Την έντονη ανησυχία του για την αύξηση φαινομένων ρατσιστικής βίας, τόσο ως προς τον διαρκώς αυξανόμενο αριθμό των περιστατικών, όσο και ως προς τον τρόπο δράσης και την ένταση της βίας που ασκείται, εκφράζει ο Συνήγορος του Πολίτη, ο οποίος αναλαμβάνει πρωτοβουλία διαβούλευσης με τους αρμόδιους φορείς
Ο Συνήγορος, στο σχετικό πόρισμά του, κάνει λόγο για οργανωμένη και συστηματική δράση ακραίων ομάδων, οι οποίες επικαλούμενες το αίσθημα ανασφάλειας πολλών πολιτών, επιδίδονται σε επιθέσεις κατά μελών ευπαθών ή αποκλεισμένων κοινωνικών ομάδων (αλλοδαπών, Ρομά κτλ.).
«Η ανοχή ή ακόμη και η μερική έστω αποδοχή των ενεργειών αυτών από τμήματα του πληθυσμού», τονίζει ο Συνήγορος, «εντείνει τον προβληματισμό για το φαινόμενο». Καλεί, ταυτόχρονα, τους αρμόδιους φορείς «να μην επιτρέψουν την ανάπτυξη οργανωμένων εγκληματικών θυλάκων οι οποίοι εκμεταλλεύονται τα κενά που δημιουργεί η ολιγωρία ή και αδράνεια του κρατικού μηχανισμού».
Συγκεκριμένα, ο Συνήγορος του Πολίτη διαπιστώνει αυξημένα περιστατικά οργανωμένης και συστηματικής χρήσης βίας – με στόχο κυρίως αλλοδαπούς – από ομάδες με ακραία ιδεολογικά χαρακτηριστικά, που χρησιμοποιούν ως πρόσχημα την προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας για να διαπράττουν σοβαρές εγκληματικές πράξεις και να προτρέπουν σε γενικευμένη αυτοδικία.
«Η χρήση βίας πλήττει θεμελιώδη δικαιώματα και απειλεί να οδηγήσει σε ένα “φαύλο κύκλο” κλιμάκωσης των βίαιων περιστατικών ένθεν κακείθεν και πρόκλησης ομαδικών συγκρούσεων, με τελικό αποτέλεσμα τη σοβαρή διασάλευση της κοινωνικής συνοχής και ειρήνης» τονίζεται.
Ο Συνήγορος υπενθυμίζει ότι η τήρηση της νομιμότητας, η προστασία των δικαιωμάτων και η καταπολέμηση των διακρίσεων αποτελούν θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου. Επιπλέον, το έννομο αγαθό της δημόσιας ασφάλειας προσδιορίζεται κατά περιεχόμενο από τη διασφάλιση του ατομικού δικαιώματος στην ασφάλεια κάθε προσώπου, έλληνα και αλλοδαπού που διαμένει στην ελληνική επικράτεια. Η βία, και κυρίως η ρατσιστική, αποτελεί την πιο αποκρουστική μορφή εγκληματικής συμπεριφοράς, επειδή στοχοποιεί κατά κανόνα, την διαφορετικότητα, και εκμεταλλεύεται την αδυναμία και τον κοινωνικό αποκλεισμό του θύματος.
«Η ανεξάρτητη αρχή», καταλήγει ο Συνήγορος του Πολίτη, «έχει επανειλημμένα επισημάνει την ανάγκη λήψης συνδυαστικών μέτρων και συντονισμένων ενεργειών για την αντιμετώπιση του φαινομένου της ρατσιστικής βίας, καθώς και των αιτίων που το προκαλούν, ιδίως σε περιοχές στις οποίες ομάδες του πληθυσμού που έχουν περισσότερο πληγεί από την κρίση συμβιώνουν με άλλες κοινωνικά ευάλωτες ομάδες».
Ο Συνήγορος ζητεί από την κυβέρνηση να αναλάβει όχι μόνο νομοθετικές πρωτοβουλίες αλλά και συγκεκριμένο αστυνομικό σχεδιασμό για την αποτελεσματική άσκηση από τη δημοκρατική πολιτεία της αποκλειστικής συνταγματικής αρμοδιότητας και υποχρέωσης για την ασφάλεια κάθε προσώπου. Προτίθεται μάλιστα να αναλάβει άμεσα πρωτοβουλίες σ' αυτή την κατεύθυνση, σε διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς.