Μας μιλά για το ελληνικό κοινό, το πάθος του με το γράψιμο και μας δίνει τις προτάσεις του!
Το ελληνικό κοινό δεν είναι και το πιο… διαβαστερό. Ποιοι είναι οι λόγοι που εικάζετε ότι ευθύνονται για αυτό;
Το ελληνικό κοινό διαβάζει περισσότερο από ό,τι του αναγνωρίζουμε- παρόλα αυτά λιγότερο από όσο στο εξωτερικό. Δυστυχώς το βιβλίο δεν γίνεται συνήθεια από την παιδική μας ηλικία: στην οικογένεια, στο σχολείο, αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινότητας. Νομίζω ότι οι νέοι γονείς και οι νέοι εκπαιδευτικοί κάνουν προσπάθειες να το αλλάξουν αυτό, αλλά πρέπει να υπάρξει ανάλογη, συγκροτημένη κίνηση από τους ανθρώπους του βιβλίου.
Τι σημαίνει για τη ζωή σας το γράψιμο;
Το γράψιμο είναι μέρος της ρουτίνας μου από τότε που ήμουν δεκαοχτώ. Όποιες κι αν είναι οι υποχρεώσεις, ό,τι κι αν μου συμβαίνει, θα πρέπει να βρω κάποιο χρόνο για να δουλέψω. Είναι απαραίτητη διαδικασία αποσυμπίεσης από την πραγματικότητα. Προσπαθώ να εκμεταλλευτώ τον ελεύθερο χρόνο όπως και όπου μπορώ. Με τον υπολογιστή στις αίθουσες αναμονής αεροδρομίων και τραίνων, σε σημειωματάρια περιμένοντας να συναντήσω τους φίλους μου, ακόμα και κομμένες σελίδες που έκρυβα στις τσέπες όταν ήμουν στο στρατό.
Ο αγαπημένος σας εν ζωή Έλληνας λογοτέχνης;
Η Κάθοδος των 9 του Θανάση Βαλτινού αποτέλεσε υπαρξιακή αποκάλυψη για μένα. Μου φανέρωνε τα όρια στα οποία μπορεί να φτάσει η γραφή. Όταν το διάβασα, στα δεκαοχτώ, αποφάσισα ότι ήθελα να γίνω συγγραφέας. Μέσα σε ένα μήνα διάβασα και ό,τι άλλο είχε εκδώσει ο Βαλτινός ως τότε. Εντυπωσιάστηκα από το έργο του επειδή ενώ αρχικά η μεγαλύτερη ικανότητά του ήταν στην απόδοση του λιτού, λαϊκού λόγου (Κάθοδος των 9, Συναξαρι Αντρέα Κορδοπάτη) μέσα από σύντομα αφηγήματα, δεν παγιδεύτηκε στην ευκολία αλλά τόλμησε να περάσει σε μεταμοντέρνες συνθέσεις στις οποίες ο αναγνώστης πρέπει να ανακαλύψει ποια είναι η ιστορία και η Ιστορία (Τρία ελληνικά μονόπρακτα, Στοιχεία από τη δεκαετία του ’60, Ορθοκωστά). Ο ίδιος παραμένει ακμαίος, δημιουργικός και εμπνευσμένος στα ογδόντα τρία, δημοσιεύοντας πρόσφατα δύο από τα καλύτερα βιβλία του, τον Ανάπλου και τον Τελευταίο Βαρλάμη.
Ποιοι βιβλίο -που προφανώς δεν είναι δικό σας- θα θέλατε να έχετε γράψει και γιατί;
Ο Συλλέκτης, του John Fowles δεν είναι το καλύτερο βιβλίο που έχω διαβάσει, δεν είναι το αγαπημένο μου βιβλίο, δεν είναι το βιβλίο που με έχει επηρεάσει περισσότερο. Αλλά ναι, αυτό θα ήθελα να έχω γράψει. Επειδή είναι ένα λογοτεχνικό αριστούργημα που μπορεί να διαβαστεί και σαν θρίλερ, προσιτό στον κάθε αναγνώστη και ταυτόχρονα πρωτοποριακό. Ένα συνολικά υπέροχο βιβλίο από το οποίο δε λείπει τίποτα.
