Και επειδή η βία στα Εξάρχεια δεν προκαλεί αντανακλαστικά όξυνσης, διότι η τηλεόραση έχει πείσει τον κόσμο ότι τα Εξάρχεια είναι η μικρή Βαγδάτη του κέντρου των Αθηνών, ένστολοι μπερσέκερ ξαμολήθηκαν να τρομοκρατούν και να χτυπούν κόσμο σε διάσπαρτες γειτονιές της Αθήνας: στα Πετράλωνα, το Χαλάνδρι και, ως γνωστόν, στη Νέα Σμύρνη.

Αυτό δημιούργησε μια εικόνα διάχυτης κρατικής τρομοκρατίας που στόχος της μπορεί να είναι κυριολεκτικά οποιοσδήποτε. Όποιος δεν αρέσει στον μπάτσο που διενεργεί τον έλεγχο, με αδρεναλίνη λες και είναι ριγμένος στο ριγκ για να πολεμήσει για τη ζωή του. Και όταν υπάρχει αυτή η βεβαιότητα, τα πράγματα αλλάζουν. Όπως λέει ο Βοϊνόφ στους Δίκαιους του Καμύ, «Τη φυλακή, την αγχόνη μοναχά τις φανταζόμαστε. Ευτυχώς εγώ δεν έχω φαντασία. Ποτέ μου δεν πίστεψα ότι πράγματι υπάρχει μυστική αστυνομία. Παράξενο για έναν τρομοκράτη, έτσι δεν είναι; Θα το πίστευα μονάχα με το πρώτο χτύπημα στην κοιλιά, όχι πιο πριν».

Λοιπόν το πρώτο χτύπημα στην κοιλιά ήρθε, και είναι αυτό που ένιωσαν οι κάτοικοι της Νέας Σμύρνης (που μάλλον δεν είναι τρομοκράτες) χειροκροτώντας μια πορεία κατά της αστυνομικής καταστολής από τα μπαλκόνια τους. Αυτό συνέβη διότι η κυβέρνηση παρείχε πλήρη κάλυψη σε μια συμπεριφορά που βρίσκεται εκτός κάθε υγειονομικής σκοπιμότητας και αστυνομικής δεοντολογίας (αν υπάρχουν αναγνώστες που βρίσκουν ότι αυτή η φράση έχει κάποιο νόημα στα σοβαρά). Μετά το συγκλονιστικό «πονάω» του νεαρού στην πλατεία, οι παραβάσεις που καταγράφηκαν ήταν παραβίαση των μέτρων για την πανδημία, δηλαδή ότι δεν έκαναν καλή χρήση του κωδικού 6…

Ήταν τόσο προκλητική η αδιαφορία για τη νομιμότητα και τόσο μεγαλειώδες το ξεβράκωμα της έγκριτης Καθημερινής και των ομοίων της, ώστε η κυβέρνηση και πάλι έχανε το επικοινωνιακό παιχνίδι.

Στο TPP το βίντεο με τον ξυλοδαρμό του πολίτη στη Νέα Σμύρνη έχει 850.000 θεάσεις, δηλαδή η κυβέρνηση δεν ορίζει τι βλέπουμε και τι σκεφτόμαστε, όπως θα ήθελε το εκμαυλισμένο σινάφι των πρώην δημοσιογράφων που προσπαθούν να ποδηγετήσουν την κοινή γνώμη.

Όμως τίποτε από αυτά δεν πτοεί την κυβέρνηση. Στην πορεία της Τρίτης στη Νέα Σμύρνη είχαμε κάτι σαν πέντε με δέκα υποθέσεις «ζαρντινιέρας», δηλαδή αυτοί οι άνθρωποι έχουν την παραβίαση της νομιμότητας για ψωμοτύρι, δεν ιδρώνει το αυτί τους με τίποτα. Φάνηκε με τις αντιδράσεις τους: «φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ που κατηγορεί τη Μαρέβα» και μετά δίνουν και στη δημοσιότητα τα στοιχεία του ανθρώπου που ξυλοκοπήθηκε.

