Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Real Fm», δήλωσε ότι η κυβέρνηση υλοποίησε κορυφαίες και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στον τομέα της ασφάλισης και των συντάξεων. «Η κυβέρνηση υλοποίησε κορυφαίες, αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες πρέπει να συνεχιστούν στη χώρα και σε αυτές εννοώ οπωσδήποτε την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, την ενοποίηση όλων των ταμείων σε ένα, με ενιαίους κανόνες για όλους τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους».
Σύμφωνα με την υπουργό, οι μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσε η σημερινή κυβέρνηση, κινήθηκαν σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από τις παρεμβάσεις της περιόδου 2012-2014, η οποία «συνοδεύτηκε από πάρα πολλά μέτρα συμπίεσης της εργασίας, μέσα από μία αντίληψη που έλεγε ότι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας θα επέλθει με τη μείωση των μισθών και την περικοπή ευρύτερων δικαιωμάτων των εργαζομένων. Αυτή την αντίληψη η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εξαρχής είχε πει ότι δεν την υιοθετεί και ότι τη θεωρεί, πέρα από κοινωνικά ολέθρια και οικονομικά αναποτελεσματική και αυτό αποδείχτηκε. Το 2012, που έγινε η μεγάλη περικοπή του κατώτατου μισθού, την αμέσως επόμενη χρονιά εκτινάχτηκε η ανεργία στο 28%».
«Να δημιουργήσουμε κίνητρα στις επιχειρήσεις»
Υποστήριξε πως η πραγματική ανεργία μειώθηκε κατά 7% τα τελευταία 3,5 χρόνια, επισημαίνοντας ότι πλέον το 70% των εργαζόμενων δουλεύουν με πλήρη απασχόληση και στόχος της κυβέρνησης είναι να δημιουργήσουν κίνητρα στις επιχειρήσεις, ενισχύοντας ταυτόχρονα τη θέση των εργαζόμενων.
«Έχουμε αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων, δηλαδή πραγματική ενίσχυση του αριθμού των ανθρώπων που εργάζονται. Επίσης, σύμφωνα με τα ετήσια δεδομένα για τις νέες θέσεις εργασίας που έχουν δημιουργηθεί, το 70% είναι πλήρους εργασίας και το 30% είναι μερικής απασχόλησης. Πρέπει να επενδύσουμε στο πώς θα δημιουργήσουμε κίνητρα στις επιχειρήσεις, αλλά και θα ενισχύσουμε τους εργαζόμενους, για να συνάπτονται συμβάσεις πλήρους εργασίας. Θεωρώ σημαντική σε αυτήν την κατεύθυνση την προσπάθεια για την καταπολέμηση της υποδηλωμένης εργασίας».
«Πυρηνικό στοιχείο του προγράμματος η αύξηση του κατώτατου μισθού»
Η Ε. Αχτσιόγλου τόνισε ότι η κυβέρνηση δεν υιοθετεί την κοινωνικά ολέθρια και οικονομικά αναποτελεσματική αντίληψη μείωσης των μισθών και την περικοπή των εργασιακών δικαιωμάτων, που εφάρμοσαν οι προκάτοχοι τους, καθώς η αύξηση του κατώτατου μισθού αποτελεί πυρηνικό στοιχείο του προγράμματος τους.
«Η κυβέρνηση ουδέποτε συμφώνησε ή αποδέχτηκε αυτή την αντίληψη της εσωτερικής υποτίμησης και μάλιστα ήδη από νωρίς έθεσε στο τραπέζι ξανά τα ζητήματα των εργασιακών. Σε αυτά υπήρξε συμφωνία, το υπογραμμίζω αυτό, με τους εταίρους, αναφορικά με την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας στη χώρα. Υπήρξε συμφωνία, καταθέσαμε δηλαδή στοιχεία, συζητήσαμε, διαπραγματευτήκαμε, αποδείξαμε σε αρκετά μεγάλο βαθμό και την ορθότητα των επιχειρημάτων μας και καταλήξαμε στο να επαναφέρουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στη χώρα. Ομοίως, η αύξηση του κατώτατου μισθού η οποία είναι επίσης πυρηνικό στοιχείο του δικού μας προγράμματος, είναι κάτι που θα έπρεπε να λάβει χώρα στην Ελλάδα, διότι από το 2012 είναι καθηλωμένος σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο. Ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει η αύξηση θα λάβει υπόψη όλα τα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας και τυχόν επιπτώσεις που μπορεί να έχει στους διάφορους δείκτες, προκειμένου να γίνει με έναν σοβαρό και τεκμηριωμένο τρόπο».