Σχεδόν σαν … μεταδοτική ασθένεια αντιμετωπίζεται στους εργασιακούς χώρους η μητρότητα στην Ελλάδα, την ίδια στιγμή που σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Κομισιόν ακυρώνει στη πράξη την υιοθέτηση κοινοτικής οδηγίας για την ενίσχυση της προστασίας της. Αυτό το καθεστώς (νεοφιλελεύθερης) δίωξης της μητρότητας τεκμηρίωσαν με τις παρεμβάσεις τους στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής που συνεδρίασε την Πέμπτη (14/5) εκπρόσωποι των αρμόδιων φορέων και ευρωβουλευτές. Τα στοιχεία ανατριχιαστικά: Οι μητέρες στους χώρους δουλειάς διώκονται με θεμιτά και αθέμιτα μέσα ενώ εργάζονται σε καθεστώς ανασφάλειας και φόβου σαν να έχουν υποπέσει σε ποινικό αδίκημα! Κατά τα άλλα οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ωρύονται για την ανάγκη αναδόμησης των ασφαλιστικών συστημάτων, εξαιτίας της γήρανσης του ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Όπως χαρακτηριστικά σημείωσε μιλώντας στην επιτροπή η ευρωβουλευτής Κ.Κούνεβα σχετικά με την νέα οδηγία για την αύξηση της άδειας μητρότητας «έχουν συμπληρωθεί 7 χρόνια από τότε που ξεκίνησε η προσπάθεια να αποφασισθεί και σήμερα κινδυνεύει με απόσυρση. Η πρόταση που έκανε η Κομισιόν το 2010 προέβλεπε επέκταση της άδειας μητρότητας από τις 14 στις 18 εβδομάδες. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να αυξήσει την άδεια μητρότητας στις 20 εβδομάδας. Αποφάσισε επίσης να δώσει και μια άδεια πατρότητας δύο εβδομάδων και απαίτησε αυτά να δίνονται από τους εργοδότες σε πλήρεις αποδοχές. Όπως ξέρετε, για να γίνει νόμος της Ε.Ε. μια νομοθετική πρόταση πρέπει να συμφωνήσουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, δηλαδή τα κράτη μέλη. Το Συμβούλιο, δηλαδή τα κράτη μέλη, αντιδρούν στην Οδηγία όπως έχει διαμορφωθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Κομισιόν απειλεί ότι εάν μέχρι τον Ιούνιο δεν υπάρξει συμφωνία, η Οδηγία να αποσυρθεί. Γιατί αντιδρούν; Για το κόστος, φυσικά. Όλα είναι κόστος, η μητρότητα, η ισότητα των φύλων».
Μάλιστα η Κ.Κούνεβα πρόσθεσε ότι «αν θέλετε τη γνώμη μου, ακόμη και οι είκοσι εβδομάδες άδειας είναι πολύ λίγες σαν μέτρο, γιατί μια μητέρα χρειάζεται τρία χρόνια να μένει με το παιδί της. Αυτό, θα ήταν πραγματικά, μεγάλη πρόοδος.Η Ευρώπη, παραπονείται ότι έχει δημογραφικό πρόβλημα, ότι ο πληθυσμός της γερνάει, ότι αυτό θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις στο ασφαλιστικό σύστημα. Αλλά, όταν τα κράτη καλούνται να κάνουν κάτι για να βοηθήσουν τα ζευγάρια και τις νέες γυναίκες να κάνουν παιδιά, θυμούνται το κόστος. Έτσι, λοιπόν, μπαίνουμε σε φαύλο κύκλο».
Μάλιστα ακόμη και στην εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας υπάρχουν σοβαρά προβλήματα όπως κατήγγειλε ο Γιώργος Κουμπούρας, Νομικός Σύμβουλος της Γενικής Γραμματείας Ισότητας. Όπως είπε «οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν δίνουν την ισόχρονη προς το μειωμένο άδεια, προς τις εργαζόμενες μητέρες. Το αποτέλεσμα είναι μετά τη λήξη του εξαμήνου, να χάνουν κάποιους μήνες μειωμένου ωραρίου. Το πρόβλημα αυτό, το έχει διαπιστώσει και ο Συνήγορος του Πολίτη, και έχει κάνει πρόταση που μπορεί να ληφθεί νομοθετικά. Να αρχίζει το μειωμένο ωράριο ή ισόχρονη άδεια, μετά τη λήξη του εξαμήνου.Στο πλαίσιο της εξάμηνης άδειας του ΟΑΕΔ, έχουν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν πολλές και μεγάλες κατηγορίες εργαζόμενων γυναικών, που αποκλείεται από την οδηγία. Παράδειγμα είναι οι εργαζόμενες στα ΝΠΙΔ του ευρύτερου δημόσιου τομέα, και οι εργαζόμενες με σχέση ΙΔΟΧ και του ίδιου του δημόσιου τομέα ή των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ. Ως Γ.Γ.Ι.Φ. προτείνουμε την βαθμιαία επέκταση της ειδικής άδειας μητρότητας στον ιδιωτικό τομέα, από τους 6 στους 10 μήνες μετά την άδεια της λοχίας, και την μετατροπή της σε γονική άδεια με δυνατότητα λήψης εναλλακτικά και από τον ίδιο τον πατέρα.
