της Φραγκίσκας Μεγαλούδη
Με αφορμή πρόσφατο άρθρο γνωστού δημοσιογράφου είναι καλό να δωθούν λίγα στοιχεία για τις συνθήκες διαμονής αλλά και το νομικό καθεστώς των Σύριων προσφύγων προτού επιχειρήσουν το ταξίδι στην Ευρώπη. Ίσως έτσι οι λόγοι που ωθούν τους ανθρώπους στις βάρκες να γίνουν λίγο πιο κατανοητοί.
Ας ξεκινήσουμε με αριθμούς.
Από το 2011 που άρχισε η κρίση στην Συρία και σταδιακά μετατράπηκε σε μια εμφύλια διαμάχη (την οποία τροφοδοτούν εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες) ο αριθμός των νεκρών υπολογίζεται σε 220,000. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι δεν υπάρχει δυνατότητα να εξακριβωθεί ο αριθμός αυτός.
Τα Ηνωμένα Έθνη ήδη από το 2014 σταμάτησαν να δημοσιεύουν δικές τους εκτιμήσεις καθώς δεν μπορούσαν να διασταυρώσουν τα στοιχεία. Ο τελικός αριθμός των νεκρών υπολογίζεται από τα στοιχεία που δίνει η κυβέρνηση της Συρίας, και ομάδες παρατηρητών- προσκείμενες στην συριακή αντιπολίτευση – οι οποίες έχουν ως έδρα το εξωτερικό αλλά διαθέτουν συνεργάτες και ακτιβιστές μέσα στη χώρα. Αυτές είναι: το Κέντρο Καταγραφής Παραβιάσεων (Violations Documentation Center VDC), το Συριακο Δίκτυο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Syrian Network for Human Rights SNHR), το Συριακό Παρατηρήτηριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Syrian Observatory for Human Rights SOHR), και το Συριακό κέντρο για Στατιστική και Ερευνα (Syrian Center for Statistics and Research (SCSR).
Οι περισσότεροι Σύριοι έχουν εκτοπιστεί εσωτερικά περισσότερες από δυο φορές καθώς αρχικά αναζήτησαν προστασία σε γειτονικές πόλεις και συγγενείς τους σε περιοχές που θεωρούνταν ακόμα ασφαλείς. Ο αριθμός των εσωτερικά εκτοπισμένων –αυτών δηλαδή που έχουν φύγει από τα σπίτια τους αλλά παραμένουν στη Συρία- υπολογίζεται στα 7,6 εκατομμύρια ενώ ο αριθμός εκείνων που έφυγαν στις γειτονικές χώρες, Τουρκία, Λίβανο, Ιορδανία και Ιράκ ξεπερνάει τα 4 εκατομμύρια.
Πριν τον πόλεμο η Συρία είχε πληθυσμό 23 εκατομμύρια και ήταν χώρα μεσαίου εισοδήματος. Σήμερα περισσότεροι από τους μισούς, 12,5 εκατομμύρια άνθρωποι δεν μπορούν να επιβιώσουν χωρίς ανθρωπιστική βοήθεια. Το 50 % των παιδιών δεν πάει πια σχολείο, ο μισός πληθυσμός που είναι ακόμα στη Συρία δεν έχει νερό και ηλεκτρικό -όχι μόνο επειδή δεν έχει χρήματα άλλα κυρίως γιατί ο πόλεμος έχει καταστρέψει το 50% των υποδομών ύδρευσης και ηλεκτροδότησης.
Κάτι που ίσως αγνοεί το ευρύ κοινό είναι ότι στη Συρία υπήρχαν 12 προσφυγικοί καταυλισμοί που στέγαζαν 560,000 Παλαιστίνιους πριν τον πόλεμο. Σήμερα έχουν παραμείνει στη χώρα 450,000 παλαιστίνιοι οι οποίοι έχουν εκτοπιστεί σε διάφορα σημεία. Η περίπτωση τους είναι ιδιαίτερα δύσκολη καθώς δεν αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες όπως οι Σύριοι. Η Ιορδανία έκλεισε τα σύνορα της σε Παλαιστίνιους της Συρίας ήδη από τις αρχές του πολέμου ενώ ο Λίβανος το έκανε τον Μάιο του 2015. Συνολικά 80,000 Παλαιστίνιοι της Συρίας έχουν καταφύγει στην Τουρκία, το Λίβανο, την Ιορδανία και την Αίγυπτο με την ελπίδα να περάσουν στην Ευρώπη. Σχεδόν όλοι ζουν υπό την απειλή απέλασης στη Συρία λόγω της ιδιαίτερης περίπτωσης τους.
Οι πρώτοι που δέχτηκαν Σύριους πρόσφυγες ήταν όπως είναι αναμενόμενο οι άμεσοι γείτονες, η Ιορδανία, ο Λίβανος, η Τουρκία, και σε μικρότερους αριθμούς το Ιράκ και η Αίγυπτος. Συνήθως οι Σύροι που κατέφυγαν στις γύρω περιοχές το έκαναν είτε γιατί τα οικονομικά τους δεν τους επέτρεπαν να πληρώσουν τα ποσά των διακινητών για Ευρώπη –τα πρώτα χρόνια ειδικά οι τιμές ήταν τριπλάσιες των σημερινών- είτε γιατί πίστευαν ότι ο πόλεμος θα τελειώσει και θα επιστρέψουν σχετικά σύντομα.
