός Χριστιανοδημοκράτης Kai-Uwe von Hassel. Η στήριξη του Von Hassel προς το φασιστικό καθεστώς της Τουρκίας δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό, καθότι ο έφεδρος υπολοχαγός Kai-Uwe von Hassel είχε παρασημοφορηθεί από την χιτλερική Γερμανία για την  πολύτιμη προσφορά του στην στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών Abwehr, υπο τον διαβόητο ναύαρχο Φον Κανάρη, στη διάρκεια του Β’ΠΠ. Μεταπολεμικά ο Αντενάουερ ανέθεσε στον ταλαντούχο von Hassel το γερμανικό Υπουργείο Αμύνης το οποίο σήμερα στην επίσημα ιστοσελίδα του αποφεύγει να αναφέρει έστω μία λέξη για την στρατιωτική θητεία του κατά τον Β’ΠΠ. 

https://www.thepressproject.gr/photos/d51474708185.jpgΑριστερά ο ευρωβουλευτής Kai-Uwe von Hassel λίγες μέρες πριν ετοιμάσει τις βαλίτσες του για την Τουρκία τον Μάιο του 1981. Επιστρέφοντας θα εισηγούνταν τη στήριξη της «δημοκρατικής» χούντας από την ΕΟΚ. Δεξιά ο υπολοχαγός von Hassel τις δοξασμένες μέρες του πολέμου φέροντας τον Σιδηρού Σταυρό Β’ τάξης (®Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- ®Konrad-Adenauer-Stiftung).Ο von Hassel, κατά τ’ άλλα σπουδαία φιγούρα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ήταν ο άνθρωπος που σε εισήγησή του χαρακτήρισε το τουρκικό πραξικόπημα «πραγματικά δημοκρατικό»(!). Ακόμα και η μοναδική παράγραφος του ψηφίσματος που κουνούσε κάπως το δάχτυλο στον Εβρέν, σχετικά με την απάνθρωπη μεταχείριση των Κούρδων από το στρατιωτικό καθεστώς, απαλείφθηκε έπειτα από τροπολογία που κατέθεσε ένας άλλος φιλοχουντικός Γερμανός ο Egon A. Ο Klepsch ήταν πανίσχυρος ηγέτης του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος από τη δεκαετία του 1970 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ήταν ένας ακραιφνής φιλότουρκος, ιδανικός σύμμαχος του Εβρέν στην ΕΟΚ και οπωσδήποτε το κόκκινο πανί για την ελληνική διπλωματία των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. 
https://www.thepressproject.gr/photos/d41474708088.jpg

Επιστροφή στη δημοκρατία: συνέχιση της δικτατορίας με άλλα μέσα

Οι πρώτες εκλογές που διεξήχθησαν το 1983, υπό την άδεια και εποπτεία του στρατηγού Εβρέν, χαιρετίστηκαν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως «επιστροφή στη δημοκρατία», χωρίς να δώσουν οι δημοκρατικά εκλεγμένοι ευρωβουλευτές  σημασία στις σκανδαλώδεις συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκαν. Το Συμβούλιο της Ευρώπης, ένας διεθνής οργανισμός ειδικά φτιαγμένος για την ευρωπαϊκή ενοποίηση και την δημοκρατική ανάπτυξη, θεώρησε ότι οι εκλογές εκείνες αρκούσαν για να θεωρείται η χώρα δημοκρατική και δέχτηκε την Τουρκία να επιστρέψει στα έδρανα της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης.

Ήδη το Σύνταγμα που κατήρτισε το στρατιωτικό καθεστώς το 1982 αποτελούσε σαφή απόδειξη τι «εκδημοκρατισμό» της εθνικής ζωής προωθούσαν οι Τούρκοι. Ενδεικτικά, ενισχύονταν  δυσανάλογα η εκτελεστική εξουσία, θεσμοθετώντας παράλληλα και τον ρόλο του Στρατού στη λήψη αποφάσεων σε ζητήματα ασφαλείας, περιθωριοποιώντας τα πολιτικά κόμματα. Ουσιαστικά νομιμοποιούνταν η λογοκρισία ώστε να «προστατευτεί η νέα γενιά από επικίνδυνες ιδεολογίες και να παρεμποδιστούν οι ψευδείς διαδόσεις ειδήσεων που θα ζημίωναν την οικονομική ζωή της χώρας» εξηγώντας την εξαφάνιση και βασανισμό πολλών δημοσιογράφων. Στον εργασιακό δε τομέα απαγορεύονταν οι καταλήψεις εργασιακών χώρων και οι απεργίες για πολιτικούς σκοπούς ενώ παραχωρούνταν το δικαίωμα lockout στους εργοδότες (βλ. Η Τουρκία σήμερα, Πολιτεία, κοινωνία, οικονομικά, εξωτερική πολιτική, θρησκεία, Παπαζήσης, 1995). Ιδανικές συνθήκες για επενδύσεις των μεγαλοεργοδοτών. Για ένα τέτοιο κράτος «δικαίου» λοιπόν υπήρχε η πρόταση στην ΕΟΚ να χορηγηθεί από τους κοινοτικούς θεσμούς επιπλέον οικονομική βοήθεια ύψους 3,6 δις βελγικών φράγκων για στρατιωτικούς και επιστημονικούς σκοπούς(!).

