Σε σοβαρές καταγγελίες προχώρησε ο Τάσος Τέλλογλου καθώς περιγράφει άγνωστα περιστατικά παρακολουθήσεων σε βάρος τόσο του ίδιου όσο και άλλων δημοσιογράφων.

Ειδικότερα, ο δημοσιογράφος σε άρθρο του στο Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ αναφέρει ότι «στις 27 Μαΐου 2022 περπατώντας στο Κολωνάκι, συνοικία στο κέντρο της Αθήνας, παρατήρησα ότι ένας νεαρός άνδρας με ένα πλαστικό ποτήρι καφέ στο χέρι και μια τσάντα περασμένη γύρω από τη μέση του με ακολουθούσε. Ήταν 10 το πρωί και κατευθυνόμουν σε μια συνάντηση με μια πηγή που δραστηριοποιούνταν στην εμπορία λογισμικών για τις ανάγκες των υπηρεσιών ασφαλείας. «Κοίτα να έρθεις μόνος σου», με είχε προειδοποιήσει, αλλά δεν έδωσα μεγάλη σημασία, παρά το γεγονός ότι τον Μάιο συχνά έβλεπα ανθρώπους να με ακολουθούν επίμονα. Αποφάσισα ότι θα έπρεπε να δοκιμάσω αν ο άνθρωπος που με ακολουθούσε ήταν εκεί για μένα. Άλλαξα πεζοδρόμιο και άλλαξε κι αυτός, μπήκα σε ένα μαγαζί και στάθηκε σε αυτό, άλλαξα και πάλι πεζοδρόμιο και μπήκα γρήγορα στην είσοδο της πολυκατοικίας στην οδό Καρνεάδου 37 δίπλα σε ένα ταχυδρομικό γραφείο κοντά στο κέντρο της Αθήνας. Όταν πέρασε από μπροστά μου τον άρπαξα. Άρχισε να φωνάζει, και όταν τον ρώτησα «ποιος είσαι;» και προσπάθησα να βάλω το χέρι στην εσωτερική τσέπη για να πάρω την ταυτότητά του, το έβαλε στα πόδια προς τη Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας».

Το μεσημέρι ένας αξιωματούχος μιας υπηρεσίας ασφαλείας μου αρνήθηκε στο τηλέφωνο κάθε ευθύνη. «Ενδιαφέρονται και άλλες υπηρεσίες», μου είπε ξερά. Λίγες μέρες αργότερα ένας απόστρατος της Ελληνικής Αστυνομίας μου είπε να προσέχω το πάρκινγκ που παρκάρω το αυτοκίνητό μου. Ρώτησα τον υπάλληλο του πάρκινγκ στο Παγκράτι, μια άλλη γειτονιά του κέντρου της Αθήνας, εάν είχε συμβεί κάτι ασυνήθιστο. Μετά από πίεση μου είπε ότι είχε έρθει ένας «κύριος από την αστυνομία και ήθελε να πάει στο αυτοκίνητό σας αλλά δεν τον άφησα». Στις 2 Μαΐου 2022 με φωτογράφισαν σε καφετέρια ενός προαστίου της Αθήνας, του Νέου Ψυχικού, μετά από μια συνάντησή μου με τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη, το πρώτο θύμα του λογισμικού Predator σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο φίλος που μας έστειλε τη φωτογραφία μας παρακάλεσε να μη την δημοσιεύσουμε, δουλεύει για το κράτος.

Τον Ιούνιο του 2022 μια πηγή με ενημέρωση από τις υπηρεσίες ασφαλείας μου είπε ότι η συνάδελφός μου Ελίζα Τριανταφύλλου, ο ρεπόρτερ Θοδωρής Χονδρόγιαννος, ο Θανάσης Κουκάκης και εγώ «συσχετιζόμασταν» με δεκάδες υποψήφιες πηγές μας με βάση την κεραία της κινητής τηλεφωνίας στην οποία βρίσκονταν τα κινητά μας, για να υπάρχει «μία εικόνα για το αν συναντιόμαστε».

Λίγο μετά το Δεκαπενταύγουστο βρέθηκα σε ένα κτίριο στη λεωφόρο Κηφισίας, στη βόρεια Αθήνα, κι άνοιξα το τηλέφωνό μου μόνο για να φωτογραφίσω ένα λογότυπο εταιρείας. Το απόγευμα ρωτήθηκα από κάποιον που δεν θα έπρεπε να το ξέρει αν το πρωί βρισκόμουν στο συγκεκριμένο κτίριο.

Όλα αυτά, πέρα από παραβίαση της κείμενης εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας για το απόρρητο των τηλεπικοινωνιών, συνιστούν κι ένα σοβαρότατο εμπόδιο στη δουλειά μας. Πώς να πας να συναντήσεις και να μιλήσεις σε έναν άνθρωπο όταν ξέρει ότι δεν θα πας μόνος σου; Και τι ρίσκο παίρνει αυτός ή αυτή που συναντιέται μαζί σου; Το πρόβλημα, πέρα από πολιτικό, νομικό και τεχνικό, είναι και βιοποριστικό για όσους επιμένουμε να βιοποριζόμαστε ερευνώντας. Σε συνθήκες απόλυτης μοναξιάς ακόμα και από τις οικογένειές μας.

Διαβάστε περισσότερα εδώ.