της Ελευθερίας Αλαβάνου 

Χτυπάω το κουδούνι δυο-τρεις φορές. Κοιτάζω από κάτι μικρά παράθυρα δίπλα στην πόρτα, ένα φωτισμένο δωμάτιο γεμάτο βιβλία. Το σκυλί γαυγίζει δυνατά αλλά δεν φαίνεται να ακούει κανείς. Η πόρτα ανοίγει τελικά, η Μαρία Παπαγιάννη κρατάει σταθερά από το λουρί ένα μεγάλο λυκόσκυλο που συνεχίζει να γαυγίζει. «Δεν ακούγαμε το κουδούνι, η είσοδος που χρησιμοποιούμε είναι από την άλλη πλευρά». Έχω καθυστερήσει, οπότε προχωρούμε με γρήγορο βήμα προς τα μέσα για να ξεκινήσουμε τη συνέντευξη. Ένα μικρό σαλόνι, στο κέντρο ακριβώς του δωματίου ένα πιάνο με ουρά, στριμωγμένο σε μία γωνία το γραφείο, γύρω γύρω βιβλία. «Θάνο… έλα». Ένας γελαστός άντρας μπαίνει στο δωμάτιο, ανταλλάσσουμε δυνατή χειραψία. Είναι απόγευμα Τετάρτης.     

Πώς προέκυψε η ιδέα να γίνουν παραμύθια τα ποιήματα του Καββαδία;

ΜΠ: Να ξεκινήσω εγώ;

ΘΜ: Παρακαλώ…

ΜΠ: O Θάνος μού έλεγε συχνά «έλα να δείξουμε στα παιδιά όλες αυτές τις εικόνες που μας γεννάει η ποίηση του Καββαδία μ’ έναν τρόπο παραμυθένιο». Έτσι ξεκίνησε αυτή η δουλειά, που είναι ένα μουσικό παραμύθι με αφετηρία τη μελοποίηση του Θάνου πάνω στην ποίηση του Καββαδία.

ΘΜ: Αρχικά υπήρχε μια αμηχανία. Σκεφτόμασταν… Να φτιάξουμε ένα παραμύθι με αρχή, μέση, τέλος και τα τραγούδια να μπαίνουν εμβόλιμα; Μήπως να επιλέξουμε 13 τραγούδια πάνω στον Καββαδία και να γράψουμε 13 διαφορετικές ιστορίες; Ταλαιπωρηθήκαμε πολύ μέχρι να αποφασίσουμε. Κάποια στιγμή η Μαρία είπε «δεν βγάζουμε άκρη, αρχίζω και γράφω» κι έτσι άρχισε να διαμορφώνεται το τοπίο. Εν τέλει γίνεται λίγο κι από τα δύο. Στο πρώτο μέρος της παράστασης διαδραματίζεται μια ιστορία που ξεκινάει απ’ το παρόν αλλά μεταφέρεται στο παρελθόν -κάπου στα τέλη του 19ου αιώνα. Πρόκειται για την ιστορία ενός Μαλέου ναυτικού, του Νακαχαναμόκο, η οποία «διακόπτεται» από τα τραγούδια μου πάνω στον Καββαδία. Η όλη δράση υποστηρίζεται από ηθοποιούς και τραγουδιστές που λειτουργούν παράλληλα και ως αφηγητές-παραμυθάδες.

Συμμετέχετε κι εσείς;

ΘΜ: Κι εγώ, ναι… Με όλους τους δυνατούς ρόλους! Το πρώτο μέρος, λοιπόν, είναι η ιστορία του Νακαχαναμόκο, που έχει αρχή, μέση και τέλος. Στο δεύτερο μέρος το σκηνικό αλλάζει, καθώς παρουσιάζουμε πέντε αυτόνομα παραμύθια που γεννήθηκαν από πέντε διαφορετικά τραγούδια πάνω στον Καββαδία.

