του Κωνσταντίνου Πουλή

Ιδίως σε ένα κόμμα τόσο διψασμένο για εξουσία, που δεν υπάρχει τίποτα μπροστά στο οποίο να διστάζουν. Αν μπορεί αυτό να δουλέψει στο μέλλον, δεν έχω ιδέα. Ξέρω ότι η καταφανής ανικανότητα του Κασσελάκη θα τον καθιστά ευάλωτο σε πιέσεις, γιατί δεν είναι δύσκολο να κατεδαφίσεις επικοινωνιακά έναν άνθρωπο τόσο ανερμάτιστο.

Η νίκη του σηματοδοτεί μια τεράστια ειρωνική επιστροφή των χειρότερων φαντασμάτων του ΣΥΡΙΖΑ. Εκεί που το κόμμα καλλιεργούσε το ρεαλιστικό μοντέλο της πολιτικής, πρώτα με τα μνημόνια και μετά με τον αντιμεταναστευτικό λόγο για το τείχος του Έβρου, όλα αυτά ξαφνικά εκτοξεύονται στο διάστημα με την εμφάνιση Κασσελάκη. Αν δεν υπάρχει ένας πυρήνας ιδεών που δεν μπορείς να προδώσεις, τι διαφορά έχει αν βάλεις τον Κεν ή τον Στέφανο Κασσελάκη ή κάποιο ολόγραμμα ανύπαρκτου προσώπου να ψελλίζει πατριωτικές ασυναρτησίες, αν το μόνο που έχει σημασία είναι να πείθεις ψηφοφόρους ότι μπορείς να νικήσεις;

Αυτός ο κυνισμός γύρισε ως μπούμερανγκ. Το ίδιο και το επιχείρημα ότι «δεν είναι όλοι ίδιοι». Είναι ίδιος ο Κασσελάκης με την Αχτσιόγλου; Όχι, σε καμία περίπτωση. Αλλά θα ήταν αδιανόητο να διεκδικήσει την αρχηγία, πόσο μάλλον να την κατακτήσει, χωρίς μια προηγούμενη συστηματική προεργασία ηθικών υποχωρήσεων, που θεωρούσε πως η περίφημη πια κυβερνησιμότητα σημαίνει ότι μπορείς να παζαρεύεις τι θα λες και τι δεν θα λες ακούγοντας επικοινωνιολόγους αντί για τη συνείδησή σου.

Δεν ξέρω πώς θα πάει αυτό. Ξαναλέω ότι ο ψηφοφόρος είναι άγνωστο ζώο για μένα, το ίδιο και η τέχνη της επικοινωνίας, διότι ανήκω σε μία γραφική σέχτα που φρονεί ότι πολιτική είναι να προχωράς με αυτά που πιστεύεις, όποιο και αν είναι το τίμημα. Οι οπαδοί της κυβερνησιμότητας μπορούν να πορευτούν με τον Κασσελάκη αρχηγό, που θα κάνει το κόμμα επιτέλους κανονικά δεξιό, χωρίς υποκρισία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να γυρίσει πίσω, ψυχολογικά, σε εποχές που μιλούσε αλλά δεν κυβερνούσε. Το είδαμε στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε ο Νίκος Φίλης όταν είπε ότι «γλυκαθήκαμε με τον κυβερνητισμό» και ότι η Αριστερά δεν πρέπει να είναι ντε και καλά κυβέρνηση. Όμως πρακτικά στην εξουσία δεν τον έφερε η επικοινωνία, αλλά η απάντηση που κόμιζε για την κρίση, και μαζί η χαώδης αναντιστοιχία ανάμεσα στον λόγο των τεχνοκρατών και τις επιθυμίες της κοινωνίας. Ο απόηχος αυτής της φόρας έχει ως γνωστόν τελειώσει, αφήνοντας πίσω του τον Τσίπρα ως αναξιόπιστο για όλο το πολιτικό φάσμα και την Αριστερά πια κακόφημη ως ανώριμη, που λέει πράγματα που δεν γίνονται, μέχρι κάποιος να της πει «εμπρός, πάρε την εξουσία», και τότε να αναφωνήσει «με συγχωρείτε, λάθος».

Ο Κασσελάκης συνιστά την πιο καθαρή έκφραση του εκλογικού κυνισμού. Να αναγνωρίσουμε στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ ότι πορεύονται πάντοτε με πλήρη συνείδηση προς την αυτοεξαπάτηση: λέγαν ψηφίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ «και τα μισά να κάνει απ’ όσα λέει, μια χαρά θα ήταν», και δεν έκανε ούτε τα μισά. Και τώρα λένε «και τον Τάκη Ουρανοκατεβάκη να βάλουμε, αν είναι να νικήσει τον Μητσοτάκη, εγώ είμαι μια χαρά», και έβαλαν τον Τάκη Ουρανοκατεβάκη.

