«Μια σύντομη αναδρομή στα πεπραγμένα επιφανών χριστιανοδημοκρατών, όπως η Μέρκελ και ο Σόιμπλε, δείχνει ότι η γερμανική πολιτική στο ελληνικό ζήτημα σφραγίστηκε από βαθιά δυσπιστία απέναντι στην Αθήνα αλλά και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς», παρατηρεί η γερμανική εφημερίδα, υπενθυμίζοντας ότι «αυτός ήταν ο λόγος που το Βερολίνο ζήτησε να συσταθεί εκτός ευρωπαϊκών συμφωνιών ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας και επέμενε στη συμμετοχή του ΔΝΤ στα ελληνικά προγράμματα διάσωσης. Όλα αυτά δεν εμπόδισαν την καταστροφή της Ελλάδας. Με αυτό το δεδομένο ο υποψήφιος του SPD δεν έχει άλλη εναλλακτική από το να αλλάξει τη πολιτική γραμμή πλεύσης του Βερολίνου στο ελληνικό ζήτημα», σημειώνει ο Γερμανός σχολιαστής.
«Ο Σουλτς κερδίζει σε δημοτικότητα επειδή στη συνείδηση των ψηφοφόρων δεν ταυτίζεται με τον μεγάλο συνασπισμό. Που σημαίνει, αν συνεχίσει κανείς αυτήν τη σκέψη, ότι καλείται να διορθώσει λάθη που έκανε ο μεγάλος συνασπισμός. Αλλά και η “ευρωπαϊκή” προέλευσή του του δημιουργεί υποχρεώσεις. Μπορεί να εξηγήσει την ευρωπαϊκή όσμωση καλύτερα από οποιονδήποτε, γιατί ως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τη συνδημιούργησε. Αλλά την εμπιστοσύνη προς την ΕΕ που ζητά από τους πολίτες συνομιλώντας μαζί τους στις κεντρικές πλατείες, δεν μπορεί να την αρνείται όταν πρόκειται για την πολιτική έναντι της Ελλάδας», επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
«Βέβαια μέχρι τώρα δεν βρήκε την ευκαιρία να εξαγγείλει αλλαγή πολιτικής. Ίσως να περιμένει την έκβαση των διαπραγματεύσεων, αλλά και την έκβαση των γαλλικών εκλογών. Σε περίπτωση που ο Εμανουέλ Μακρόν τα καταφέρει, ελπίζει σε ούριο άνεμο για μια φιλοευρωπαϊκή αλλαγή πολιτικής στη Γερμανία. Το εγχείρημα δεν θα είναι εύκολο, διότι δεν πρόκειται μόνο για την Ελλάδα αλλά για απόφαση ριζικής αλλαγής για ολόκληρη την ευρωζώνη. Γιατί κανείς δεν μπορεί να κλείσει τα μάτια στο ότι από την έκρηξη της δημοσιονομικής κρίσης τα μέλη της ευρωζώνης αντί να προσεγγίζουν οικονομικά το ένα το άλλο, οδεύουν σε αντίθετη κατεύθυνση με συνεχείς έριδες, συνεχή χρέη και ανεκπλήρωτους δημοσιονομικούς στόχους, με μεταρρυθμίσεις που δεν υλοποιούνται», καταλήγει η γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung.