του Κωνσταντίνου Πουλή

«Θα θέλαμε πολύ να γνωρίζουμε τα κύματα πάνω στα οποία πλέουμε μέσα στον ωκεανό, αλλά τα κύματα είμαστε εμείς οι ίδιοι».

Γ. Μπούρκχαρτ

 

Ο Τιτανικός αποτέλεσε από την αρχή μία έκρηξη της μυθολογίας του ναυαγίου: γράφτηκαν περίπου 100 τραγούδια τη χρονιά που ακολούθησε και οι εφημερίδες αναγκάστηκαν να ζητήσουν από τους συνδρομητές τους να σταματήσουν να στέλνουν ποιήματα για την τραγωδία του Τιτανικού.

Ήδη από την αρχή, το ναυάγιο του Τιτανικού είχε μία ωμή και κραυγαλέα ταξική διάσταση. Οι άντρες για την πρώτη θέση είχαν πληρώσει 4.350 δολάρια για το εισιτήριο τους σε μία εποχή που το ετήσιο εισόδημα στις ΗΠΑ ήταν 1.800 δολάρια. Το ποσοστό των ανδρών που σώθηκαν από την πρώτη θέση ήταν το ίδιο με το ποσοστό των παιδιών που σώθηκαν από την τρίτη θέση. Αυτό ήταν από την αρχή ένα στατιστικό στοιχείο που υπονόμευε κάθε μυθολογία περί ιπποτισμού των gentlemen της πρώτης θέσης. 

Σε μία ταινία του 1958, μία ομάδα ιρλανδών, προσπαθώντας να σωθεί, βρίσκεται στο εστιατόριο της πρώτης θέσης όπου έχει στρωθεί το πρωινό της επόμενης μέρας και δυσκολεύονται να βρουν το θάρρος να διασχίσουν αυτόν τον ιερό τόπο.

Στο βιβλίο με τίτλο  «Ναυάγιο με θεατή» ο συγγραφέας διατρέχει τη μεταφορά του ναυαγίου στη σκέψη και τη λογοτεχνία και αναφέρει μία ανάλυση του Μονταίν για την κακόβουλη απόλαυση του θεατή, που νιώθει ότι ανταμείβεται για την έλλειψη διακινδύνευσης. Το φαινόμενο της δεξιάς αποκτήνωσης των social media όπου ο κόσμος γελάει πάνω από τα πτώματα των πνιγμενων κατηγορώντας τους για το ρίσκο που πήραν, είναι η απεχθέστερη εκδοχή αυτής της θέσης. 

Να λοιπόν μία πρώτη διαφορά από το ναυάγιο της Πύλου. Οι πέντε βαθύπλουτοι χομπίστες προκαλούν την τύχη από σπορ, για να διασκεδάσουν την ανία τους με αδρεναλίνη. Όπως είπε ένας αστροναύτης φίλος του ενός, άλλοι βλέπουν Netflix, άλλοι παίζουν γκολφ και ο φίλος του κατεβαίνει στα βάθη των ωκεανών. Η εταιρεία διαφήμιζε το ταξίδι προς τον Τιτανικό λέγοντας ότι θα έχουν τη δυνατότητα να δουν τον Τιτανικό με τα ίδια τους τα μάτια. Δεν μπορώ να φανταστώ πιο ειρωνική διαφήμιση.

Οι πρόσφυγες, από την άλλη, διακινδυνεύουν τη ζωή τους προκειμένου να μπορέσουν να ζήσουν. Όταν τους κατηγορεί ο Πρετεντέρης λοιπόν που βάζουν τα παιδιά τους σε αυτά τα πλοιάρια, κατά βάθος ανεμίζει το προνόμιο της τύχης του να γεννηθεί εκεί που δεν χρειάστηκε να το κάνει αυτό. (Παρεμπιπτόντως το έλεγε για το Φαρμακονήσι, για την υπόθεση στην οποία η Ελλάδα καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου).

Η επιχείρηση εντοπισμού που εξαπολύθηκε για το τουριστικό υποβρύχιο σε αφήνει με ανοιχτό το στόμα: Έχουμε C-30 που χτενίζουν την περιοχή, καναδικά αεροσκάφη P-3, εξοπλισμένα με ειδικά ραντάρ, έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, με τα  Boeing P-8 Poseidon και C-130 Hercules, η Νορβηγία, η Αγγλία, η Γαλλία, με πλοίο με μη επανδρωμένο υποβρύχιο, τον  Victor 6000, που μπορεί να βυθιστεί στα πέντε ναυτικά μίλια, αεροπλάνα, ηχητικά ραντάρ και πάρα πολλά πλοία. 

Υπάρχει το φιλελεύθερο επιχείρημα ότι αυτοί που τζογάρουν τη ζωή τους γιατί τους αρέσει η αδρεναλίνη δεν θα πρέπει να καλύπτονται από δημόσια σωστικά μέσα. Δεν μου φαίνεται καθόλου καλή ιδέα και δεν είναι η στιγμή για να το συζητήσουμε.

Λέω μόνο ότι την ανισότητα συνήθως την προσπερνάμε γιατί είναι πιο αφανής, όταν απλά και καθημερινά άλλοι ζουν στα πούπουλα και άλλοι στην εξαθλίωση. Όταν όμως μετράμε τις ώρες πριν το θάνατο και βλέπουμε τους μεν πρόσφυγες στην Πύλο να ζητούν βοήθεια και να μην τη λαμβάνουν και από την άλλη τον πλανήτη να αγωνιά για τους χομπίστες, βλέπουμε μία εκδοχή αυτής της ανισότητας που στέλνει πολλούς, πάρα πολλούς ανθρώπους στον τάφο. Με άλλα λόγια, δεν με ενδιαφέρει καθόλου να διαφημίσω τη σκληρότητά μου απέναντι σε ανθρώπους που αυτή τη στιγμή είτε αγωνιούν είτε είναι ήδη νεκροί. Με ενδιαφέρει όμως πάρα πολύ να αναρωτηθώ πώς είναι τόσο επιλεκτική η ευαισθησία, πόσο εύκολα απουσιάζει εκεί που τα θύματα είναι άνθρωποι αδύναμοι.

Αυτό συμβαίνει και με τα ονόματα. Αυτές τις μέρες ο διεθνής τύπος κατακλύζεται από πορτρέτα των επιβατών του υποβρυχίου. Είναι ο βρετανός εκατομμυριούχος που μένει στο Ντουμπάι, ο Hamish Harding, ο Shahzada Dawood, και ο γιος του ο Suleman, ένας πατέρας και ένας γιος που είναι από το Πακιστάν αλλά είναι άγγλοι πολίτες και ζουν στην Αγγλία. (Το Πακιστάν κήρυξε τριήμερο πένθος για τους νεκρούς του) Του πατέρα του αρέσει να φωτογραφίζει την άγρια φύση, η κηπουρική και η εξερεύνηση, ενώ ο γιος του αγαπά τη λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας. Ας μη συνεχίσουμε. Σημασία έχει μόνο ένα: στις πολεμικές ταινίες ανθρώπινη ιστορία έχει μόνο ο ήρωας, πότε ο εχθρός. Ποτέ δεν θα δούμε τον εχθρό να έχει στην τσέπη του φωτογραφία της γυναίκας του, παρά μόνο αν ο σκηνοθέτης θέλει να τον συμπαθήσουμε. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον οι μεν πέντε έχουν όνομα, συγγενείς και προσωπική ιστορία, ενώ οι της Πύλου όχι. Γιατί αν τους λογαριάζουμε για ανθρώπους με ιστορία και συγγενείς, δεν μπορούμε να αντέξουμε αυτό που συμβαίνει με τέτοια συχνότητα στις θάλασσές μας. 

Μετριοπαθείς υπολογισμοί του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης ανεβάζουν το νούμερο των νεκρών στη Μεσόγειο την τελευταία δεκαετία στις 27.000. Όποιος κοιτάζει γύρω του και έχει μόλις ανοίξει την αλφαβήτα της πολιτικής ξέρει ότι δεν μετράνε όλες οι ζωές το ίδιο. Αν είσαι εκατομμυριούχος χομπίστας της ζωής είναι πάρα πολύ ωραίο που η ζωή σου δεν μετράει το ίδιο. Φαντάζομαι πως είναι πολύ μεγάλη πηγή απόλαυσης, να ζεις την ενήλικη ζωή σου σαν παιδάκι που επινοεί παιχνίδια για να διασκεδάσει την πλήξη του. 

Αναρωτιέμαι τώρα αν αυτοί οι πέντε θα ήταν συνεπείς στις αρχές τους μέχρι το τέλος. Άραγε θα στραβοκοίταξαν καθόλου αυτό τον 77χρονο που τους ανέπνεε τον τελευταίο αέρα ενώ έχει μπροστά του τόσο λίγο χρόνο ζωής; Άραγε θα υπήρχε περίπτωση δύο από αυτούς που συνδέονται με συγγενικούς δεσμούς να συνασπιστούν για να δολοφονήσουν τους υπόλοιπους και να διπλασιάσουν το χρόνο που θα τους φτάσει το οξυγόνο; Πώς να είναι άραγε μία συμμαχία όπου ξαφνικά ο πιο αγχωμένος καταναλώνει γρηγορότερα το οξυγόνο των υπολοίπων; Θα το έβρισκα φυσιολογικό και συνεπές να υπάρξουν τέτοιου τύπου ζυμώσεις μέσα στο υποβρύχιο.

Μου προκαλεί όμως τρόμο και θλίψη να παρατηρώ όλους τους συμπολίτες μου οι οποίοι παρακολουθούν με την κακόβουλη αταραξία που περιγράφει ο Μονταίν, σίγουροι ότι κάτω από τα πόδια τους είναι η στεριά. Όσοι πρόσφυγες πεθαίνουν, πεθαίνουν γιατί τους αφήσαμε. Αυτό σημαίνει ότι εμείς είμαστε τα κύματα. Και όλοι αυτοί οι κακόβουλοι θεατές ναυαγίων ζουν την επισφαλή σταθερότητα που τους προσφέρει ένα μικρό νησάκι στη μέση του ωκεανού.