Η αγάπη του κ. Μικρούτσικου για τον Καββαδία είναι ξεκάθαρη. Η δική σας σχέση με τον ποιητή ποια είναι;

ΜΠ: Όταν ο Θάνος μού εξέφρασε την πρόταση να κάνουμε αυτη την παράσταση για το Μέγαρο, έπαθα πανικό. Κι αυτό γιατί αγαπούσα πάντα τη δουλειά του, μου άρεσε πολύ και ο Καββαδίας, επομένως έπρεπε να αναμετρηθώ με δύο μύθους: τα τραγούδια του Θάνου αλλά και την ίδια την ποίηση του Καββαδία. Αποφάσισα να μην κάνω σχολιαστικά κείμενα, δεν μπήκα δηλαδή στη διαδικασία να εξηγήσω στα παιδιά τι εννοούν τα ποιήματα. Ο σουρεαλιστικός κόσμος και οι εικόνες του Καββαδία αποτέλεσαν κάθε φορά την αφορμή για να γεννηθεί μία νέα ιστορία. Στόχος μας δεν είναι μέσα από αυτή την παράσταση τα παιδιά να μάθουν την ποίηση του Καββαδία, αλλά να έρθουν σε μία πρώτη επαφή και το καθένα, ανάλογα με την ωριμότητά του, να πάρει στις αποσκευές του φεύγοντας κάποιες εικόνες. Άλλος λιγότερες, άλλος περισσότερες.

ΘΜ: Πέρα από την προσωπικότητα του κάθε παιδιού, αυτό εξαρτάται και από τους γονείς και τους δασκάλους. Ποια κατεύθυνση θα δώσουν εκείνοι στα παιδιά μετά από αυτό το πρώτο ερέθισμα με την ποίηση. Και η Μαρία και εγώ αλλά και όλοι οι βασικοί συνεργάτες της παράστασης θεωρούμε ότι δεν πρέπει να κάνουμε καμία έκπτωση, κανένα «σκόντο» στη δουλειά μας, επειδή απευθυνόμαστε σε παιδιά. Θέλαμε να κάνουμε κάτι μακριά από το ‘αχ κουνελάκι, κουνελάκι’. Να μείνουμε στο πνεύμα έργων όπως η Λιλιπούπολη, που σε επίπεδο φόρμας είναι πολύ πιο πάνω από τον μέσο όρο των τραγουδιών για ενηλίκους. Κάτι που να βρίσκεται στην ίδια τροχιά με το παιδικό θέατρο της Ξένιας Καλογεροπούλου.

Δυσκολευτήκατε να γράψετε ένα έργο για παιδιά; 

ΜΠ: Εγώ γράφω βιβλία για παιδιά, δεν ξέρω αν είναι δυσκολότερο από το να γράφεις για μεγάλους. Πάντως σίγουρα είναι ιδιαίτερος ο τρόπος που προσεγγίζεις ένα παιδί. Όπως είπε και ο Θάνος, δική μας προσπάθεια είναι να μην απλοποιήσουμε τα πράγματα, να μην κάνουμε μία τέχνη που να «παιδικίζει». Τα παιδιά έχουν μεγάλη ευρύτητα φαντασίας και κατανοούν με τον τρόπο τους ό,τι ακούν και ό,τι διαβάζουν. Η δυσκολία όταν γράφεις λογοτεχνία για παιδιά, είναι ότι μπαίνεις στον πειρασμό να αυτολογοκριθείς. Όμως πάντα καταλήγω στο ίδιο συμπέρασμα, ότι τα παιδιά σε αγαπούν όταν τους λες την αλήθεια.

ΘΜ: Υπάρχουν βέβαια και κάποια απαγορευμένα θέματα. Ένα ποίημα του Καββαδία μιλάει για τον «Γουίλι»…

ΜΠ: … αυτό το τραγούδι είναι το μόνο που αλλάξαμε.

ΘΜ: Το «δώσ' του λίγη απ' την άσπρη σκόνη» έγινε «δώσ’ του ό,τι τραβάει η ψυχή του». Τέτοιες μικροαλλαγές μπορεί να υπάρχουν, αλλά αυτά είναι πταίσματα. Το βασικό τοπίο και η ουσία της ποίησης του Καββαδία, δεν αλλάζουν.