Είχα δει μια φορά ένα παράξενο όνειρο, που παρότι εμφανώς δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα (μου έλειπε το ένα χέρι), μέχρι το μεσημέρι αναρωτιόμουν αν το είδα στον ύπνο μου ή ήταν αλήθεια. Δεν ξέρω πώς εξηγείται αυτό, παρότι ήμουν υποτίθεται ξύπνιος, αλλά σας ορκίζομαι ότι συνέβη. Αν αυτό διαρκεί χρόνια, και δεν μπορεί κανείς να ξυπνήσει από το όνειρο ότι κυβερνά τη χώρα, καταλήγει σε αυτά που βλέπουμε σήμερα. Υπάρχει ένα διαρκές μεθύσι εξουσίας στον ΣΥΡΙΖΑ, που εξακολουθεί να περιφρονεί κάθε θέση αρχής, στο όνομα της εξουσίας.

Ακριβώς για αυτόν τον λόγο δεν πιστεύω ότι αυτή τη στιγμή το κόμμα θα ανατιναχτεί. Όποια και αν είναι η στάση της στενής ομάδας γύρω από την Έφη Αχτσιόγλου, η εκτίμησή μου είναι ότι η προοπτική νίκης και ανανέωσης, όσο υπάρχει, λειτουργεί συγκολλητικά και καμία διαφωνία αρχής δεν θα εμφανιστεί ξαφνικά τώρα. Δεν ξέρω τι θα κάνει ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εδώ που τα λέμε δεν ξέρω καν ποιος είναι ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ. Ξαναλέω όμως η εκτίμησή μου είναι ότι αν υπάρχει προοπτική νίκης, τις διαφωνίες αρχής αυτό το κόμμα θα τις καταπιεί σχετικά εύκολα.

Δεν βάζω το χέρι μου στη φωτιά επίσης ότι δεν θα ανταμειφθεί για αυτή του την επιμονή, αλλά ξέρω ένα πράγμα με βεβαιότητα: λυσσασμένους για εξουσία έχουμε κι άλλους, δεν μας λείπαν. Ας κάνει ό,τι καταλαβαίνει αυτό το νέο μόρφωμα που διατηρεί το όνομα του ΣΥΡΙΖΑ. Ας εκλεγεί, ας χαϊδεύει καραβανάδες, ας λύσει το κυπριακό, εδώ που τα λέμε δεν είχαμε και πολλά κοινά.

Είναι όμως μια απίστευτη ειρωνεία της ιστορίας, ότι οι πιο σκοτεινές πλευρές της πολιτικής κουλτούρας που εξέθρεψε ο ΣΥΡΙΖΑ γύρισαν και τον δάγκωσαν. Μπορεί να υπάρχει μεγάλη ποικιλία ως προς το ήθος και τις ατομικές προθέσεις των ανθρώπων ή των στελεχών που συμμετέχουν στον ΣΥΡΙΖΑ. Όμως οι εκλογές της Κυριακής είναι ένας καθρέφτης που υψώθηκε μπροστά στο πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ και αυτό που έδειξε ήταν πολύ απωθητικό. Και αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τις ατομικές προθέσεις του ενός ή του άλλου φίλου μας που συμμετέχει.

Ο Κασσελάκης λοιπόν, σε μια επίδειξη χριστιανικής ταπείνωσης είπε στη δήλωσή του μετά τη νίκη ότι νίκησε το φως…

Δεν ξέρω ποιοι κομματικοί παράγοντες τρίβουν τα χέρια τους νομίζοντας ότι θα ωφεληθούν από μια τέτοια εξέλιξη. Η εκτίμησή μου είναι ότι είμαστε λίγο χειρότερα από ό,τι ήμασταν πριν, όλοι.

Αφιερώνω στον νέο αρχηγό δύο ποιήματα του Κωνσταντίνου Σκόκου:

Εἰς ἀδιάλλακτον ἀντιπολιτευόμενον

Σ’ ἀκούω ὀγκανίζοντα
περὶ πατρίδος καὶ θεσμῶν
καὶ τρέμω τὸν ἀπύλωτον
αὐτόν σου πατριωτισμόν.

Κι ὅσο σὲ βλέπω, σκέπτομαι
τί νὰ τραβᾶ κι ὁ ὄνος
σὰν τὸν ἀφήνουν νηστικὸν
ἔξω τοῦ ἀχυρῶνος.

Εἰς κοινοβουλευτικὸν ρήτορα

Τί στ τάχα βρίσκεις
στὸ βῆμα ν’ ἀνεβαίνεις;
Σὺ ἐκφράζεσαι σωστὰ
μονάχα σὰν σωπαίνεις!