Έρχεται καλοκαίρι. Ποια 5 βιβλία θα συνιστούσατε σε όλους να πάρουν μαζί τους;
Θα ξεκινήσω με τρία βιβλία νέων Ελλήνων συγγραφέων που έχουν ήδη ταράξει τα νερά. Αποτελούν τρεις διαφορετικές αναγνώσεις της εποχής μας. Ο Γιάννης Τσίρμπας στη Βικτώρια δεν υπάρχει (Νεφέλη) φτιάχνει ένα μοναδικό αντιήρωα που μας υπενθυμίζει τον ρατσισμό που κρύβεται στον πυρήνα της νεοελληνικής κοινωνίας. Όσοι διαβάσουν το Μια χαρά του Χρίστου Κυθρεώτη (Πατάκης) θα καταλάβουν γιατί ο συγγραφέας του θεωρείται ο καλύτερος νέος Έλληνας διηγηματογράφος, χάρη στο άψογα δουλεμένο ύφος του και την ιλιγγιώδη εξέλιξη των ιστοριών του. Ο Καρυότυπος (Κίχλη) του Άκη Παπαντώνη είναι μια λεπτοδουλεμένη μελέτη πάνω στη μοναξιά με ήρωα έναν από τους σύγχρονους ακαδημαϊκούς μετανάστες στην Ευρώπη. Για όποιον θέλει να ξεφύγει από τη μυθοπλασία θα πρότεινα την πρόσφατη Αδύνατη επανάσταση (Αλεξάνδρεια) του Πολυμέρη Βόγλη, μια σύγχρονη επεξεργασία του εμφυλίου πολέμου μακριά από τις συνήθεις δαιμονοποιήσεις που τόσο έχουν ταλαιπωρήσει την ακαδημαϊκή κοινότητα και την κοινωνία. Καλοκαίρι είναι, δεν θα μπορούσα να παραλείψω το «So long, Marianne» της Κάρι Χεστχάμαρ από τις εκδόσεις Ποταμός. Η ιστορία της Μαριάνε Ιλέν που ενέπνευσε τον Λέοναρντ Κοέν να γράψει ένα από τα πρώτα του αριστουργήματα, η ιστορία του Λέοναρντ Κοέν, η ιστορία της Ύδρας τη δεκαετία του ’60. Ένα βιβλίο για την τόλμη να πετυχαίνεις αποτυγχάνοντας μεγαλειωδώς.
Είστε υποψήφιος διδάκτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο με αντικείμενο τη μνήμη του ελληνικού Εμφυλίου. Κατά πόσο πιστεύετε ότι η ελληνική κοινωνία έχει “ξεπεράσει” εκείνες τις μέρες;
Οι διαιρέσεις του ελληνικού Εμφυλίου μάλλον έχουν ξεπεραστεί σήμερα αφού νέες τομές έρχονται να διχάσουν την ελληνική κοινωνία. Δίπολα όπως το μνημονιακό-αντιμνημονιακό και το ευρωπαϊκό-αντιευρωπαϊκό κυριαρχούν στο δημόσιο λόγο και στον τρόπο που καθένας από εμάς κατασκευάζει συμμαχίες και αντιπαλότητες. Βέβαια, σε συμβολικό επίπεδο ο Ελληνικός Εμφύλιος επανέρχεται διαρκώς, άλλοτε με τα συνθήματα «Βάρκιζα τέλος» πριν από λίγα χρόνια, αλλού με αναφορές σε ταγματασφαλίτες και ξένους οικονομικούς κατακτητές. Δεν θα απέδιδα, όμως, αυτή τη χρήση σε μια διαρκή επικαιρότητα του εμφυλίου. Είναι μάλλον λεκτικά πυροτεχνήματα που θυμίζουν τις κατά καιρούς κατηγορίες για «νενέκους» δύο αιώνες μετά την επανάσταση του ’21.
Τέλος. Αισιόδοξος για το αύριο;
Υπάρχει μια κινέζικη κατάρα που λέει «είθε να ζήσεις σε ενδιαφέροντες καιρούς». Δεν είμαι αισιόδοξος, αλλά δεν θα είναι και αδιάφοροι οι καιροί που θα ζήσουμε.