«Εκτιμώντας όλο το αποδεικτικό υλικό αδυνατώ καταλήξω στο τι ακριβώς συνέβη. Έχω αμφιβολίες. Μπορεί να συνέβησαν τα γεγονότα όπως τα λέει η καταγγέλουσσα στο δικαστήριο, αλλά το δικαστήριο δε μπορεί να καταδικάσει με αμφιβολίες. Οι διαφοροποιήσεις στις καταθέσεις της πρώτης καταγγέλλουσας δεν είναι λεπτομέρειες. Υπάρχουν αμφιβολίες για το τι ακριβώς συνέβη» τόνισε στην αγόρευση της η εισαγγελέας, ολοκληρώνοντας το πρώτο κεφάλαιο που αφορούσε στην τετελεσμένη αξιόποινη πράξη που περιλαμβάνεται στο κατηγορητήριο για το Πέτρο Φιλιππίδη.

Για την πρώτη καταγγέλλουσα

Η εισαγγελική λειτουργός στάθμισε ότι στις καταθέσεις της πρώτης καταγγέλλουσας υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές και διαφοροποιήσεις τις οποίες και περιέγραψε.

«Σε ερωτήσεις προς την καταγγέλλουσα για τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν στις καταθέσεις της εκείνη υποστήριξε: «Ήταν όλα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Όταν μου τα θύμισε ο Παναγιώτης (φίλος της), ήταν σαν να άνοιξε αυτή την πόρτα».

» Η καταγγέλλουσα σε τρία διαφορετικά όργανα κατέθεσε διαφορετική αποτύπωση των γεγονότων. Αλλά στο ΣΕΗ, αλλά στον εισαγγελέα, αλλά στην ανάκριση. Γιατί δεν είπε στον εισαγγελέα όσα είπε στον ανακριτή. Η καταγγέλλουσα προσήλθε στον εισαγγελέα για να καταγγείλει όσα υπέστη, όχι να τα χαρακτηρίσει νομικά. Το τόσο σοβαρό γεγονός το καταθέτει πρώτη φορά στην ανακρίτρια. Αν το είχε καταθέσει στον εισαγγελέα θα είχα διαφορετική τοποθέτηση, δεχόμενη ότι στο ΣΕΗ ήθελε να καταγράψει μια καταγγελία. Ανακάλυπτε όμως κάτι νέο σε κάθε επόμενο στάδιο».

Αυτές οι διαφοροποιήσεις δημιούργησαν ερωτηματικά στην εισαγγελέα της έδρας.

«Μου προκάλεσε εντύπωση ότι σε αίτημα για αναπαράσταση η πρώτη καταγγέλουσα είπε: «Θα δεχτώ να γίνει αναπαράσταση αν το κάνει ο ίδιος. Μπορεί;».

Στη συνέχεια, είπε ότι ήταν χιούμορ και ειρωνεία και πως το θεωρεί αναχρονιστικό. «Επιτρέψτε μου όμως ότι με το βιαστή σου δε μπορείς να κανείς χιούμορ. Θα εκτιμηθεί και η συμπεριφορά του θύματος. Το θύμα δεν απολογείται για τη συμπεριφορά του, αλλά αξιολογείται η κατάθεσή του».