Στην Ιορδανία έχουν βρει καταφύγιο 629,000 Σύριοι πρόσφυγες. Η Ιορδανία είναι μια από τις χώρες με τα μικρότερα απόθέματα νερού παγκοσμίως και αντιμετωπίζει χρόνιες ελλείψεις ενώ χάνει κάθε χρόνο 76 δισεκατομμύρια λίτρα νερού από διαρροές λόγω του απαρχαιωμένου συστήματος ύδρευσης. Το Ζααταρι ο μεγαλύτερος καταυλισμός προσφύγων στην Ιορδανία στεγάζει πάνω από 80,000 ανθρώπους και έχει εξελιχθεί στην τέταρτη πόλη της χώρας. Ενώ ξεκίνησε ως πρότυπο καταυλισμού, η κατάσταση έχει αλλάξει με εσωτερικές ομάδες που ελέγχουν τμηματικα τον καταυλισμό και συχνά μάχονται μεταξύ τους για τον έλεγχο των περιοχών τους.
Η χώρα διαθέτει τέσσερις καταυλισμούς στους οποίους μένει όμως μόνο το 20% των προσφύγων. Το υπόλοιπο 80% μένει σε πόλεις κυρίως στα βόρεια της Ιορδανίας. Ενώ αρχικά οι ντόπιοι είδαν τους πρόσφυγες θετικά-και λογω των πολύχρονων εμπορικών σχέσεων μεταξύ ων δύο χωρών- η κατασταση άλλαξε σταδιακά. Η Ιορδανία αδυνατώντας να αντιμετωπίσει τις ροές πήρε μια σειρά μέτρων. Απο τον Απρίλιο του 2012 απαγόρεψε την είσοδο σε Παλαιστίνιους της Συρίας και όποιος εντοπιζόταν επαναπροωθούνταν πίσω στην Συρία.
Και ενώ τον Οκτώβριο του 2014 δεχόταν καθημερινά χιλιάδες Σύριους, τον τελευταίο χρόνο δεν έχουν καταγραφεί ροές γεγονός που σημαίνει ότι ανεπίσημα η Ιορδανία έχει κλείσει τα σύνορα της στους Σύριους. Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι στη συριακή πλευρά των συνόρων με την Ιορδανία έχουν αυξηθεί οι αυτοσχέδιοι καταυλισμοί ανθρώπων που παραμένουν εκεί με την ελπίδα να περάσουν απέναντι.
Η κυβέρνηση της Ιορδανίας τον Ιούλιο του 2014 ζήτησε από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ να μην δίνει πιστοποιητικό αιτούντος ασύλου σε Σύριους πρόσφυγες που δεν μένουν σε καταυλισμούς ή δεν έχουν άδεια από την κυβέρνηση να εγκαταλείψουν τον καταυλισμό. Αυτό είχε σοβαρές συνέπειες για το μισό εκατομμύριο προσφύγων που ζει εκτός καταυλισμών. Χωρίς το πιστοποιητικό δεν μπορούν να ζητήσουν προστασία από την Υπατη Αρμοστεία αλλά ουτε και να έχουν πρόσβαση σε διανομή φαγητού ή χρημαιτκής βοήθειας από τον ΟΗΕ και τις ΜΚΟ ενώ η νομοθεσία απαγορεύει σε κάθε Σύρο πρόσφυγα να εργαστεί.
Οι Σύριοι λοιπόν έχουν είτε την «επιλογή» να μείνουν σε κυβερνητικούς καταυλισμούς από τους οποίους όμως απαγορεύεται να βγουν ή να παραμείνουν χωρίς προστασία μέσα στις πόλεις όπου προσπαθούν να επιβιώσουν στην απόλυτη φτώχεια, πληρώνοντας εξωπραγματικά ενοίκια και ζώντας υπο τον φόβο της επαναπροώθησης στη Συρία.
Ο Λίβανος, μια χώρα με πληθυσμό 4 εκατομμυρίων ανθρώπων, έχει δεχτεί αυτη τη στιγμή σχεδόν 2,2 εκατομμύρια Σύριους πρόσφυγες. Αρχικά ο Λίβανος προσπάθησε να μείνει αμέτοχος και δεν θέσπισε επίσημα στρατόπεδα ενώ άρχισε να καταγράφει πρόσφυγες μόλις το 2014. Οι περισσότεροι Σύριοι στο Λίβανο μένουν σε πρόχειρους ημιεπίσημους καταυλισμούς χωρίς παροχές ή διασκορπισμένοι μεσα στις πόλεις.
