του Θάνου Καμήλαλη
Στις 10 Μαρτίου, το Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ απηύθυνε ένα ανοιχτό κάλεσμα προς τους πολίτες, να συμμετάσχουν στη συνδιαμόρφωση και στη συμμετοχή σε δημόσιες παραστάσεις. Όπως αναφέρεται στη δημόσια πρόσκληση:
«Το τελευταίο διάστημα μια σειρά αποτρόπαιων γεγονότων που είδαν το φως της δημοσιότητας έλαβαν χώρα στη Θεσσαλονίκη (ο θάνατος ενός άστεγου στην Αριστοτέλους, ένα από τα κεντρικότερα σημεία της πόλης, η καταγγελία για ομαδικό βιασμό από τη Γεωργία Μπίκα, η φρικτή δολοφονία του Άλκη Καμπανού σε δημόσιο χώρο κ.α.). Με φανερό το αίσθημα μεγάλης ανησυχίας για τα συνεχόμενα αυτά περιστατικά και για το τί μπορεί να σημαίνουν για την κοινωνική κατάσταση της πόλης αυτή τη στιγμή, φοιτητές και φοιτήτριες της κατεύθυνσης Σκηνοθεσίας στο Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ, αντιδρούν μέσω της τέχνης δημιουργώντας μια σειρά συμμετοχικών performances με στόχο να εξετάσουν την πόλη της Θεσσαλονίκης, τη ζωή σε αυτή χθες και σήμερα, καθώς και την τρέχουσα κοινωνική της κατάσταση. Η καλλιτεχνική αυτή έρευνα θα καταλήξει σε εικοσάλεπτες performances που θα παρουσιαστούν γύρω στα μέσα Ιούνιου».
Για την εκδήλωση ενδιαφέροντος, αρκεί ένα email με στοιχεία επικοινωνίας στο [email protected], μέχρι τις 31 Μαρτίου
«Να ανησυχήσουμε μαζί»
Η υπεύθυνη αυτής της πρωτοβουλίας είναι η Δανάη Θεοδωρίδου, σκηνοθέτρια και ερευνήτρια του σύγχρονου θεάτρου και χορού, διδάσκουσα στο Τμήμα.
«Ο σκοπός είναι, να αναρωτηθούμε επί της ουσίας, δηλαδή να περάσουμε κάποιον χρόνο μαζί, για όλα αυτά που συμβαίνουν στη Θεσσαλονίκη αυτούς τους μήνες, τα οποία είναι εξαιρετικά ανησυχητικά κατά την άποψή μου, για την κοινωνική κατάσταση της πόλης αυτήν τη στιγμή. Οπότε θέλουμε να δημιουργήσουμε μία συλλογική, συμμετοχική συνθήκη. Να ανησυχήσουμε μαζί δηλαδή. Φυσικά, το κάνουμε αυτό μέσα από την Τέχνη, μέσα από το Θέατρο. Υπάρχει και ο καλλιτεχνικός στόχος, γιατί είμαστε καλλιτεχνική σχολή, να εκπαιδεύσουμε τους σκηνοθέτες μας να δημιουργούν είδη τέχνης, τα οποία πέρα από το θεατρικό κείμενο, είναι σε άμεση σχέση με την πόλη και σε άμεση σχέση με ανθρώπους που δεν είναι ηθοποιοί. Θέλω να τους μάθω τη σκηνοθεσία και πέρα από το θεατρικό κείμενο. Να διδάξουμε δηλαδή τι σημαίνει να κάνεις Θέατρο σε άμεση σχέση με την κοινωνία» εξηγεί στο ΤPP και προσθέτει:
«Οι άνθρωποι που συμμετέχουν θα υπάρξουν και στη σκηνή, θα μιλήσουν δηλαδή για τις ανησυχίες τους σε ένα θεατρικό πλαίσιο. Ηθοποιοί θα είναι οι συμμετέχοντες. Στο κάλεσμα μιλάμε για τους “Ειδικούς της Καθημερινότητας”, δεν θα υπάρχουν επαγγελματίες, θα ειναι οι ίδιοι οι κάτοικοι που θα παίξουν στις παραστάσεις. Από εκεί και πέρα έχω ζητήσει και από τους σκηνοθέτες να μου πουν και αυτοί τι θεωρούν και οι ίδιοι ότι αυτή τη στιγμή είναι ένα θέμα για τη Θεσσαλονίκη. Φυσικά και οι συμμετέχοντες έχουν την άποψή τους για το τι τους ανησυχεί, οπότε τα τελικά ζητηματα με τα οποία θα ασχοληθούμε, θα διαμορφωθούν αφού κλείσει το κάλεσμα και μαζευτούμε και συζητήσουμε».
