Στη συνεδρίαση της Παρασκευής 11/11, ο Π. Γκούτης, ελασματουργός στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος που ήταν ανάμεσα στους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ που δέχτηκαν τη δολοφονική επίθεση του τάγματος εφόδου της Χρυσής Αυγής το Σεπτέμβρη του 2013 στο Πέραμα αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην αγριότητα και το μένος της επίθεσης που δέχτηκαν.
Στόχος ήταν να χτυπηθεί το ταξικό κίνημα
Στην κατάθεση του, ο Π. Γκούτης τόνισε πως στόχος των χρυσαυγιτών ήταν να πλήξουν το ταξικό κίνημα και όχι απλά να χτυπηθεί ο πρόεδρος του Συνδικάτου, καθώς το σωματείο της «ζώνης» αρνούνταν τις εντολές των εργολάβων.
«Στόχος ήταν το κίνημα, το ταξικό να χτυπηθεί όχι απλά ο Πρόεδρος (σ.σ: του συνδικάτου, ο Σ. Πουλικογιάννης). Δεν γίνεται να μην ήξερε ο Λαγός και η ηγεσία της ΧΑ πως θα δεχθεί επίθεση το ΚΚΕ. Μετά την επίθεση μηνύματα που αντάλλασσε Λαγός και Δεβελέκος παντού στς εφημερίδες και διαδίκτυα.
Είμαστε ένα Σωματείο που αντιδρούσε. Δεν ερχόταν ο εργολάβος να μας πει 'παιδιά να πέσουν τα μεροκάματα και εμείς να πούμε “μάλιστα ο,τι πείτε”….αν ήταν έτσι δεν θα μας πείραζε κανείς…ούτε η ΧΑ, όλοι θα ήταν μια χαρά. Ο Λαγός στο βίντεο έλεγε για το απόστημα του ΠΑΜΕ που πρέπει να φύγει. Και πως φεύγει ένα απόστημα; με νυστέρι. Έτσι οργανώθηκε η δολοφονική επίθεση με σκοπό να σκοτώσουν».
Είχε άλλη τύχη ο Παύλος Φύσσας
Ο Π. Γκούτης αναφέρθηκε και στη δολοφονική επίθεση στον Πάυλο Φύσσα, ο οποίος «δεν είχε την ίδια τύχη με εμάς». Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, ο μάρτυρας και οι σύντροφοί του πρόλαβαν να αμυνθούν, να προστατευθούν πέφτοντας ο ένας πάνω στον άλλον, όμως λίγες ημέρες μετά «ο Παύλος Φύσσας, που και σε αυτόν επιτέθηκαν τάγματα εφόδου, δεν είχε την ίδια τύχη με εμάς».
Αναφερόμενος στη βραδιά της επίθεσης, τόνισε πως οι χρυσαυγίτες τους αιφνιδίασαν. Ήρθαν σαν τις γάτες, δεν ακουγόταν τίποτα, απλά εμφανίστηκαν και ακούστηκε μία φωνή “πού είναι ο Πουλικόγιαννης”. Μας περικύκλωσαν. Ήταν σε τρεις σειρές: μπροστά οι ροπαλοφόροι, από πίσω αυτοί με τις “ιδιοκατασκευές”, τα αυτοσχέδια κοντάρια με τις μεταλλικές απολήξεις, και πίσω οι πιτσιρικάδες, οι οποίοι μόλις έλαβαν διαταγή μας πέταξαν 3-4 μεγάλες πέτρες».