Όταν ο χρόνος συμπυκνώνεται, ο χώρος στενεύει. Η πόλωση (θέση-αντίθεση) εκτός από απαραίτητη είναι και φυσική, οι πολώσεις κι οι συγκρούσεις δισεκατομμυρίων χρόνων γέννησαν τον φυσικό κόσμο, σε ένα σπιράλ γεννήσεων, καταστροφών, νέων γεννήσεων και νέων καταστροφών. Αυτή είναι η φυσική διαδικασία.
Ζούμε όμως αυτό;
Θυμίζουμε ότι η κοινωνία δεν είναι η Φύση, η κοινωνία είναι κατασκευή, δομημένη θεσμικά με βάση την ηθική του Ισχυρού.
Με συνέπεια οι πολώσεις να είναι τυφλές, καθοδηγούμενες, και να δημιουργούν ξανά και ξανά την ίδια μορφή, ακόμη κι όταν το περιεχόμενο της διαφέρει. Η ψυχολογία αυτό το ονομάζει νεύρωση. Οι δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας μένουν εγκλωβισμένες, σαν χύτρα που βράζει ενώ οι ανάγκες πιέζουν αφόρητα.
Ζούμε την εποχή της παράνοιας, του ναρκισσισμού και της οριακότητας, με λίγα λόγια βιώνουμε την διχοτόμηση της κοινωνίας, του ανθρώπου, ζούμε την εποχή του άσπρου ή μαύρου (Το ζούμε καθημερινά στο δημόσιο διάλογο). Η καθήλωση λόγω της διαρκούς απειλής (υγεία, φτώχεια, πόλεμος…) φανερώνεται στις προτασιακές θεωρήσεις με τις φράσεις “Τι να κάνουμε;” – “Έτσι είναι” – “Δεν γίνεται αλλιώς” – “Δεν υπάρχει λύση” κι επομένως δεν υπάρχει ελπίδα.
Κάπως έτσι επιβάλλονται οι βίαιοι “μετασχηματισμοί” άλλη μια λαθροχειρία του όρου, αφού ο μετασχηματισμός προϋποθέτει την αποδόμηση και το νόημα όπως είπαμε παραπάνω.
Έτσι λοιπόν επιβάλλεται η βία, σκέτο.
Αυτή η βία των εξουσιαστικών δομών που παράγει τα ψυχο-συναισθηματικά φαινόμενα (θλίψη, άγχος, θυμό, φόβο, απελπισία με όλη την συμπτωματολογία των διαταραχών) ταρακουνά το κοινωνικό σέϊκερ, θολώνοντας το τοπίο κι επομένως την κρίση και την διάκριση, βασικές ποιότητες της αντίληψης είτε αφορά στο άτομο είτε στην κοινωνία. Μία από τις συνέπειες είναι η διάχυση της βίας από την άμεμπτη εξουσία (τι να κάνουν κι αυτοί είναι παγκόσμιες οι κρίσεις κλπ) στην κοινωνία.
Πως γίνεται αυτό; Εύκολο. Πότε θα φταίνε οι πρόσφυγες, πότε οι φοιτητές, οι δάσκαλοι, οι νοσοκομειακοί, προσφάτως οι καλλιτέχνες, πιο πριν οι νέοι που συνουσιάζονταν στις πυλωτές κι άραζαν στις πλατείες, οι συνταξιούχοι που πεθαίνουν σε προχωρημένη ηλικία, οι τεμπέλες γυναίκες τους που κάθονται στον καναπέ κι απολαμβάνουν τη σύνταξη χηρείας, ο κουλουράς, ο καστανάς, τα ζόμπι της μικρής επιχειρηματικότητας και πάει λέγοντας. Με αυτόν τον τρόπο η κοινωνία κατακερματίζεται σε ετερότητες που συγκρούονται και νοιάζονται μόνο για τα δικαιώματα του κλάδου ή της μειοψηφίας που εκπροσωπούν.
Η ενότητα έγκειται στο κοινό έδαφος.
Η ενότητα προϋποθέτει την ετερότητα, την διαφορετικότητα, ως εκείνη την ενότητα όλων των στοιχείων που συνθέτει τις αντιθέσεις. Οι αντιθέσεις (θέση-αντίθεση) είναι σύστοιχες της ενότητας, με λίγα λόγια συγκροτούν την ενότητα ως στοιχεία και προκύπτει από την μεταξύ τους αλληλεπίδραση η ενότητα ως νέα θέση (Χέγκελ, διαλεκτική). Έπειτα αυτή η νέα θέση έλκει την αντίθεση κι η διαδικασία συνεχίζεται επ’ άπειρον, ως ένα διαρκές “γίγνεσθαι”.
Οι ετερότητες όπως στον οργανισμό (ζευγάρι, οικογένεια, κοινωνία) χρειάζεται να σταθούν στις κοινές ανάγκες που τους πιέζουν αφόρητα ώστε αυτές να γίνουν το κοινό έδαφος με συνέπεια να κινηθούν εμπρόθετα προς τα έξω, απεγκλωβίζοντας τις δυνάμεις που συμπιέζονται και φανερώνονται συμπιεσμένα ως ψυχοσωματικά συμπτώματα.
Γιατί τα ψυχοσωματικά συμπτώματα είναι zip-αρισμένα ψυχοπαθολογικά κοινωνικά πεδία.
Σήμερα, μόνο το κοινό έδαφος μπορεί και πρέπει να γίνει το υπόστρωμα της ελπίδας. Ακριβώς λοιπόν, την αντίθετη κίνηση από αυτή της στροφής στον εαυτό, την στροφή (ένδον) προς τα μέσα για λόγους αυτοσυντήρησης.
Εκτός της αναζήτησης του κοινού εδάφους, αν κάτι κρίνουμε απαραίτητο προκειμένου να αποφύγουμε το γαϊτανάκι, όλοι εναντίων όλων, είναι η αναζήτηση του στρατηγικού στόχου. Έτσι θα φανερωθεί ποιος/ποιοι είναι το εμπόδιο.
Επομένως μοιραία θα στραφούμε στην “συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης”. Κι αυτή η Μαρξιστική ρήση, δεν είναι καθόλου οπορτουνιστική, είναι ακραιφνώς ρεαλιστική.
Η ελπίδα αναδύεται στο υπόστρωμα της απελπισίας, εξάλλου τότε είναι απαραίτητη.
ΥΓ. Πληγωμένοι ναι, μα πρέπει να σταθούμε όρθιοι, μην τους κάνετε τη χάρη!