Το Σάββατο συνεδριάζει το  Washington Group στο περιθώριο συνεδρίασης των υπουργών Οικονομικών των 7 μεγάλων οικονομιών του πλανήτη (G7 – Καναδάς, ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία και Βρετανία). Θα επιχειρηθεί να γεφυρωθούν οι διαφορές ανάμεσα σε Ευρωπαίους και ΔΝΤ για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.

Στόχος της συνεδρίασης είναι να υπάρξει συμφωνία για το χρέος και να ξεκαθαριστεί το αν το ΔΝΤ θα συμμετέχει με χρηματοδότηση στο τρίτο ελληνικό μνημόνιο. Το Ταμείο έχει ζητήσει να πέσουν στο τραπέζι ποσοτικοποιημένα μέτρα, καθώς σε διαφορετική περίπτωση δεν θα συμμετέχει. Αξιωματούχος του ΔΝΤ έχει δηλώσει πως αν αυτό δεν συμβεί μέχρι τις 4 Ιουνίου, το Ταμείο θα κλείσει οριστικά την πόρτα για συμμετοχή.

Κομισιόν, ΕΚΤ και ΔΝΤ συντάσσουν τις εκθέσεις βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, οι οποίες περιλαμβάνουν και τα στοιχεία για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου του 2018, θα μπορούν να οριστικοποιηθούν με πρώτο στόχο την συνεδρίαση του EWG της επόμενης Πέμπτης, αλλά και την συνάντηση με την Συμμετοχή του ΔΝΤ που ακολουθεί στις 11-12 Ιουνίου. Υπενθυμίζεται ότι το Ταμείο εκτιμά πως το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο έως το 2030, αλλά σύμφωνα με τις αναλύσεις του στη συνέχεια «υπερτερούν οι αρνητικοί παράγοντες και θεωρείται μη βιώσιμο».

Δεν καίγονται για το ΔΝΤ οι Ευρωπαίοι

Παρά το ότι χώρες της Ευρωζώνης, με επικεφαλής την Γερμανία, ζητούν την συμμετοχή του Ταμείου στο πρόγραμμα, δεν προτίθεται να κάνουν τις υποχωρήσεις που θέλει το ΔΝΤ. Όπως υποστηρίζει ρεπορτάζ της Süddeutsche Zeitung, οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ (CDU) και οι  Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) δείχνουν να μην επιμένουν πλέον για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο τρίτο ελληνικό μνημόνιο. Ο κοινοβουλευτικός τους εκπρόσωπος για θέματα προϋπολογισμού Έκχαρντ Ρέμπεργκ, ευχαρίστησε το Ταμείο για την μέχρι τώρα προσφορά του, επισημαίνοντας πως δεν είναι απαραίτητη η συνέχεια της συμμετοχής του. «Σε περίπτωση που το ΔΝΤ για να συμμετάσχει οικονομικά επιμείνει να προχωρήσουν οι Ευρωπαίοι σε υψηλή ελάφρυνση χρέους, όπως και διαφαίνεται, τότε αυτό δύσκολα μπορεί να γίνει αποδεκτό», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ο Γερμανός υπουργός Όλαφ Σολτς, δήλωσε την Πέμπτη ότι «περιμένουμε τις τελικές εκτιμήσεις του ΔΝΤ για το χρέος, ώστε να πάρουμε τις αποφάσεις μας στα τέλη του Ιουνίου» και πρόσθεσε ότι δεν βιάζονται και δεν προτίθενται να κάνουν σημαντικές υποχωρήσεις στα όσα απαιτεί το Ταμείο.

Ψευτοδιλήμματα  για την «μεταμνημονιακή εποχή»

Στις τάξεις των δανειστών υπάρχουν διαφωνίες και για την περίοδο μετά τον Αύγουστο στην Ελλάδα, καθώς υπάρχουν αυτοί που επιθυμούν να ακολουθηθεί μια προληπτική γραμμή πίστωσης και αυτοί που ζητούν ένα πλαίσιο ενισχυμένης εποπτείας.

Ο εκπρόσωπος της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στην τρόικα, Φραντσέσκο Τρούντι, έχει ξεκαθαρίσει πως η Τράπεζα επιθυμεί να εφαρμοστεί στην Ελλάδα προληπτικό πρόγραμμα με αυστηρούς και αποτελεσματικούς όρους. «Ένα ισχυρό πλαίσιο μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος θα μείωνε επίσης τους κινδύνους από απρόσμενες διαταραχές. Από τη σκοπιά της νομισματικής πολιτικής, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι χρειάζεται ένα ορθά καθορισμένο πρόγραμμα (επίσης προληπτικού χαρακτήρα), με αυστηρούς και αποτελεσματικούς όρους, προκειμένου η ΕΚΤ να διατηρήσει την παρέκκλιση (waiver) σχετικά με την επιλεξιμότητα των ελληνικών κρατικών ομολόγων για όσο διάστημα οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις παραμένουν χαμηλότερες του επενδυτικού βαθμού».

Αντίθετα με την γραμμή της ΕΚΤ, η Κομισιόν έχει ταχθεί μέσω του προέδρου της Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ υπέρ μιας «καθαρής εξόδου» που θα ακολουθηθεί από ένα αυστηρό πλαίσιο εποπτείας, το οποίο θα διάρκεια 5 – 10 ετών και θα διασφαλίζει ότι η Ελλάδα θα ακολουθεί πιστά τις μνημονιακές μεταρρυθμίσεις που επιθυμούν οι δανειστές. 

Από την πλευρά του, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) δεν έχει πάρει ξεκάθαρη θέση για την «μεταμνημονιακή εποχή» της Ελλάδας, αλλά επιμένει να τονίζει πως η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις που της έχουν επιβάλει οι δανειστές, χωρίς να έχει περιθώριο αποκλίσεων.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Ρόλφ Στράους, ξεκαθάρισε την Πέμπτη ότι υπάρχουν πολλά ακόμα που πρέπει να γίνουν, καθώς η Ελλάδα έχει νομοθετήσει διαθρωτικές αλλαγές που ακόμη δεν τις έχει εφαρμόσει ακόμα και υπογράμμισε ότι «η εθνική οικειοποίηση των μεταρρυθμίσεων βελτιώνει σαφώς τα αποτελέσματα του προγράμματος, συμβάλλει στην εδραίωση της αξιοπιστίας και διευκολύνει την πρόσβαση στις αγορές».