Σύμφωνα με την εφημερίδα Τα Νέα, η ραγδαία συρρίκνωση των εισοδημάτων των ελλήνων εργαζομένων -την τελευταία τριετία ξεπέρασε το 30%- σε συνδυασμό με το υψηλό επίπεδο των τιμών στα βασικά είδη έχει οδηγήσει τους καταναλωτές να «αισθάνονται» στις τσέπες τους την ακρίβεια «σκληρότερη» ακόμη και από τους καταναλωτές χωρών στις οποίες οι τιμές των αγαθών στο ράφι είναι ίδιες ή υψηλότερες. 
 
Πρόκειται για την ακρίβεια σε πραγματικούς όρους που αποτυπώνει τη σχέση μεταξύ των τιμών και των εισοδημάτων και καθιστά την Ελλάδα πρωταθλήτρια στην Ευρωζώνη.
 

Πορτογαλία και Ολλανδία

 
Εξετάζοντας τις ενδεικτικές τιμές 20 βασικών αγαθών στα σουπερμάρκετ (ρύζι, ψωμί, γάλα, αβγά, ελαιόλαδο κ.λπ.) σε Ελλάδα, Πορτογαλία, Ολλανδία και Λουξεμβούργο (περιλαμβάνονται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Detailed Average Price Report November 2013) συμπεραίνει κάποιος ότι η Ελλάδα στην πραγματικότητα έχει το ακριβότερο καλάθι, αν λάβει υπόψη του ότι οι καταναλωτές πληρώνουν για να το αγοράσουν το μεγαλύτερο ποσοστό του μισθού τους σε σχέση με τους καταναλωτές στις άλλες τρεις χώρες.
 
Συγκεκριμένα για ένα καλάθι με 20 βασικά αγαθά που στην Ελλάδα κοστίζει συνολικά 63,4 ευρώ, ο έλληνας καταναλωτής που πληρώνεται σήμερα με τον βασικό (κατώτατο) μισθό των 586 ευρώ χρειάζεται να δαπανήσει το 10,81% των μηνιαίων αποδοχών του. Τα ίδια προϊόντα στην Ολλανδία κοστίζουν 50,3 ευρώ με τον ολλανδό εργαζόμενο που αμείβεται με 1.478 ευρώ κατώτατο μισθό να δαπανά μόλις το 3,4% των μηνιαίων εισοδημάτων του, δηλαδή περίπου τρεις φορές λιγότερο από τον Έλληνα.
 
Αντίστοιχα το ίδιο καλάθι στο Λουξεμβούργο κοστίζει 70,53 ευρώ. Και σε αυτήν τη χώρα όμως, όπου ο βασικός μισθός είναι 1.874, ο καταναλωτής που αμείβεται με τρεισήμισι φορές υψηλότερες αποδοχές από τον Έλληνα δαπανά το 3,7% των μηναίων αποδοχών του, δηλαδή σημαντικά λιγότερο. Τέλος, ο πορτογάλος καταναλωτής, ο οποίος και αυτός λόγω της οικονομικής κρίσης είδε όπως και οι Έλληνες τα εισοδήματά του να μειώνονται και μάλιστα λαμβάνει βασικό μισθό χαμηλότερο, μόλις 485 ευρώ, πληρώνει για την αγορά των 20 προϊόντων 46,48 ευρώ που αντιστοιχεί στο 9,58% των μηναίων αποδοχών του.