Ήμουν στην πορεία ενάντια στην αστυνομική καταστολή που έγινε στη Νέα Σμύρνη την επόμενη μέρα. Είδα τον κόσμο, και καταλαβαίνω ότι κάτι έχει αλλάξει τις τελευταίες μέρες. Όταν μετά από ένα τέτοιο γεγονός ακολουθεί όξυνση, αυτή η όξυνση δεν είναι αναπάντεχη. Να πω όμως τι είναι εντελώς ανεξέλεγκτο: έχεις έναν αστυνομικό στα χέρια διαδηλωτών, ο οποίος γλιτώνει, αλλά θα μπορούσε κάλλιστα και να μη γλιτώσει, και έχεις αστυνομικούς που ουρλιάζουν «Πάμε να τους γαμήσουμε, τελειώσανε, πάμε. Να τους σκοτώσουμε».

Εσείς πόσο λέτε ότι θέλει, σε τέτοιες συνθήκες, μέχρι ένας αιμόφυρτος αστυνομικός να τραβήξει όπλο για να προστατεύσει τη ζωή του, που κινδυνεύει στο πέρασμα που κάνει με τη μηχανή ανάμεσα σε διαδηλωτές; Ή μέχρι κάποιος άλλος να του πάρει το όπλο;

Δεν ξέρει η κυβέρνηση ότι παίζει με τη φωτιά; Το ξέρει πολύ καλά. Όταν έχεις οργανωμένη στρατηγική όξυνσης, το να ξεφύγει το πράγμα και να χαθούν μερικές ζωές είναι το πιο εύκολο.

Γιατί όμως τα κάνει αυτά η κυβέρνηση;

Για τον λόγο που είπαμε στην αρχή: λέγαμε πριν από μερικές μέρες ότι το σάιτ μας θα γεμίσει από ειδήσεις για την αστυνομική καταστολή, πολύ σύντομα.

Αυτό συμβαίνει ήδη. Όταν λοιπόν συζητάμε μόνο για την καταστολή, δεν ζητάμε τα ρέστα από την κυβέρνηση για όσα κάνει. Ο κόσμος ευχαριστιέται βλέποντας αστυνομική πορνογραφία στα κανάλια, δηλαδή θέαμα επεισοδίων με μουσική υπόκρουση, και η κυβέρνηση χαίρεται που κανείς δεν της ασκεί κριτική: ποιος θα μιλήσει τώρα για να πει αν γίνονται κι αν δεν γίνονται αρκετά τεστ ή πόσα είναι τα εμβόλια και πώς μετράμε το έλλειμμα; Κανείς. Και το πιο σατανικό κόλπο εδώ είναι πως όταν τους ασκούμε κριτική για την αστυνομοκρατία, το κοινό τους ηδονίζεται.

Το θέαμα αυτό είναι κρίσιμη παράμετρος. Σοκάρει την κοινωνία, δημιουργεί αντανακλαστικά πανικού και η κυβέρνηση μπορεί να νομοθετεί ανενόχλητη, έχοντας μια κοινωνία τηλεθεατών εθισμένη στο τηλεοπτικό αίμα. Μόνο που αυτό το θέαμα έχει θύματα. Όπως γράφει ο Δουμάς στον Κόμη Μοντεχρήστο: «Αντί για τους πόνους που υποκρίνονται και παίζουν οι ηθοποιοί, εδώ πρόκειται για πραγματικούς πόνους. Ο άνθρωπος που βλέπουμε μπροστά μας αντί όταν πέσει η αυλαία να γυρίσει σπίτι του, να φάει μαζί με την οικογένειά του και να ξαπλώσει ήρεμα για να ξαναρχίσει την ίδια ρουτίνα την επόμενη μέρα, επιστρέφει στη φυλακή, όπου τον περιμένει ο δήμιος».

Οι τραυματισμοί και ίσως οι θάνατοι θα είναι πραγματικοί, όχι τηλεοπτικοί. Και στο μεταξύ όσο περισσότερο τους αποκαλούμε βάρβαρους, τόσο περισσότερο εκείνοι υπερηφανεύονται ότι δεν διστάζουν να επιβάλουν την τάξη. Το θέλουν τόσο πολύ, που δεν είχαν καν την μακάβρια υπομονή να περιμένουν να δρέψουν τους καρπούς της αναβλητικότητάς τους απέναντι στον απεργό πείνας.