«Μέσα στα πρώτα 5 λεπτά ήρθαν οι πρώτες αιτήσεις»
Η ανταπόκριση του κόσμου εξέπληξε ακόμα και την ίδια την υπεύθυνη της ιδέας. Όπως τονίζει στο ΤPP, πέντε λεπτά μετά την ανάρτηση του καλέσματος στην ιστοσελίδα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του Τμήματος, είχε ήδη τα πρώτα email με εκδηλώσεις ενδιαφέροντος για συμμετοχή.
Αυτό «δείχνει ότι και άλλος κόσμος μοιράζεται αυτήν την ανησυχία. Απευθύναμε το κάλεσμα στις 10 Μαρτίου και το κάλεσμα τελειώνει στις 31 Μαρτίου, δηλαδή τώρα, είμαστε περίπου στα μισά. Ήδη έχουμε δει μεγάλη ανταπόκριση και είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους οι άνθρωποι που θέλουν να συμμετέχουν. Πολύ διαφορετικών ηλικιών, πολύ διαφορετικών background, από πολύ διαφορετικές περιοχές της πόλης. Κάποιοι ασχολούνται ερασιτεχνικά με το Θέατρο, κάποιοι καθόλου. Η θέληση αυτή φαίνεται και από το πόσο γρήγορα ήρθαν οι πρώτες αιτήσεις. Λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση είχαμε τις πρώτες αιτήσεις. Μέσα στα πρώτα 5 λεπτά».
Ως προς το πού αποδίδει αυτό το ενδιαφέρον, σχολιάζει πως «υπάρχει κόσμος που απλά περιμένει ένα κάλεσμα, κάποιον να τον καλέσει και να του πει “έλα να δούμε τι συμβαίνει”. Μόνο έτσι μπορώ να το εξηγήσω, δεν περίμενα κι εγώ τόσο γρήγορη ανταπόκριση».».
Η απάντηση για τον ρόλο της Τέχνης σε όλον αυτόν τον προβληματισμό, είναι πιο άμεση και κατηγορηματική: «Θεωρώ ότι η Τέχνη είναι μία διέξοδος. Μόνο συλλογικά μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτά που συμβαίνουν, νομίζω ότι η πανδημία το απέδειξε αυτό περίτρανα. Ο κόσμος έχει πολύ μεγάλη ανάγκη να βρεθεί με άλλον κόσμο και να συνομιλήσει. Μετά από την απομόνωση, μετά από όλη αυτήν την πίεση, μόνο έτσι μπορείς να εκτονωθείς, να μοιραστείς. Πολύς κόσμος το εκφράζει και στα μέιλ του αυτό. Και το κάνουμε αυτό μέσα από την Τέχνη, δηλαδή μέσα από ένα κοινό φαντασιακό που θα σου επιτρέψει να φανταστείς πώς θα μπορούσε να είναι ο κόσμος και τι πρέπει να αλλάξει»
Όσο για το πιο πρακτικό κομμάτι, το πώς θα υλοποιηθεί η ιδέα, η Δανάη Θεοδωρίδου εξηγεί τα βήματα:
«Αυτή τη στιγμή έχουμε ζητήσει μόνο τα ονόματα και στοιχεία επικοινωνίας των ενδιαφερομένων και θα δούμε στις συναντήσεις πόσοι όντως θα θελήσουν να συμμετέχουν. Δεν είναι ανάγκη να παίξουν όλοι στην παράσταση, θα μπορούσαν να βοηθήσουν με άλλους τρόπους. Από εκεί και πέρα, έχει ήδη ανακοινωθεί το πρόγραμμα, από τις 2 Μαϊου μέχρι και τα μέσα Ιουνίου, θα χωριστούνε σε εννέα ομάδες, γιατί έχουμε εννέα σκηνοθέτες, που θα κάνουν 10 συναντήσεις. Ας πούμε ότι θα είναι κάτι σαν εργαστήριο, σαν πρόβες, μέσα από τις οποίες θα προκύψουν οι παραστάσεις, που θα παρουσιαστού περι τα μέσα Ιουνίου. Δηλαδή θα περάσουν χρόνο μαζί αυτοί οι άνθρωποι, αφενός για να συζητήσουν για πράγματα που τους απασχολούν στην πόλη, αφετέρου για το πώς μπορούν να τα αφηγηθούν αυτά σε μία παραστατική μορφή.
