«Το παρκούρ, γνωστό και ως Τέχνη της Φυγής, είναι μια γαλλικής καταγωγής μη-ανταγωνιστική σωματική και πνευματική τέχνη που έχει ως στόχο την ταχύτατη και βέλτιστη δυνατή μετακίνηση από οποιοδήποτε σημείο του χώρου Α σε διαφορετικό σημείο Β, χρησιμοποιώντας μόνο τις ανθρώπινες σωματικές ικανότητες». Το παρκούρ γεννήθηκε στα προάστια του Παρισιού τη δεκαετία του ’80 και αντλεί τις ρίζες του από έναν Γάλλο στρατιώτη και «φιλόσοφο της φύσης», ο οποίος είχε δουλέψει στην Αφρική, μέσω σύμβασης με τον στρατό. Θεωρείται κάτι ανάμεσα σε άθλημα και πολεμική τέχνη. Δύο από τα πιο ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά του είναι η απουσία ανταγωνισμού ανάμεσα στους τρασέρ (όσους το εξασκούν) αλλά και η ηθική, πέρα από τη φυσική, ανύψωση των αθλητών («να είσαι ισχυρός για να είσαι χρήσιμος» είναι το σύνθημα). «Το παρκούρ είναι τρόπος ζωής, όχι άθλημα. Διδάσκει πώς να αντιμετωπίζει κανείς τα εμπόδια». Πρακτικά, συτό που κάνουν οι τρασέρ είναι να περπατούν, να τρέχουν, να σκαρφαλώνουν, να πηδούν, να ισορροπούν… Ασκούν την τέχνη τους σε δημόσιους χώρους κάθε τύπου και στόχος τους είναι να μην σταματούν καθόλου, αλλά να εφευρίσκουν συνεχώς τρόπους ώστε να προχωρούν.

Η διάδοσή του παρκούρ στους νέους –κυρίως αγόρια- είναι ευρύτατη. Από το Παρίσι και το Λονδίνο μέχρι το Καζαχστάν και την πυρπολημένη Παλαιστίνη. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του BBC, στη σημερινή Γάζα το 70% του πληθυσμού είναι κάτω από 25 ετών και η ανεργία των νέων είναι πάνω από 55%. «Το παρκούρ είναι μια διαφυγή από την καθημερινότητα. Όταν το πρωτοξεκίνησα, με βοήθησε να βγω από την κατάθλιψη που ένιωθα για τη ζωή μου στη Γάζα…». Αυτά λέει ένας νεαρός Παλαιστίνιος τρασέρ (ή ίσως αυτά επιλέγει να φωτίσει περισσότερο ο ανταποκριτής του βρετανικού δικτύου). Ό,τι από τα δύο και να ισχύει, το παρκούρ έχει ενδιαφέρον γιατί φαίνεται ότι λειτουργεί σαν έναυσμα συλλογικότητας – σε κάποιες περιπτώσεις και σαν ειρηνικός μηχανισμός εκτόνωσης. «Θέλω να καταλάβει ο κόσμος ότι δεν επιθυμώ να καταστρέφω τον δημόσιο χώρο, γιατί αυτό είναι επιζήμιο πρώτα πρώτα για μένα. Αν καταστρέψω ένα μέρος στο οποίο προπονούμαι, δεν θα μπορώ πια να προπονούμαι. Σέβομαι τα μέρη στα οποία εξασκούμαι και βλέπω πόσο χρήσιμη αποδεικνύεται η αρχιτεκτονική γι’ αυτό που κάνω», λέει ένας έφηβος Λονδρέζος τρασέρ – και προσθέτει μία διαφορετική οπτική στα επιχειρήματα υπέρ της αποφυγής της καταστροφικότητας στον δημόσιο χώρο. 

Jump London, ένα πλήρες, τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ για το παρκούρ, αλλά και το μικρότερο, Parkour Journeys. Πληροφορίες για το ελληνικό παρκούρ στο parkour.gr. H φωτογραφία του άρθρου είναι από το Καζαχστάν