Εικόνα εργασιακής ζούγκλας σε βάρος της μητρότητας μετέφερε και η εκπρόσωπος του Συνήγορου του Πολίτη Ηλέκτρα Δέμοιρου. Σημείωσε ότι οι εργοδότες χρησιμοποιούν σειρά μεθοδεύσεων προκειμένου να …ξεφορτωθούν τις εργαζόμενες-μητέρες. Ενδεικτικά επισήμανε τα εξής: «Σε πολλές περιπτώσεις στις οποίες διαμεσολάβησε ο Συνήγορος, φάνηκε ότι οι εργοδότες επιχειρούν να καταγγείλουν τη σύμβαση εργασίας παρά την ύπαρξη των αναγκαστικού δικαίου διατάξεων του νόμου κατά την περίοδο της προστασίας, λόγω εγκυμοσύνης ή μητρότητας. Μάλιστα, κάποιες φορές, όταν αντιλαμβάνονται τη δυσκολία απόλυσης, διαμορφώνουν τόσο αρνητικό κλίμα στην εργασία που οδηγεί τις εργαζόμενες σε παραίτηση. Ακόμα, πολύ συχνά παρατηρείται το φαινόμενο οι εργοδότες να δηλώνουν στον ΟΑΕΔ ότι οι εργαζόμενες αποχώρησαν οικειοθελώς από την επιχείρησή τους, χωρίς κάτι τέτοιο να έχει συμβεί».
Παράλληλα, η Η.Δεμοίρου σημείωσε ότι «η εμπειρία του Συνηγόρου καταδεικνύει πως οι εργαζόμενες προσπαθούν να διευθετήσουν το πρόβλημα που έχει δημιουργήσει η καταστρατήγηση του νόμου εκ μέρους του εργοδότη απευθείας με εκείνον. Σε πολλές περιπτώσεις δέχονται κατ' ουσίαν την παραβίαση των εργασιακών τους δικαιωμάτων προκειμένου να μη χάσουν τη θέση εργασίας τους, εξ ου και αρκετές φορές οι εργαζόμενες προβαίνουν μεν σε καταγγελία στην επιθεώρηση εργασίας ή στον Συνήγορο, αλλά εμφανίζονται ιδιαίτερα διστακτικές ως προς τις ενέργειες διαμεσολάβησης, ενώ δεν είναι σπάνιες και οι περιπτώσεις που αποσύρουν την καταγγελία φοβούμενες την απόλυση».
Όλα αυτά μέσα σε ένα κλίμα απαξίωσης της γυναικείας εργασίας, όπως και συνολικά της εργασίας, στο πλαίσιο των πολιτικών του μνημονίου. Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία που παρέθεσε η εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Ισότητας Βασιλική Σαίνη: «Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η πρόσφατη οικονομική κρίση έχει καταφέρει καίριο πλήγμα στα κεκτημένα κοινωνικά δικαιώματα και των δύο φύλων, με κύριο παράδειγμα αυτό της εργασίας. Παρατηρείται το ποσοστό απασχόλησης των ανδρών να πέφτει από το 80,4% στο 62,7% και των γυναικών από το 52,5% στο 43,3%, με τον γυναικείο όμως πληθυσμό να αντιμετωπίζει μεγαλύτερα εμπόδια εισόδου στην αγορά εργασίας, είτε πρόκειται για νεοεισερχόμενες, είτε πρόκειται για μακροχρόνια άνεργες. Αυτή η άποψη ενισχύεται και από τα τελευταία στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. που στο τέταρτο τρίμηνο του 2015, το ποσοστό ανεργίας των γυναικών ανήλθε στο 29,6%, με 60,6% στις νεαρές ηλικίες από 15 έως 19 ετών».