Ενώ η χώρα μπαίνει σε δεύτερη καραντίνα, ψηφίστηκε αργά το βράδυ της Πέμπτης ένα νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης που ολοκληρώνει την πλήρη άρση προστασίας της πρώτης κατοικίας, επιβάλλοντας στους πολίτες ένα νέο σκληρό δικονομικό καθεστώς, καθώς προβλέπει την επιτάχυνση όλων των εκκρεμών υποθέσεων του Νόμου Κατσέλη ως την 31η Δεκεμβρίου 2021. Παράλληλα προβλέπεται η καρατόμηση, δια της πλαγίας οδού, της Εισαγγελέα Διαφθοράς, της Ελένης Τουλουπάκη, που είχε στα χέρια της τον φάκελο της Novartis και κλήθηκε να ελέγξει πολιτικά πρόσωπα της Νέας Δημοκρατίας για τους χειρισμούς τους. Ενώ μία διάταξη του νομοσχεδίου προκαλή έντονη κριτική από αρμόδιους φορείς, καθώς οδηγεί σε παραγραφή όλες οι ποινικές διώξεις για λαθρεμπόριο και φοροδιαφυγή.
«Το νομοθέτημα ζητά το πάγωμα των ποινικών διώξεων από εισαγγελείς και τις δίκες περισσότερων από 5.000 φερόμενων ως φοροφυγάδων με χρέη προς το Δημόσιο άνω των 150.000 ευρώ ο καθένας. Εκατοντάδες ποινικές διώξεις θα μπορούσαν να προχωρήσουν μόνο αφού όλες οι διαδικασίες από τις αρχές διακανονισμού φόρων και τα διοικητικά δικαστήρια έχουν ολοκληρωθεί. Όμως πολύ λίγες υποθέσεις είναι πιθανό να φτάσουν στο στάδιο της δίωξης, καθώς η μακροχρόνια διοικητική διαδικασία σημαίνει ότι οι περισσότερες θα ξεπεράσουν το πενταετές όριο παραγραφής για φορολογικές παραβάσεις και αυτομάτως θα σταματήσουν» τονίζουν οι Financial Times.
Το δημοσίευμα φιλοξενεί δηλώσεις του Αιμίλιου Αυγουλέα, καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, που δηλώνει ότι «αναβάλλοντας την επιβολή των φορολογικών νόμων, η νέα νομοθεσία ενθαρρύνει, αντί να αποθαρρύνει, τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή και αποδυναμώνει τη συμμόρφωση με τον νόμο», ενώ προσθέτει ότι σε άλλες χώρες μέλη της Ε.Ε.
Στη συνέχεια αναφέρεται το επιχείρημα του υπουργού Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρα, για «επιτάχυνση των διαδικασιών στο δικαστικό συστημα», αλλά και οι καταγγλίες της βουλευτή του ΜέΡΑ25, Αγγελικής Αδαμοπούλου, για παρεμβάσεις της κυβέρνησης στη Δικαιοσύνη.
Μάλιστα, όπως προσθέτουν οι Financial Times, δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση κατηγορείται για διατάξεις που ευνοούν φοροφυγάδες και κατηγορούμενους για οικονομικά εγκλήματα. «Οι πρόσφατοι νόμοι που έχουν υλοποιηθεί από την κυβέρνηση, όχι μόνο αυτός για τη φοροδιαφυγή, αλλά και τροποποιήσεις του ποινικού κώδικα και νομοθεσίες κατά του ξεπλύματος χρήματος, μπορούν να ερμηνευθούν ως προτιθέμενες να προστατεύσουν συγκεκριμένες ομάδες που κατηγορούνται για σοβαρά οικονομικά εγκλήματα», σχολιάζει ο Νικόλαος Φαραντούρης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιά.
Σύμφωνα με τα στοιχεια των FT, λόγω της τροποποίησης στον Ποινικό Κώδικα που έκανε πριν μερικούς μήγνες η κυβέρνηση Μητσοτάκη και ουσιαστικά προέβλεπε τραπεζική αμνηστία για αναδιαρθρώσεις κόκκινων δανείων, περίπου 250 στελέχη τραπεζών απαλλάχθηκαν από τις σχετικές κατηγορίες. Η διάταξη, προσθέτουν, ήρθε καθ υπόδειξη των δανειστών.
«Πολλά σοβαρά εγκλήματα θα μείνουν ατιμώρητα εξαιτίας αυτού του μέτρου» τονίζει στους FT η Άννα Ζαΐρη, επικεφαλής της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.
Υπενθυμίζεται ότι στον κίνδυνο να οδηγηθούν σε παραγραφή όλα τα εγκλήματα κακουργηματικής φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου που τελέστηκαν πριν την 1η Ιουλίου 2019 αναφέρθηκε ο Πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Χριστόφορος Σεβαστίδης μιλώντας στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
Σχολιάζοντας το άρθρο 32 του νομοσχεδίου ο Χρ. Σεβαστίδης συνέστησε προσοχή στους βουλευτές, σημειώνοντας πως η διατύπωση του άρθρου είναι προβληματική και πρέπει να αλλάξει.
«Χρειάζεται όμως μια προσοχή. Υπάρχει στο άρθρο 32 που τροποποιεί το άρθρο 150 παράγραφος 5 του νόμου 2960 του 2001, ρύθμιση στην περίπτωση Γ και Ε για αναστολή της προθεσμίας παραγραφής, όσο υποχρεωτικά δεν θα μπορεί να ασκηθεί ή να προχωρήσει η ποινική δίωξη. Ενόψει του ότι για τα εγκλήματα, ανάλογη ρύθμιση περιέχει και ο νέος ποινικός κώδικας. Συνεπώς, όταν η υπόθεση αναβάλλεται για να εκδοθεί η προηγούμενη δικαστική απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, η αναστολή της παραγραφής είναι χρονικά απεριόριστη. Αυτό όμως ισχύει για εγκλήματα που τελούνται από την 1η Ιουλίου 2019 και μετά. Για τα προηγούμενα εγκλήματα, η αναστολή της παραγραφής στα πλημμελήματα είναι τρία χρόνια, στα κακουργήματα πέντε χρόνια. Αν λοιπόν είναι υποχρεωτική η αναστολή για τα εγκλήματα που τελέστηκαν πριν την 1η Ιουλίου 2019 και ταυτόχρονα, η αναστολή της παραγραφής είναι χρονικά περιορισμένη, αντιλαμβάνεστε, ότι όλα τα εγκλήματα που τελέστηκαν πριν την 1η Ιουλίου 2019 θα οδηγηθούν σε παραγραφή. Προτείνουμε λοιπόν, για τα εγκλήματα που έχουν τελεστεί πριν την 1η Ιουλίου 2019, αυτή η αναβολή αναστολή της ποινικής δίωξης, να είναι προαιρετική. Το δικαστήριο να κρίνει αν χρειάζεται ή όχι να ισχύσει αυτή η αναστολή» επισήμανε ο Χαράλαμπος Σεβαστίδης.