Δεν έχουν δικαίωμα να εργαστούν ενω΄όσοι είναι ήδη στο Λίβανο και επισκέπτονται τις οικογένειες τους στη Συρία δεν τους επιτρέπεται η είσοδος ξανά. Ο Λίβανος επιτρέπει στους Σύριους να καταγραφούν στην Ύπατη Αρμοστεία ως αιτούντες ασύλου μόνο εαν κάνουν υπεύθυνη δήλωση ότι δεν θα εργαστούν στη χώρα. Ακόμα και εκείνοι που ήδη είναι εκεί και εργάζονται για να ανανεωθούν οι άδειες τους χρειάζεται να δηλώσουν ότι θα διακόψουν την εργασία τους.
Όλοι είναι υποχρεωμένοι να ανανεώνουν την άδεια παραμονής κάθε χρόνο της οποίας το αντίτιμο διπλασιάστηκε και κοστίζει πλεον 200 δολάρια ενω απαιτείται επίσημη άδεια από τον ιδιοκτήτη του σπιτιού το οποίο ενοικιάζει ο πρόσφυγας και η οποία κοστίζει μεταξύ 250 και 400 δολάρια Το απότέλεσμα είναι και εδω η συντριπτική πλειοψηφία των ¨Συριων που έχουν καταφύγει στο Λίβανο να ζει υπο καθεστώς φόβου, δουλεύοντας παράνομα, χωρις πρόσβαση σε υγεία και εκπαίδευση αλλά και με τον φόβο της επαναπροώθησης.
Η Τουρκία μοιράζεται με την Συρία σύνορα μήκους 900 χιλιομέτρων και έχει δεχτεί σχεδόν δύο εκατομμύρια πρόσφυγες. Η χώρα θέσπισε 22 κυβερνητικούς καταυλισμους στους οποίους όμως διαμένει το 30 % των προσφύγων. Οι υπόλοιποι είναι διασκορπισμένοι μέσα στις πόλεις. Η Τουρκία έχει υπογράψει τη σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες αλλά το άρθρο της «γεωγραφικής εξαίρεσης» ορίζει ότι η χώρα υποχρεούται να παράσχει άσυλο μόνο σε πρόσφυγες από Ευρωπαικά κράτη. Παρόλα αυτά η Τουρκία θέσπισε καθεστώς προσωρινής προστασίας στους Σύρους πρόσφυγες κάτι που εμποδίζει την απέλαση τους αν και τεχνικά δεν θεωρούνται πρόσφυγες.
Η πλειοψηφία των προσφύγων στην Τουρκία αν και δεν αντιμετωπίζει τα ίδια προβλήματα με εκείνους στις γειτονικές χώρες, ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Οι περισσότεροι εργάζονται σε χειρωνακτικές εργασίες μαζεύοντας χρήματα με σκοπό να περάσουν στην Ευρώπη και να φέρουν αργότερα τις οικογένειες τους. Άλλοι έχουν συγγενείς εκεί ή ελπίζουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους ή τουλάχιστον να ξεφύγουν από τον εγκλωβισμό χωρίς προοπτική στους καταυλισμούς των γειτονικών χωρών.
Ένα μεγάλο ποσοστό προσφύγων που διαμένουν σε καταυλισμούς είναι γυναίκες και παιδιά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι χώρες όπως η Ιορδανία πλέον επιτρέπει μόνο σε γυναίκες και παιδιά να μπουν στη χώρα αλλά και στο ότι για τους άντρες είναι σχετικά πιο εύκολο να βρουν παράνομη χειρωνακτική εργασία στις πόλεις, εκτός καταυλισμών.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είτε έφτασαν στην Τουρκία, τον Λίβανο ή την Ιορδανία το 2011 ή το 2015, είτε ήρθαν απευθείας από τη Συρία είτε πρώτα πέρασαν από 2-3 ενδιάμεσες χώρες, είναι πρόσφυγες και δικαιούνται διεθνούς προστασίας.
Φυσικά θα ήταν λάθος να ισχυριστεί κάποιος ότι αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη έρχονται μόνο Σύριοι πρόσφυγες. Ανάμεσα τους θα βρει κανείς Παλαιστίνιους της Συρίας, Ιρακινούς (ας μην ξεχνάμε τα δύο εκατομμύρια προσφύγων από την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ), Κούρδους, Αφγανούς, ορισμένους Ιρανούς, Πακιστανούς, ή ακόμα και από το Μπαγκλαντές και την υποσαχάρια Αφρική. Αυτοί απότελούν συνολικά το 30% των ανθρώπων που προσπαθούν να περάσουν στην Ευρώπη. Το αν δικαιούνται διεθνούς προστασίας είναι ένα θέμα που διχάζει- καθώς για κάποιουςς είναι απλώς μετανάστες για άλλου είναι θύματα της απόλυτης φτώχειας η οποία είναι το ίδιο φονική με τον πόλεμο.
Το ζήτημα όμως δεν είναι να μετράμε σε μια ζυγαριά πόσο κοστίζει ο ανθρώπινος πόνος και η δυστυχία. Το ζήτημα είναι να γνωρίζουμε τι πραγματικά συμβαίνει στις περιοχές τους και από που έρχονται.
Μια αραβική παροιμία λέει ότι το χέρι στο νερό δεν είναι σαν το χέρι στη φωτιά. Και φωτιά είναι αυτό που οι περισσότεροι έχουν αφήσει πίσω τους.