Από το 1979, η εφημερίδα Le Monde δημοσίευε κάθε εβδομάδα μια συζήτηση με προσωπικότητες από τον χώρο του πολιτισμού. Ο επιμελητής του παρόντος τόμου Christian Delacampagne, με σπουδές φιλοσοφίας και ο ίδιος, συγκέντρωσε συνεντεύξεις γνωστών φιλοσόφων – πολλοί από τους οποίους δεν βρίσκονται πλέον εν ζωή – για να τους ρωτήσει για ζητήματα που παραμένουν επίκαιρα: για τη μελαγχολική αδυναμία μας να προσδώσουμε νόημα στον βίο μας, για τη βία ως συστατικό στοιχείο του ανθρώπινου πολιτισμού, για την πίστη, την αέναη διερώτηση και την αποστολή των διανοουμένων. Είκοσι ένας φιλόσοφοι παρουσίασαν το έργο τους, εξέθεσαν τις σημαντικότερες ιδέες τους, ανέπτυξαν τους συλλογισμούς τους σχετικά με τον κόσμο του σήμερα.

 

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ

 

Επιτρέψτε μου να σας ρωτήσω για ποιο λόγο διαλέξατε την ανωνυμία.

     – Ξέρετε την ιστορία εκείνων των ψυχολόγων που πήγαν σε ένα χωριό, στα βάθη της Αφρικής, για να προβάλλουν μια ταινία. Μετά την προβολή ζήτησαν από τους θεατές να τους διηγηθούν τα όσα είδαν με δικά τους λόγια. Το μόνο λοιπόν που πρόσεξαν στα τρία πρόσωπα του φιλμ, ήταν οι φωτοσκιάσεις, καθώς διάβαιναν ανάμεσα στα δέντρα. Στα δικά μας ήθη, τα πρόσωπα νομοθετούν το τι αντιλαμβανόμαστε. Τα μάτια προτιμούν ιδίως τις μορφές που πηγαινοέρχονται, εμφανίζονται και χάνονται. Όσο για την ανωνυμία, την προτιμώ επειδή νοσταλγώ την εποχή που, όντας τελείως άγνωστος, τα όσα έλεγα είχαν κάποια πιθανότητα να ακουστούν. Η επαφή με τον ενδεχόμενο αναγνώστη μου ήταν αυθόρμητη. Οι εντυπώσεις από το βιβλίο ανάβλυζαν αναπάντεχα και έπαιρναν μορφές που δεν είχα σκεφτεί. Αντίθετα όταν ο αναγνώστης γνωρίζει τον συγγραφέα, «διευκολύνεται». Προτείνω λοιπόν ένα παιχνίδι: το «ανώνυμο έτος». Επί ένα χρόνο να  εκδίδουμε βιβλία χωρίς το όνομα του συγγραφέα. Έτσι οι κριτικοί θα έπρεπε να βρουν την άκρη σε μια παραγωγή τελείως ανώνυμη. Νομίζω όμως ότι δεν θα είχαν και πολλά να πουν∙ όλοι οι συγγραφείς θα περίμεναν το επόμενο έτος για να εκδώσουν τα βιβλία τους… Ο Μασκοφόρος Φιλόσοφος
 

Στο βιβλίο σας βρίσκουμε αυτή τη διάγνωση: «Οι αρρωστημένες εμμονές, τα καταθλιπτικά, σχιζοειδή και υστερικά γνωρίσματα του πολιτισμού μας και της πολιτιστικής μας ατμόσφαιρας ολοένα και παράγονται». Άραγε τι καταδεικνύουν; Ποια δυσφορία, ποια κρίση; Άραγε ο κύβος έχει ριφθεί οριστικά;

     – Σε ένα ορατό επίπεδο, που φαίνεται να δεσπόζει στην εποχή, είναι γνωρίσματα τρέλας. Ενδείξεις μιας δυσφορίας και μιας κρίσης, που ταυτίζονται με τη φύση και την πορεία του πνευματικού και του υλικού πολιτισμού μας, καταδεικνύουν ότι ο κύβος ερρίφθη και συνάμα ότι το παιχνίδι συνεχίζεται. Διότι οι μικρές και οι μεγάλες ανθρώπινες και ιστορικές τρέλες δεν εξαντλούν – έστω και αν τις συνδυάσουμε με τον θριαμβεύοντα ορθολογισμό – το παιχνίδι του κόσμου. Απεναντίας, γνέφαν προς ένα πράγμα που δεν είναι πράγμα, προς μιαν άλλη δυνατότητα που θα παραμείνει πάντα συνδεδεμένη με την αδυνατότητα η οποία μπορεί με τη σειρά της να είναι γονιμοποιός.

Αυτή η ανία του κόσμου, η κόπωση, η σιωπηρή διαδικασία που οδηγεί στον εγκελισμό, στην αναδίπλωση, μήπως είναι συνέπεια του καιρού, της εποχής μας;

     – Η ανία και η κόπωση των ανθρώπων και των εμπειρικών ή πολιτιστικών κόσμων μάς αφορούν όλους με αόριστο τρόπο. Πίσω, μέσα και πέρα από αυτούς κρύβεται επιμελώς ένα αίνιγμα, τουτέστιν το αίνιγμα του κόσμου, η διάνοιξη των διανοίξεων, το σύνολο των συνόλων, το παιχνίδι του χρόνου, το οποίο θελήσαμε να δαμάσουμε και να δεσπόσουμε πάνω του, εμείς οι ατομικοί άνθρωποι ή οι κοινωνικοποιημένες κοινωνίες. Μόνο η διχονοούσα ομόνοια με τον φευγαλέο κόσμο θα μπορούσε, μέσα από την ολομελή αναγνώριση -εφικτή τάχα;- να μας συμφιλιώσει με την κόπωση, με την ανία, με την υποκωφη απελπισία. Κώστας Αξελός

 

Όσον αφορά το πεδίο της πολιτικής, δεν πήρατε ποτέ εκκωφαντικές θέσεις∙ μάλιστα προβήκατε σε κάτι που αποκαλείτε ένα είδος αποχώρησης.