Ένα μεγάλο «yaşasın» στην ΕΟΚ

Τον Ιούνιο του 1984 το μηνιαίο περιοδικό Info-Turk που εκδιδόταν στις Βρυξέλλες αποτύπωνε σατυρικά πλην δραματικά την ευρωπαϊκή στάση στο καθεστώς: «Επιτέλους έφτασαν οι διακοπές…». Παντού στη Βόρεια Ευρώπη κυκλοφορούν διαφημιστικά με φανταχτερά χρώματα που εγκωμιάζουν τις ηλιόλουστες μεσογειακές χώρες που συναγωνίζονται η μία την άλλη για να υποδεχτούν ξένους τουρίστες. Ανάμεσά τους είναι και η Τουρκία. Μια χώρα που έχει επανενταχτεί, μετά από διάλειμμα 3 χρόνων, στο Συμβούλιο της Ευρώπης με την πεποίθηση πως «το χρονοδιάγραμμα που χαράχτηκε από την προηγούμενη στρατιωτική κυβέρνηση για επαναφορά της δημοκρατίας έγινε επίσημα σεβαστό».  Εφόσον οι Ευρωπαίοι αναπληρωτές καλωσόρισαν τους Τούρκους συναδέλφους τους ως εκπροσώπους της “Ευρωπαϊκής δημοκρατίας”,  άραγε γιατί θα έπρεπε [πλέον] ένας δημοκράτης Ευρωπαίος να διστάζει να περάσει ευχάριστες καλοκαιρινές διακοπές σε αυτό τον ηλιόλουστο παράδεισο για τουρίστες; Δεν υπάρχει πια λόγος να αισθάνονται τύψεις ότι συνεισφέρουν σε ένα δικτατορικό καθεστώς αφήνοντάς του χρήματα… Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης χιλιάδες Ευρωπαίοι δημοκράτες θα καυχώνται στον ήλιο των τουρκικών ακτών και την ώρα που θα το απολαμβάνουν στην ίδια ακριβώς χώρα περισσότεροι από 20.000 πολιτικοί κρατούμενοι θα συνεχίσουν να υποφέρουν από τις απάνθρωπες συνθήκες των τουρκικών φυλακών, πολλοί από αυτούς θα πηγαινοέρχονται από τις φυλακές στα στρατιωτικά δικαστήρια και κάποιοι που καταδικάστηκαν ήδη σε θάνατο θα βρεθούν στο ικρίωμα…».

Το ζήτημα δηλαδή εδώ δεν ήταν μόνο πόσο θα έπρεπε να πολεμήσει η δημοκρατική Ευρώπη τη δικτατορική Τουρκία αλλά πως η γραφειοκρατική ευρωπαϊκή δημοκρατία χειραγώγησε την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ώστε να διατηρήσει τα προνομιακά σημεία των οικονομικών σχέσεων με την Τουρκία αναστέλλοντας στην πορεία την οικονομική βοήθεια προς την Τουρκία. Με λίγα λόγια η ΕΟΚ ήθελε να της κοστίσει όσο το δυνατόν λιγότερο γινόταν η προνομιακή σχέση της με την Τουρκία. Φυσικά τα επι μέρους μέλη της ΕΟΚ ακολούθησαν το δικό τους δρόμο (π.χ. Γερμανία) αποδεικνύοντας ότι τα εθνικά συμφέροντα δύσκολα ομαδοποιούνται υπό μία σημαία. Είναι άλλη μια ιστορία πως η «δημοκρατική» Ευρώπη εργαλειοποίησε μια δικτατορία τρίτης χώρας εν ονόματι τη δημοκρατίας. Μόνο που κανένα ιστορικό εγχειρίδιο σε κανένα σχολείο χώρας μέλους της ΕΕ δεν θα αναφέρει μία γραμμή. Η δημοκρατία μαθαίνεται «παπαγαλία».