Κ. Μικρούτσικε, γιατί αποφασίσατε να επιστρέψετε στο έργο σας πάνω στη μελοποίηση του Καββαδία;

ΘΜ: Η σχέση μου με τον Καββαδία δεν είναι απλή. Στην Ελλάδα από την εποχή του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη, έχουν γραφτεί εξαιρετικοί κύκλοι τραγουδιών. Αυτή η δουλειά διαφέρει, όχι με την έννοια της αξίας, αλλά γιατί έχει αγκαλιαστεί από τρεις διαφορετικές γενιές. Τους σημερινούς εξηντάρηδες, τους σαραντάρηδες και τους εικοσάρηδες. Εάν ρωτήσεις έναν συνειδητό εικοσάρη σήμερα θα σου πει ότι «αυτά είναι τα τραγούδια μας». Κι αυτό συμβαίνει γιατί πρόκειται για μουσική εν εξελίξει. Ο Σταυρός του Νότου εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1979. Αν πάρεις τη δουλειά όπως εκδόθηκε το ’79 θα δεις πόσο αλλάζουν τα τραγούδια μέσα στο χρόνο. Όχι ως προς την ενορχήστρωση. Αλλάζουν μελωδικά, ρυθμικά και αρμονικά. Αυτός είναι ο ένας λόγος που η εκάστοτε νέα γενιά κάνει το έργο «δικό της». Αλλά ο ουσιαστικότερος δεν είναι αυτός. Πριν τη μελοποίησή μου, ο Καββαδίας θεωρούνταν ένας θαλασσογράφος ποιητής. Η μελοποίηση ανέδειξε τις κρυμμένες πλευρές του ποιητικού του λόγου. Το πρόσχημα ήταν η θάλασσα για να πει ο Καββαδίας κάποια πράγματα, όπως ότι οι άνθρωποι, ιδίως οι νέοι, πρέπει να κάνουν τα αδύνατα δυνατά σε μια βάρβαρη κοινωνία όπως η δικιά μας και να ονειρεύονται συνεχώς. Να ξεπερνούν τις δυνατότητές τους, να σπρώχνουν τα όριά τους κι αν αξίζει τον κόπο να βρίσκονται σε αυτόν τον πλανήτη, να προσπαθούν να κατακτήσουν το αδύνατο. Στις συναυλίες που δίνω, υπάρχουν παιδιά που φορούν μπλούζες με τυπωμένο το «… την ανεξήγητη γραφή να λύσω πολεμώ, που σου χαράξαν πειρατές Κινέζοι στις λαγόνες». Γι΄αυτό συνεχίζω να καταπιάνομαι με τον Καββαδία. Και γιατί μέσα μου εξελίσσεται μουσικά αλλά κυρίως, επειδή τον αγαπούν οι νέοι.

Info: «Ταξιδεύοντας με τον Σταυρό του Νότου». Τραγουδούν οι Χρήστος Θηβαίος, Κώστας Θωμαΐδης, Ρίτα Αντωνοπούλου, Άννα Λινάρδου, Θάνος Μικρούτσικος, παίζουν οι Θύμιος Παπαδόπουλος (πνευστά), Νίκος Τουλιάτος (κρουστά), Θάνος Μικρούτσικος (πιάνο). Συμμετέχουν οι ηθοποιοί Χρήστος Μαλάκης και Νικόλας Αγγελής. Οι χορογραφίες είναι της Σεσίλ Μικρούτσικου. Στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, Βασ. Σοφίας και Κόκκαλη, Αθήνα στις 22, 23, 26, 27, 28, 29 και 30 Δεκεμβρίου.

H εκπομπή ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ (ΕΡΤ), αφιερώνει ένα επεισόδιο στη ζωή και το έργο του Νίκου Καββαδία: «Άνθρωποι του πνεύματος μιλούν για τις προσωπικές στιγμές του ποιητή, την πορεία του στον κόσμο της ποίησης, τη σχέση του με τους λογοτέχνες της εποχής του, αλλά και την απήχησή του στη σημερινή νεοελληνική λογοτεχνική πραγματικότητα. Παρεμβάλλεται πλούσιο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό ενώ ακούγονται αποσπάσματα από μελοποιημένα ποιήματά του».