ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: FOSPHOTOS/Alexandros Katsis
Του Παντελή Παντελόγλου
Τα ρεπορτάζ από τη συνάντηση αυτή δεν λένε και πολλά. Ο Αντώνης Σαμαράς, λέει, ζήτησε «την ουσιαστική συμβολή του τραπεζικού συστήματος στην ενίσχυση της ρευστότητας και την ανάκαμψη της οικονομίας».
Πρόκειται για τζάμπα λόγια για την ικανοποίηση του πλήθους, ως συνήθως, κι εξηγούμαστε: Ο πρώτος κύκλος της ανακεφαλαιοποίησης τελείωσε με τις μικρότερες τράπεζες να απορροφώνται η μια μετά την άλλη από τις τέσσερις μεγάλες, οι οποίες με τη σειρά τους ελέγχονται πλήρως από το ΤΧΣ (Alpha Bank 83,66%, Εθνική 84,39%, Eurobank 93,55% και Πειραιώς 81,01%). Πρόκειται καταρχάς για πανηγυρική διάψευση των διαβεβαιώσεων Στουρνάρα, ΤΧΣ και Τραπέζης της Ελλάδος, οι οποίοι καθησύχαζαν προ μηνών το αγριεμένο επενδυτικό κοινό, λέγοντας ότι δεν τίθεται θέμα κρατικοποίησης των συστημικών τραπεζών επειδή το (ιδιωτικό) ΤΧΣ θα τις χρηματοδοτήσει για να συνεχίσουν να υπάρχουν. Βεβαίως, να σημειώσουμε ότι οι εν λόγω διαβεβαιώσεις λάμβαναν χώρα την περασμένη Πρωταπριλιά, οπότε δύσκολα μπορεί κανείς να κατηγορήσει κάποιον ότι έλεγε ψέματα. Από την άλλη, κρατικοποίηση των τραπεζών δεν έχει συμβεί ή αν συνέβη δεν τις κρατικοποίησε το ελληνικό κράτος· «τα ποσά τα οποία το ΤΧΣ χορηγεί για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών προέρχονται από κεφάλαια που αντλούνται στο πλαίσιο του μηχανισμού στήριξης της Ελλάδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο», διευκρινίζει η Τράπεζα της Ελλάδος, άρα κάποιος άλλος «κρατικοποίησε» το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Βεβαίως, μαζί με τον έλεγχο έρχονται και τα προβλήματα: Η σημερινή συμμετοχή του ΤΧΣ στις μετοχικές συνθέσεις των τραπεζών σημαίνει ότι το ταμείο (και οι χρηματοδότες του) εκτίθενται στα χρέη των ίδιων των τραπεζών. Η επερχόμενη διαγραφή, εξισορρόπηση, αναχρηματοδότηση, αναδιάρθρωση ή όπως αλλιώς προτιμούν να την αποκαλούν οι διάφοροι ενδιαφερόμενοι και τα παπαγαλάκια τους, δεν μπορεί να γίνει χωρίς ανταλλάγματα γι’ αυτούς που βάζουν το χέρι στην τσέπη – η χρηματοδότηση του χρέους των τραπεζών είναι μια μορφή επένδυσης που με κάποιον τρόπο πρέπει να αποδώσει.
Ο Μιχάλης Σάλλας, πρόεδρος του ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς, είναι κάπως ειλικρινέστερος από τον πρωθυπουργό όταν, την ίδια μέρα με την συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου, λέει στη γενική συνέλευση της τράπεζάς του ότι «το μεγάλο ζητούμενο είναι η αναδιάρθρωση και η διαχείριση, με σύγχρονες μεθόδους, των επισφαλών απαιτήσεων με στόχο την επιβίωση των επιχειρήσεων». Πράγματι, για τους Έλληνες τραπεζίτες το γαϊτανάκι της δημιουργικής λογιστικής (με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα και με πιστοποίηση ISO, βεβαίως-βεβαίως) πρέπει να συνεχιστεί, έτσι ώστε και οι ισολογισμοί των τραπεζών να μη βαρύνονται στο μέλλον με τα κόκκινα, πια, θαλασσοδάνεια του παρελθόντος και ο έλεγχος των τραπεζών να παραμείνει στα δικά τους χέρια. Ας μην ξεχνάμε ότι οι μελλοντικές απαιτήσεις από τα δοθέντα δάνεια εγγράφονταν στο ενεργητικό των τραπεζών, πράγμα που δεν γίνεται να συνεχίσει να συμβαίνει, τώρα που πληρώνει το ΤΧΣ και δι’ αυτού οι πιστωτές της χώρας. Είναι γεγονός ότι είναι δύσκολο πράγμα να είσαι Έλληνας τραπεζίτης στις μέρες μας. Αυτή την είδηση, αν εργάζεσαι στα «Νέα», μπορείς να την τιτλοφορήσεις «Σχέδιο της Τράπεζας Πειραιώς για οξυγόνο στην αγορά».
