Συμπολίτες μας ταλαιπωρούνται με ελέγχους για μαύρο χρήμα, η κυβέρνηση το αναλαμβάνει
του Θάνου Καμήλαλη
Οι Financial Times δεν είναι κάποια τυχαία οικονομική εφημερίδα και σίγουρα δεν μπορεί κανείς να τους κατατάξει ως κάποιο «λαϊκιστικό», αντιδραστικό, κομμουνιστικό φύλλο, που εχθρεύεται την ανάπτυξη και τις «φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις». Στο ρεπορτάζ τους, συνοπτικά, τονίζεται ότι:
1) Με διάταξη της τελευταίας στιγμής και χωρίς νομικό επιχείρημα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη κινείται «ενάντια στα διεθνή πρότυπα για την καταπολέμηση της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες».
2) Η διάταξη προβλέπει ότι «τα άτομα που είναι ύποπτα για εγκληματική απάτη και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ανακτούν περιουσιακά στοιχεία που είχαν παγώσει από τη Δικαιοσύνη, αν δεν οδηγηθούν σε δίκη εντός 18 μηνών». Τα διεθνή πρότυπα λένε ότι η περιουσία αυτή παραμένει δεσμευμένη μέχρι να ολοκληρωθεί η υπόθεση.
3) Η ρύθμιση εξυπηρετεί λίγους εφοπλιστές, ισχυρούς επιχειρηματίες και πρώην τραπεζίτες.
4) Σοβαρός κίνδυνος να επιστραφεί μεγάλο μέρος από το 1 δισ, που είναι αυτήν τη στιγμή δεσμευμένο από τις αρμόδιες Αρχές, σε υποθέσεις που ελέγχονται.
Moλονότι τα συστημικά ΜΜΕ ασχολήθηκαν από ελάχιστα έως καθόλου και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, δεν εμφανίζεται στην «Ώρα του Πρωθυπουργού» στη Βουλή για να απαντήσει στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης για το ζήτημα, η κυβέρνηση είχε τουλάχιστον την ευγενή καλοσύνη να δώσει μια απάντηση, μέσω του εκπροσώπου της, Στέλιου Πέτσα.
Ο Πέτσας λοιπόν αποφάσισε να παίξει πρώτα το μόνιμο «ισχυρό χαρτί» της Νέας Δημοκρατίας: Έκανε λόγο για «φτηνό λαϊκισμό», χωρίς καμία αναφορά στο δημοσίευμα, παρά μόνο στον ΣΥΡΙΖΑ. Λογικό κατά μία έννοια, μπορεί να έβρισκε την ανακοίνωση και κάποιος ψηφοφόρος της Νέας Δημοκρατίας και να έμπαινε στους FT για να δει τι λένε. Ο «λαϊκισμός» πάντως, στο μυαλό των κυβερνητικών στελεχών και πολλών υποστηρικτών τους, όλα τα σφάζει κι όλα τα μαχαιρώνει. Είναι σαν τους «μπαχαλάκηδες», σαν τα «Εξάρχεια», σαν την «ανομία», τη «μεταρρύθμιση» έννοιες που πετάγονται απο δω κι από κει με στόχο το συναίσθημα και το περιβάλλον που καλλιεργούν προσεκτικά τα ΜΜΕ.
Στη συνέχεια ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναφέρθηκε στο άλλοθι της συγκεκριμένης διάταξης, που προβλέπει ότι όλες οι εκκρεμούσες υποθέσεις θα πρέπει να αποσταλλούν εντός τριών μηνών από την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες σε Δικαστικό Συμβούλιο, για να αποφασιστεί αν τα περιουσιακά στοιχεία θα παραμείνουν δεσμευμένα. Αυτό απαντάται και από το δημοσίευμα των FT, που επικαλείται πηγές από τον δικαστικό χώρο τις αρμόδιες αρχές καταπολέμησης της διαφθοράς και τους μαύρου χρήματος και κάνει λόγο για 900 υποθέσεις που θα πρέπει να εξεταστούν σε αυτό το διάστημα. Κι ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι εδώ η κυβέρνηση έχει δίκιο και όλα θα πάνε καλά και δίκαια, με τις νέες υποθέσεις θα ισχύει αυτό που έχουμε καταλάβει όλοι ότι θα ισχύει.
Το καλύτερο επιχείρημα όμως έρχεται στο τέλος:
Βέβαια, θα περίμενε κανείς από μια σοβαρή αντιπολίτευση να νοιάζεται για την πολύχρονη ταλαιπωρία τόσων συμπολιτών μας που άδικα παραμένουν όμηροι των πολύ αργών ρυθμών εξέτασης των υποθέσεων τους. Και μάλιστα όμηροι, χωρίς να τους έχει καν ασκηθεί ποινική δίωξη, δηλαδή μια διαδικασία που δεν υπάρχει σε άλλες χώρες της Ευρώπης, ίσως και παγκοσμίως, και που σε κάθε περίπτωση δεν συνάδει με ένα Ευρωπαϊκό Κράτος Δικαίου.
Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ενδιαφέρεται για αυτό. Ούτε και ενδιαφέρεται για τους συμπολίτες μας που υφίστανται τόση ταλαιπωρία
Είναι πραγματικά συγκινητικό το ότι αυτή η κυβέρνηση νοιάζεται για ταλαιπωρημένους συμπολίτες μας και τρέχει να τους εξυπηρετήσει. Είναι επίσης μια έμμεση παραδοχή ότι η διάταξη αυτή δεν μπήκε… τυχαία ή απερίσκεπτα. Η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι διευκολύνει υπόπτους για σοβαρά κακουργήματα, σε υποθέσεις εκατ. ευρώ. Στο μόνο σημείο που μπορεί κανείς να συμφωνήσει, κατά λάθος, με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο είναι ότι αυτές οι εξόχως σημαντικές υποθέσεις εξετάζονται με πολύ αργούς ρυθμούς. Αν όντως το θεωρείς αυτό λάθος, δεν διευκολύνεις τους υπόπτους, διευκολύνεις και ενισχύεις τις αρμόδιες αρχές και τη Δικαιοσύνη, ώστε αυτές οι υποθέσεις να ερευνώνται ενδελεχώς και με προτεραιότητα.
Γιατί στην τελική, στην πολιτική, όλα είναι θέμα προτεραιοτήτων. Στις αλλαγές της στο Ποινικό Κώδικα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκρινε ότι τα σοβαρά ζητήματα είναι να επιβάλλονται ποινές κακουργήματος για τις μολότοφ, να μην μπορεί ένας εισαγγελέας να ασκήσει δίωξη σε τραπεζικά στελέχη για ζημιογόνα θαλασσοδάνεια (αλλά να πρέπει η τράπεζα να μηνύσει τον εαυτό της) και να ξεπαγώνουν γρήγορα τα περιουσιακά στοιχεία υπόπτων και κατηγορούμενων για μαύρο χρήμα, πριν διαλευκανθεί η υπόθεσή τους.
Με τα λόγια λοιπόν του Κωνσταντίνου Μπογδάνου, φάνηκε ότι η κυβέρνηση έκρινε ότι αυτά είναι τα σοβαρά. Και τα ανέλαβε.