Η καθε ομάδα θα αποφασίσει επίσης το πού θα πραγματοποιηθούν οι παραστάσεις, αν δηλαδή θα είναι σε κάποιον ανοιχτό χώρο ή σε ένα θέατρο. Σίγουρα μία, για παράδειγμα, θα πραγματοποιηθεί στην Πλατεία Ελευθερίας. Φαντάζομαι ότι αρκετές θα είναι σε ανοιχτό χώρο, αλλά αν η ομάδα το αποφασίσει, θα είναι σε κλειστό».
«Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται σχεδιασμό Πολιτιστικής Πολιτικής. Όχι αλλαγή, γιατί δεν υπάρχει, σχεδιασμό»
Η συζήτηση πηγαίνει σε πιο γενικό κομμάτι, στην αίσθηση ότι συχνά το ελληνικό Θέατρο μένει σε έργα του παρελθόντος, αντι να εμφανίζονται νέες δημιουργίες. «Το θέατρο πάντα πρέπει να συνομιλεί με την εποχή του» τονίζει η κ.Θεοδωρίδου. «Φυσικά οι σύγχρονοι σκηνοθέτες, στη συντριπτική τους πλειονότητα, προσαρμόζουν ένα έργο στη σύγχρονη εποχή. Παρόλα αυτά, εξακολουθεί κάποιος να μιλάει με τα λόγια μιας άλλης εποχής. Αυτά τα είδη, του Πειραματικού Θεάτρου και της Performance, τα οποία φτιάχνονται μέσα στις πρόβες, σε άμεση σχέση με τα προβλήματα της εποχής, είναι πάρα πολύ μεγάλη ανάγκη να βρούνε την απαραίτητη στήριξη. Που δεν την έχουν. Υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες που ασχολούνται με αυτά τα είδη, αλλά οι παραστάσεις είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό. Στη Θεσσαλονίκη δε, σχεδόν ανύπαρκτο».
Όσο για τη θεατρική παραγωγή στη Θεσσαλονίκη, «εδώ υπάρχει η παντοκρατορία του Κρατικού και μετά δύο – τρία, μετρημένα δύο τρία, μικρότερα θέατρα που προσπαθούν τα τελευταία χρόνια να κάνουν κάτι. Αλλά είναι τόσο περιορισμένη η στήριξη, σε συνδυασμό με το ότι το Κρατικό δεν δίνει ευκαιρίες, εδώ δεν έχει διευθυντή για μήνες, που η κατάσταση όσον αφορά τη θεατρική παραγωγή στη Θεσσαλονίκη είναι εξαιρετικά ανησυχητική. Γι αυτό η Θεσσαλονίκη, που έχει 3-4 δραματικές σχολές και ένα Τμημα Θεάτρου, δεν μπορεί να κρατήσει τον κόσμο της».
Η πόλη «θα μπορούσε να έχει κρατήσει παιδιά εδώ πέρα και να φτιάξει έναν εξαιρετικό πυρήνα θεατρικής παραγωγής. Δεν το κάνει όμως, ενώ δεν είναι και δύσκολο, Ο Δήμος, η Περιφέρεια, το Κρατικό, θα πρέπει άμεσα να σχεδιάσουν μία Πολιτιστική Πολιτική. Όχι να την αλλάξουν, γιατί δεν υπάρχει. Να τη σχεδιάσουν» τονίζει η διδάσκουλα στο Τμήμα Θεάτρου.
Προς το παρόν, οι κάτοικοι της πόλης καλούνται να μιλήσουν πάνω από «μία πολύ αρνητική κατάσταση, που πρέπει να ανατραπεί άμεσα. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε, να βάλουμε ένα μικρό λιθαράκι σε αυτήν την κατεύθυνση». Καλούνται δηλαδή να γίνουν σκηνοθέτες και πρωταγωνιστές των ζωών τους.