     – Ω, το «πεδίο της πολιτικής!» θα μπορούσα να πω ότι μόνο αυτό σκέπτομαι, άσχετα με τι πιστεύουν οι άλλοι. Ναι, βέβαια, σωπαίνω, κατά κάποιον τρόπο αποσύρομαι, αλλά ας μην υπερβάλλουμε. Αν υποθέσουμε ότι κάποιος ενδιαφέρεται για τη στάση μου, είναι εύκολο να δει τις αποφάσεις μου και αυτά με τα οποία είμαι αλληλέγγυος, χωρίς την παραμικρή αμφιλογία. Ασφαλώς δεν τα προβάλλω επαρκώς, αλλά ποιο είναι το μέτρο και μήπως υπάρχει μέτρο. Συχνά νιώθω ότι δεν έχω να πω τίποα άλλο από τυπικότητες και κοινοτοπίες, οπότε συνενώνω τη φωνή μου ή την ψήφο μου με τους άλλους, πέρα από κάθε αυθεντία, αξιοπιστία ή προνόμιο που ανήκε σε ό,τι αορίστως ονομάζουμε «διανοούμενους» ή «φιλοσόφους». Ζακ Ντεριντά

 

O καθένας αναφέρεται στον εαυτό του. Αυτό είναι λίγο και συνάμα πολύ. Λίγο επειδή ο καθένας έχει εξατομικευθεί και πολύ διότι ακόμη και ο λιγότερο προνομιούχος, όπως λέτε, δεν στερείται απολύτως μιας κάποιας εξουσίας πάνω στα μηνύματα που τον πολιορκούν.

     – Το μεμονωμένο άτομο, πράγματι, δεν είναι και τίποτα σπουδαίο. Αλλά αφού οι θεσμοί -σχολείο, οικογένεια, σεξουαλικότητα- δοκιμάζονται διαρκώς από το σύστημα, το άτομο είναι αναγκασμένο να επινοήσει συμπεριφορές. Η πολιτική του ελάχιστου κράτους αφήνει πολλά περιθώρια στο Εγώ, το οποίο ωθείται να δημιουργήσει τις μικροαφηγήσεις του.

Άραγε χάθηκαν οι μεγάλες πολιτικές ή θρησκευτικές εναλλακτικές λύσεις;

     – Κανείς δεν πιστεύει πλέον στην ολική σωτηρία. Στις αναπτυγμένες χώρες, τα κομμουνιστικά κόμματα αντιπροσωπεύουν πια απλές αποχρώσεις μέσα στη διαχείριση του συστήματος. Για την παραδοσιακή πολιτική, για έναν «παραδοσιακό επαναστάτη» αυτό προκαλεί απελπισία. Αλλά δεν ισχύει το ίδιο αν ενδιαφερόμαστε για την προώθηση «παράπλευρων λύσεων». Δε μιλάμε για τα περιθώρια, αλλά για τις επινοήσεις που βρίσκουμε στο επίκεντρο της τέχνης και της επιστήμης. Ζαν-Φρανσουά Λυοτάρ

 

 Είστε απαισιόδοξος; Πιστεύετε ότι ο «τεχνικο-επιστημονικο-διοικητικός Μολώχ» που περιγράφετε θα εξοντώσει τελικά κάθε δημοκρατία;

     – Οι κοινωνικές επιστήμες έχουν ισχνή δυνατότητα πρόβλεψης. Αποφεύγω λοιπόν πάσα πρόγνωση. Παρατηρώ μόνο όλες τις αντιφάσεις της κοινωνίας μας. Η καπιταλιστική εξέλιξη, διευθυνόμενη κουτσά στραβά από τη σοσιαλδημοκρατία, προσκρούει ολοένα και περισσότερο σε νέες αντιστάσεις. Μέχρι τώρα, βάζαμε σε πρώτο πλάνο την ασφάλεια (βλ. την αντίδραση στην τρομοκρατία) και το επίπεδο ζωής. Βλέπουμε όμως να εμφανίζονται οι αξίες που οι Αμερικανοί αποκαλούν «μεταϋλιστικές», και προπαγανδιστές των οποίων αυτή τη στιγμή είναι οι Πράσινοι: νοσταλγία για παρωχημένες μορφές ζωής, όταν οι σχέσεις των ανθρώπων ήταν ακόμη ζωντανές, προστασία της φύσης… Σύντομα η αντίφαση θα γίνει ανυπόφορη. Οι συντηρητικοί μας των χριστιανοδημοκρατικών κομμάτων αναδιπλώνονται κάτω από τις πλέον πρωτογενείς επιταγές της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Όμως από την άλλη, υπερασπίζονται την οικογένεια, τη φύση, τις παραδόσεις. Γιούργκεν Χάμπερμας                         

 

Info: Συζητήσεις με Φιλοσόφους – δεκαπέντε χρόνια γαλλικής φιλοσοφίας (1968-1983). Επιμέλεια Christian Delacampagne, μετάφραση Κωστής Παπαγιώργης. Εκδόσεις Μελάνι.