Δεν μου είναι εύκολο να μπω στο μυαλό ενός παραδοσιακού δεξιού ψηφοφόρου, αλλά είμαι βέβαιος πως δεν του διαφεύγει ότι το κόμμα που ψήφιζε κάποτε δεν αντιστοιχεί στη σημερινή ΝΔ.
 
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 το κόμμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή περνάει για πρώτη φορά σε ξένα χέρια, με τα γνωστά αποτελέσματα. Να όμως που μετά τις εκλογές του ’09 θα ξαναπάθει τα ίδια, πράγμα αναπόφευκτο εφόσον την ηγεσία της διεκδίκησαν τότε τρεις παρείσακτοι. Ο παραδοσιακός κορμός του κόμματος έχει αναδιπλωθεί και έχει αφήσει γήπεδο στους παρατρεχάμενους της Πολιτικής Άνοιξης του εθνικιστικού Δικτύου 21 και του ΛΑΟΣ, καθώς και σε διάφορες ρέπλικες του Ρουσόπουλου από τον δημοσιογραφικό χώρο.
 
Πολλά μπορεί να καταλογίσει κανείς στη μεταδικτατορική δεξιά. Είχε ωστόσο ιδεολογικοπολιτικό εύρος και πολυσυλλεκτικότητα, ασκούσε ηγεμονία στα δωσιλογικά, χουντικά και βασιλικά απομεινάρια προς τα δεξιά της και διέθετε μια φιλική κεντρώα ενδοχώρα προς τα αριστερά της. Ό,τι της λείπει σήμερα, δηλαδή.
 
Η εκλογή Σαμαρά τα τίναξε όλα στον αέρα. Η ταλάντωση από την άκρα αντιμνημονιακή στην άκρα μνημονιακή πολιτική προκάλεσε σύγχυση, διέρρηξε τον κορμό της παράταξης και επανέφερε ως έσχατο ιδεολογικό καταφύγιό της τη δεξιόστροφη και εθνικιστική προδικτατορική ατζέντα.
 
Ακούω ευφάνταστα σενάρια ως προς τους σχεδιασμούς και τη στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας και απορώ. Όχι γιατί δεν υπάρχουν ή δεν είναι επικίνδυνα, αλλά γιατί είναι υπερεκτιμημένα. Η ΝΔ βρίσκεται σε άμυνα – πολιτικά και εκλογικά. Δεν έχει πρόγραμμα, πέρα από το δοτό μνημόνιο, ούτε την ευκαιρία να αποκτήσει άλλο. Η δεξιά στροφή της γιγάντωσε, αντί να αποδυναμώσει, το νεοναζιστικό ρεύμα. Οι σύμμαχοί της καταρρέουν από μόνοι τους. Δεν διαθέτει αποθέματα για να τους στηρίξει, αντιθέτως είναι υποχρεωμένη να τους λεηλατήσει για να επιβιώσει η ίδια. Η πολιτική της χρεοκοπεί, παρά την προκλητική διεθνή υποστήριξη. Και υπάρχουν ακόμα -σε ύπνωση είν’ αλήθεια- τα αντανακλαστικά επιβίωσης του παραδοσιακού καραμανλικού κορμού της.
 
Κι όσο για την τελευταία της πολιτική γραμμή, τη θεωρία των δύο άκρων, κατέρρευσε εις τα εξ ων συνετέθη τη μέρα που εξαναγκάστηκε, κάτω από την κοινωνική κατακραυγή και τις διεθνείς πιέσεις, να στραφεί κατά της Χρυσής Αυγής και των κρατικών θυλάκων της. Δεν υπάρχει τρόπος επιστροφής σ’ αυτήν. Σενάρια ασφαλώς υπάρχουν, όχι όμως και ρεαλιστικές δυνατότητες για να ευδοκιμήσουν. Ιδίως αν η αντιπολίτευση αποφύγει να πέσει στις άτσαλες παγίδες.
 
Βλέπω στην τηλεόραση τον Φαήλο Κρανιδιώτη και μετράω τις πολιτικές του μέρες.