Την ενοχή του 39χρονου προπονητή ιστιοπλοΐας για βιασμό κατ’ εξακολούθηση και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση ζήτησε ο εισαγγελέας της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χαράλαμπος Μαστραντωνάκης, ενώ πρότεινε την απαλλαγή του για την αποπλάνηση λόγω απορρόφησης από το βαρύτερο αδίκημα της κατάχρησης σε ασέλγεια.

«Το σχέδιο του κατηγορουμένου ήταν εγκληματικό γιατί εκμεταλλεύτηκε την εμπιστοσύνη των γονέων» είπε ο εισαγγελέας ξεκινώντας την αγόρευση του περιγράφοντας πως ο προπονητής έχτισε σχέσεις εμπιστοσύνης με τους γονείς και τους αθλητές στον ναυτικό όμιλο του Ωρωπού.

«Το σχέδιο του κατηγορουμένου ήταν εγκληματικό γιατί εκμεταλλεύτηκε την εμπιστοσύνη των γονέων» ανέφερε και συμπλήρωσε σχετικά με την Αμαλία: «Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου». Ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας. «Ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά είναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».

Ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στο πρώτο ταξίδι στο Γαλαξίδι, όταν «με το πρόσχημα ότι θα της μιλήσει για τους αγώνες τη φίλησε στο στόμα». Κατά τον ίδιο, «το παιδί θορυβήθηκε και εκδήλωσε συναίσθημα άγχους. Ο ίδιος με τρόπο που δεν προσδιορίστηκε ακριβώς από την ακροαματική διαδικασία, ανέβηκε στο δωμάτιο και εκμεταλλευόμενος το σκότος και το γεγονός ότι κοιμόντουσαν τα αλλά παιδιά, την έριξε στο πάτωμα και την ανάγκασε να ανοίξει το στόμα της και να εισχωρήσει τη γλώσσα του». Όμως, η αντίσταση της μικρής κοπέλας τον έκανε να φύγει από το δωμάτιο».

Ο εισαγγελικός λειτουργός περιέγραψε και όσα καταγγέλλονται ότι συνέβησαν την επόμενη χρονιά και πάλι σε αγώνες στο Γαλαξίδι. «Της επιτέθηκε στο κάθισμα του συνοδηγού και την εξανάγκασε σε συνουσία. Είναι πρώτη επαφή μεταξύ του κατηγορουμένου και της καταγγέλλουσας. Ακολούθησε δεύτερο περιστατικό μέσα στο δωμάτιο που κοιμόταν ο κατηγορούμενος με τον πατέρα της αθλήτριας, όταν ήρθε σε σεξουαλική επαφή μαζί της» σημείωσε ο εισαγγελέας.

«Τελευταία φορά που έλαβε χώρα γενετήσια πράξη εξαναγκασμού ήταν στο λιμάνι όταν εκείνη περίμενε ένα φίλο της. Όταν ο κατηγορούμενος το κατάλαβε την έσπρωξε στα αποδυτήρια και χωρίς να πτοείται από τα κλάματα της 14χρονης τότε αθλήτριας της είπε «θέλω να γελάς και να μη κλαις» και προχώρησε σε γενετήσια πράξη» είπε ο κ. Μαστραντωνάκης και συμπλήρωσε ότι επτά χρόνια αργότερα βρήκε το κουράγιο με αφορμή άλλη υπόθεση αθλήτριας που ανέφερε τη δίκη της ιστορία, να τον καταγγείλει.

Σχετικά με τους προβληματισμούς που εμφανίστηκε να είχε κατά τη διάρκεια της δίκης, ο εισαγγελέας εξήγησε: «Η καταγγέλλουσα όσες φορές και να επανέλαβε τα καταγγελλόμενα περιέγραψε ακριβώς τα ίδια πραγματικά περιστατικά και τις 3 φορές γεγονός που αποδεικνύει κατά την κρίση μου ότι την στιγμάτισαν. Ασκήθηκε σωματική βία. «Όσες φορές κι αν προσπάθησα να την απωθησω ήταν μάταιο» είχε πει. Περίμενε λοιπόν να τελειώσει όλο αυτό. Δεν αντέδρασε λόγω της ψυχολογικής βίας. Λόγω φόβου και ντροπής. «Μου έλεγε πως είμαι χρησιμοποιημένη, τελευταία. Μετά με απειλούσε» έχει περιγράψει το θύμα. Φοβόταν ότι θα καταρρακώσει τους γονείς της».

Ο εισαγγελέας έκανε λόγο για σωρεία αντιφάσεων στην απολογία του κατηγορούμενου σε σχέση με όσα ανέφερε στην ανακρίτρια τα οποία ανέγνωσε και υπέγραψε όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ενώ πρόσθεσε πως δεν προέκυψε πως η αθλήτρια προέβη στην καταγγελία της για να λάβει χορηγίες ή για λόγους που αφορούν τα εσωτερικά της ομοσπονδία ιστιοπλοΐας και ζήτησε να κριθεί ένοχος ο κατηγορούμενος για τις δύο εκ των τριών κακουργηματικών πράξεων για τις οποίες κατηγορείται.