Ο Μιχάλης Σάλλας ανέφερε τη Δευτέρα εν παρόδω μια σειρά κλάδους που θα αντιμετωπιστούν με τον «νέο ειδικό φορέα για την αναχρηματοδότηση και τη στήριξη των υγιών εταιρειών» που θα συγκροτήσει η Τράπεζα Πειραιώς (τη Γενική Bad Bank δηλαδή). Ένας απ’ αυτούς, ήταν ο κλάδος των ιχθυοκαλλιεργειών. Ας ρίξουμε μια ματιά στις «υγιείς εταιρείες» του χώρου: Υπάρχουν τρεις μεγάλοι παίκτες στις ιχθυοκαλλιέργειες της χώρας (Νηρέας, Σελόντα και Δίας), εκ των οποίων οι δύο βρίσκονται σε διαδικασία συγχώνευσης από τον Απρίλιο (Σελόντα και Δίας). Σύμφωνα με ρεπορτάζ του ΑΠΕ που αναδημοσιεύει το Εξπρές στις αρχές του Απρίλη, οι δυο συγχωνευόμενες εταιρείες είχαν αθροιστικά ληξιπρόθεσμες τραπεζικές υποχρεώσεις 275,6 εκατ. ευρώ και υποχρεώσεις προς τρίτους 165 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2012, ενώ τα ίδια κεφάλαιά τους ήταν 0,12 εκατ. ευρώ! Και οι Σελόντα και Δίας δεν είναι ακριβώς το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς: σύμφωνα με ρεπορτάζ της Ημερησίας, το νέο σχήμα «θα κατέχει περίπου το 15% της παγκόσμιας αγοράς όσον αφορά την τσιπούρα και το λαβράκι, ενώ θα εξάγει περίπου 35.000 τόνους φρέσκων ελληνικών ψαριών σε περισσότερες από είκοσι χώρες».
Είναι προφανές ότι κανείς τραπεζίτης δεν θα ήθελε για πελάτη μια τέτοια επιχείρηση. Έτσι, οι τράπεζες που στο παρελθόν δάνειζαν αφειδώς τις δυο συγχωνευόμενες εταιρείες προσπαθούν να μπαλώσουν διαφορετικά την τρύπα: στις 28/6, η Τράπεζα Πειραιώς αποκτά ποσοστό 9,93% της ΔΙΑΣ ΑΕ λόγω σύστασης ενεχύρου, ενώ στις 1/7 η Alpha Bank αποκτά 9,88% της εταιρείας για τον ίδιο λόγο. Στην εταιρεία μετοχές έχουν επίσης η Εθνική Τράπεζα και η Eurobank. Εν τέλει, στην πιο πρόσφατη ανακοίνωση (9/7), μαθαίνουμε ότι το ΤΧΣ κατέχει μέσω των τεσσάρων «συστημικών» τραπεζών το 42,79% της ΔΙΑΣ ΑΕ.
Από μια άποψη, ο Μιχάλης Σάλλας έχει δίκιο. Ποια χαρακτηρίζεται υγιής εταιρεία, αν όχι εκείνη που ελέγχεται ή σύντομα θα ελέγχεται από το ζεστό χρήμα της Τρόικας, η οποία μπορεί και να νομοθετεί κατά βούληση; Από την άλλη, βέβαια, η διατύπωσή του περί υγιών εταιρειών κρύβει μια παραπλάνηση του κοινού: αν οι «υγιείς» εταιρείες είναι αυτές που βάζουν το τραπεζικό σύστημα μέσα κατά μισό δισεκατομμυριάκι, ποιες είναι οι ασθενείς; Φυσικά η περίπτωση ΔΙΑΣ-Σελόντα δεν είναι η μοναδική κι αν αναζητήσει κανείς τα δεδομένα κι άλλων εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών ανώνυμων εταιρειών θα βρει υψηλές τραπεζικές συμμετοχές και άρα τον ουσιαστικό έλεγχο ολόκληρων κλάδων από τα κεφάλαια της Τρόικας. Σε ποιο αδιέξοδο μπορεί σύντομα να οδηγήσει όλη αυτή η προφανής δυσλειτουργία μιας κατ’ όνομα μόνον ελεύθερης αγοράς, θα το μάθουμε καθώς θα διασχίζουμε την δύσκολη οδό. Και το δυσάρεστο μάθημα θα το μάθουν πρώτοι οι σημερινοί εργαζόμενοι και αύριο άνεργοι των κλάδων που θα καταρρέουν διαδοχικά, για να πραγματοποιηθεί η αναγκαία «δημιουργική καταστροφή», η λεγόμενη και επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. Οι 1500 περίπου εργαζόμενοι του νέου ιχθυοκαλλιεργητικού σχήματος ΔΙΑΣ-Σελόντα σύντομα θα έχουν να μας πουν τη δική τους ιστορία.