«Γκρουπ Θέραπυ» λέγεται η παράσταση σε κείμενο και ερμηνεία της Μαρίας Μάργαρη. Συμμετείχε στο 4ο φεστιβάλ θεατρικού μονολόγου στο Θέατρο Παραμυθίας, κερδίζοντας το α’ βραβείο στην κατηγορία της συγγραφής. Και μια Κυριακή βράδυ αρκεί για να καταλάβεις τον λόγο.

Ένας σύγχρονος θεατρικός μονόλογος, ένα one woman show που πραγματεύεται κοινωνικά ζητήματα χρησιμοποιώντας στοιχεία stand up, ντραγκ σόου και πολλά άλλα. Ένα καλογραμμένο κείμενο με ροή. Αιχμηρός λόγος, μεστό περιεχόμενο, με ερμηνείες που σου δημιουργούν μια απίστευτη εναλλαγή συναισθημάτων.

Στην πρώτη συνεδρία μιας ομαδικής ψυχοθεραπείας, η Βασιλική Παπακώστα – η ηρωίδα – καταφτάνει αργοπορημένη. Προσπαθώντας να δικαιολογηθεί στα υπόλοιπα μέλη της ομάδας καταλήγει να μονοπωλεί το ενδιαφέρον και να μοιράζεται μαζί τους ό,τι την απασχολεί.

H Βασιλική ή Βάσω είναι μία από εμάς. Στο πρόσωπό της θα βρεις σίγουρα κάποιο δικό σου κομμάτι. Ένας νέος άνθρωπος στην Ελλάδα του 2022 που προσπαθεί να επιβιώσει. Για ζωή, ούτε λόγος. Η ηρωίδα, άνεργη ηθοποιός που προσωρινά τα τελευταία δέκα χρόνια εργάζεται ως σερβιτόρα, άγαμη όπως αναγράφεται στο τάξισνετ, σινγκλ όμως στο τίντερ, με καταγωγή από επαρχία, ζει στην Αθήνα προσπαθώντας να βρει «τι σκατά κάνει με τη ζωή της», όπως λέει.

Ένας νέος άνθρωπος με όνειρα, που η κρίση τα κλείνει σε ένα μπαούλο και τη θέση τους παίρνει ένα ψωροεπίδομα -να λες κι ευχαριστώ. Ένας νέος άνθρωπος σε μία χώρα που έχει περισσότερους αστυνομικούς απ’ όσους αντέχει η Δημοκρατία. Ένας νέος άνθρωπος που έρχεται αντιμέτωπος με το bullying, τον σεξισμό, την έμφυλη βία, τη ματσίλα, τα ταμπού κι όλα τα κακώς κείμενα που ακόμη δηλητηριάζουν την κοινωνία.

Είναι η εποχή της εικόνας κι η ηρωίδα έρχεται αντιμέτωπη με τον εαυτό της. Σκαλίζει το μέσα της, τι φταίει, τι πάει λάθος, τι κάνει λάθος σε μια εποχή που αλλάζει γρήγορα. Σε μία εποχή που οι σχέσεις είναι περίπλοκες. Κι όλα αυτά με φόντο τον κορονοϊό.

Ένα κείμενο παιδί της καραντίνας για τη βία και τον φόβο

«Θέματα όπως η αστυνομοκρατία, η εργασία της ως ηθοποιός, ο έρωτας στα χρόνια του κορονοιού, το τίντερ, η πατριαρχία παρελαύνουν από μπροστά μας, άλλοτε με καυστικότητα και χιούμορ, άλλοτε με πίκρα και θυμό, συμπαρασύροντας μας σε ένα γκρουπ θέραπυ», αναγράφεται στην περιγραφή της παράστασης.

«Το κείμενο γράφτηκε κατά τη διάρκεια του δεύτερου λοκντάουν, όπου είχα αποφασίσει να δώσω λίγο νόημα στη ζωή, μιας και είχα μείνει χωρίς δουλειά. Σε όλο αυτό συνέβαλλε και το μάθημα δημιουργικής γραφής που έκανα με την Αλεξάνδρα Κ.» αναφέρει στο TPP η Μαρία Μάργαρη. «Όλες οι ιστορίες που ακούγονται κατά τη διάρκεια της παράστασης είναι πέρα για πέρα αληθινές. Άλλες δικές μου κι άλλες κλεμμένες από τις ζωές των φίλων μου».

«Το κείμενο γράφτηκε αρχικά για μια εξαιρετική ηθοποιό, η οποία -δυστυχώς για εμάς ,ευτυχώς για εκείνη- βρήκε δουλειά στο εξωτερικό. Κι έτσι έμεινα χωρίς ηθοποιό… Αποφάσισα λοιπόν να παίξω εγώ το κείμενο μιας και χρόνος δεν υπήρχε και δεν ήθελα να υποβάλλω κάποιον ηθοποιό στην εξαντλητική διαδικασία προβών χωρίς κάποιο οικονομικό όφελος. Ναι,είναι η δουλειά μας και πρέπει να αμειβόμαστε για αυτήν» τονίζει.

Στην παράσταση η Μαρία εισάγει έναν νέο όρο, τον οποίο δε θα προδώσω. Είναι μία παράσταση βγαλμένη από τις ζωές μας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. «Ενώ η παράσταση πήρε γενικά καλές κριτικές ,πολλοί έμειναν στο κομμάτι της αθυροστομίας. Ρωτώντας τους λοιπόν (μιας και εγώ είμαι αρχάρια στον χώρο) συνειδητοποίησα ότι αρκετούς τους ενόχλησε το κομμάτι της βωμολοχίας. Βασικά τους ενόχλησε η λέξη «μουνί» που υπήρχε στο κείμενο. Ας απενοχοποιηθεί λοιπόν αυτή η λέξη» υπογραμμίζει.

«Για μένα σημασία έχει να πιάσει ο θεατής, πέρα από τα αστεία, την τραγικά κρυμμένη αλήθεια της παράστασης, την βία και το φόβο που πλέον έχουμε όλοι συνηθίσει και που συχνά περνάνε στο πρίσμα του κωμικού» επισημαίνει η Μαρία Μάργαρη.