Τι θα γίνει τις επόμενες μέρες; Τα πράγματα φαίνονται πάρα πολύ άσχημα σε σχέση με τον Δημήτρη Κουφοντίνα. Φαίνεται ότι δεν είναι διατεθειμένοι να δώσουν διέξοδο σε μια κατάσταση διαφαινόμενης αρνησιδικίας, όπως αναφέρουν οι δικηγόροι του. Αν λοιπόν ο Κουφοντίνας πεθάνει επειδή το κράτος παρανόμησε για να μην ικανοποιήσει ένα δίκαιο αίτημά του, θα υπάρξουν καλέσματα για πορείες και σίγουρα και επεισόδια.

Το έδαφος έχει προετοιμαστεί αυτές τις μέρες, από μια αστυνομία η οποία παρανομεί ως κοινή συμμορία καθημερινά, χωρίς κανέναν έλεγχο, αλλά αντιθέτως με πολιτική κάλυψη που αποδεικνύει ότι ζούμε σε ένα αυταρχικό καθεστώς.

Τα παιδάκια που έκλαιγαν στην πλατεία της Νέας Σμύρνης και ρωτούσαν τη μαμά τους αν θα πάνε φυλακή, ήταν οι πραγματικοί αποδέκτες της επιχείρησης των τελευταίων ημερών. Το ζητούμενο ήταν για μια φορά όχι μια βεντέτα με τον αναρχικό χώρο, αλλά μια επίδειξη ισχύος προς ολόκληρη την κοινωνία. Και αν αυτό που είδαμε το κάνουν απέναντι σε ανθρώπους που έχουν βγει να πάρουν λίγο αέρα σε μια πλατεία, σκεφτείτε τι είναι ικανή να κάνει αυτή η κυβέρνηση όταν θα έχουμε διαδηλώσεις με επεισόδια.

Η διαχείριση της πανδημίας είναι φιάσκο ολκής. Ο κόσμος που ήταν κλεισμένος στο σπίτι του, δεν είναι πια κλεισμένος στο σπίτι του, και αυτό έχει γίνει τις τελευταίες μέρες. Έχουμε κόσμο στους δρόμους. Η κυβέρνηση, προκειμένου να κάτσει να απολογηθεί, προτιμά να στρέψει τη συζήτηση στο δόγμα της τάξης και ασφάλειας, το οποίο σημαίνει καταστροφή κάθε πολιτικής συζήτησης  και αντικατάστασή της από κραυγές ηθικού πανικού στην τηλεόραση.

Το διάγγελμα του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν ως συνήθως τραγελαφικό, με την έννοια ότι γελάμε πάντα με ενοχές, διότι το γέλιο παγώνει πολύ γρήγορα όταν μετά θυμόμαστε ότι είναι ο εκλεγμένος πρωθυπουργός μας. Το περιεχόμενο όμως είναι σαφές: Πρέπει να σκύψουμε το κεφάλι στην ενότητα που μας προτείνει, που είναι ενότητα υπό την ασπίδα και τον ζυγό του.

Αυτό δεν φαίνεται πια πολύ πιθανό. Γενικά, ο άνθρωπος κατρακυλάει πιο εύκολα απ’ ό,τι σκαρφαλώνει. Έτσι, είναι δύσκολο να διατηρήσεις την κοινωνική ειρήνη, αλλά αν θέλεις να βάλεις μπουρλότο στα πάντα, είναι σχετικά εύκολο. Γίνεται αυτή τη στιγμή, μεθοδικά και οργανωμένα από την κυβέρνησή μας, με πογκρόμ αστυνομικής βαρβαρότητας τεκμηριωμένης με αδιάσειστα στοιχεία και μιας εντυπωσιακής συνένοχης σιωπής των συστημικών ΜΜΕ.

Η δική μου ανησυχία είναι ότι αυτό που θα ζήσουμε δεν θα είναι απλώς εντονότερη καταστολή. Θα φλερτάρουμε μονίμως με το ενδεχόμενο ύπαρξης νεκρών.  Και όταν ο κόσμος θα φωνάζει «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι», οι «Πάμε να τους γαμήσουμε, τελειώσανε, πάμε. Να τους σκοτώσουμε» θα είναι δύσκολο να τον διαψεύσουν.