Της Σόνιας Χαϊμαντά
Στη λογική του «δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται» τα media, ανακαλύπτουν όψιμα και αποκαλύπτουν ηρωικά προς τα έξω τα έργα και τις ημέρες των διαφημιστικών εταιρειών. Με συμπεριφορά Πόντιου Πιλάτου και αυτοί οι διαφημιστές που φαίνεται να επιβιώνουν προς ώρας στην κρίση, επιστρέφουν στην ανάγκη διατήρησης της «Ιδέας» ως πεμπτουσία της επαγγελματικής και επιχειρηματικής δράσης μιας διαφημιστικής, ξεχνώντας ότι έως πρόσφατα λειτουργούσαν σαν το δοχείο που λάδωνε τη μηχανή του τριγώνου λειτουργίας των επιχειρήσεων – διαφημιζομένων, των ΜΜΕ και αυτών των ιδίων φυσικά.
Είτε φταίει ο στρεβλός Νόμος Βενιζέλου 2328/95, είτε ο Νόμος Ρουσόπουλου που ποινικοποίησε δήθεν την υπέρβαση των επιστροφών (9,9%) επί των διαφημιστικών τζίρων, είτε ευθύνονται οι κανόνες της ελεύθερης αγοράς είτε η απληστία της ανθρώπινης φύσης, οι διαφημιστικές καλούνται να πληρώσουν πρώτες και καλύτερες μαζί με τα ΜΜΕ τις συνέπειες μιας κρίσης ιδιότυπης, που ναι μεν έχει σχέση με τη γενικότερη κρίση αλλά εμπεριέχει και εγγενή στοιχεία.
Οι διαφημιστικές, ίσα ίσα πάτησαν πάνω στη μεγάλη κρίση για να φύγουν νύχτα από την αγορά, αποποιούμενοι των ευθυνών τους και των χρεών τους προς τα Μέσα, προμηθευτές και εργαζόμενους.
Ποιος μπορούσε να πιστέψει μερικά χρόνια πριν ότι οι διαφημιστικές που χειρίζονταν μέρος των λογαριασμών του ΟΤΕ και της Cosmote (Leo Burnett, Ashley and Holmes) ή του ΟΠΑΠ (Mass και UpSet) θα εξαφανίζονταν από την αγορά μέσα σε λίγες ημέρες αφήνοντας φέσια εκατομμυρίων ευρώ και παίρνοντας την οδό της Πτώχευσης αριθμός 99;
Η Ashley and Holmes έχει ανοικτούς λογαριασμούς που αγγίζουν το ποσόν των 10 εκατ. ευρώ εν είδει ακάλυπτων επιταγών τα οποία επιμερίζονται ως εξής.: περί τα 3,7 εκατ. ευρώ στο Mega, 2,5 εκατ. ευρώ στον ΑΝΤ1, 1,2 εκατ. ευρώ στον ΣΚΑΙ, 1 εκατ. ευρώ στον ΔΟΛ, 600.000 ευρώ στον Πήγασο και άλλες εφημερίδες όπως το «Πρώτο Θέμα» και η «Real News».
Στο μετοχικό κεφάλαιο συμμετείχε και ο εφοπλιστής Β.Ρέστης με 30% ενώ ήδη ο εκπρόσωπός του, επιχειρηματίας Γ.Τρεπεκλής συνεργάζεται με τα στελέχη της εταιρείας για την καταβολή των αποζημιώσεων και την απαίτηση των οφειλόμενων από πελάτες όπως ο ΕΟΤ, το υπ. Μεταφορών, η Altec ΑΒΕΕ κ.ά..
Το περίεργο είναι ότι τα οικονομικά της εταιρείας δεν έδειχναν ότι όδευε στην καταστροφή. Τα μικτά της κέρδη ανήλθαν το 2010 σε 6,040 εκατ. ευρώ έναντι 8,2 εκατ. ευρώ το 2009 (-26,9%) ενώ τα κέρδη προ φόρων σε 160.053 ευρώ έναντι 197.565 ευρώ (-18,9%). Τα μικτά έσοδα άγγιξαν το 2010 τα 21,5 εκατ. ευρώ έναντι 43,9 εκατ. ευρώ το 2009 (-28,2%) ενώ οι υποχρεώσεις διαμορφώθηκαν στα 38,3 εκατ. ευρώ έναντι 41,8 εκατ. ευρώ (-8,3%).
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι η απώλεια από τις διαφημιστικές που έχουν «βαρέσει κανόνι» υπολογίζεται μόνο για τον ANT1 και το Mega στα 14 εκατ. ευρώ.
Από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της Leo Burnett, ύψους 23,5 εκατ. ευρώ, τα 20 εκατ. ευρώ οφείλονται μόνο στα κανάλια. Στη Mass οφείλονται περί τα 6 εκατ. ευρώ από διαφημιζόμενους του Δημοσίου και άλλα 40 εκατ. ευρώ από τον ιδιωτικό τομέα. Μόνον το Alter χρωστά στη Mass 45,9 εκατ. ευρώ όταν στη Leo Burnett οφείλει 24,1 εκατ. ευρώ και στην UpSet, 34 εκατ. ευρώ.
Είναι ενδιαφέρον να εξετάσει κανείς τον πίνακα που αναφέρεται στα οικονομικά μεγέθη των διαφημιστικών. Και μόνο μια απλή ματιά στην κολώνα των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων φθάνει για να καταλάβει κανείς ποια διαφημιστική παίρνει σειρά στον δρόμο για το …99.
Το περίεργο είναι ότι πριν από έναν χρόνο οι διαφημιστές μέσω της ΕΔΕΕ επιχειρούσαν να θεραπεύσουν το τρωθέν κύρος τους στην αγορά, καθώς είχαν συγκαταλεχθεί στην ομάδα «υψηλού κινδύνου φοροδιαφυγής», σε εγκύκλιο εξίσωνε τις διαφημιστικές επιχειρήσεις με εταιρείες και κλάδους με έντονη και σταθερά φοροδιαφεύγουσα – δηλαδή παράνομη – συμπεριφορά.
Η στάση αυτή του υπουργείου και συγκεκριμένα της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Δίωξης Φοροδιαφυγής, που θεωρούσε τις διαφημιστικές ευεπίφορες στη φοροδιαφυγή μαζί με τις επιχειρήσεις γραφικών τεχνών, χωματουργικών έργων κ.α. προκάλεσε την αντίδραση της ΕΔΕΕ, η οποία με επιστολή της προς τον τότε υφυπουργό Οικονομίας, Αντ. Μπέζα, ζητούσε την άμεση απόσυρση ή αναμόρφωση της εγκυκλίου, προτάσσοντας μάλιστα διπλό επιχείρημα:
Α) Ο κλάδος είναι σοβαρός και «απαρτίζεται κατά κύριο λόγο από πολυεθνικά, και δη αμερικανικά δίκτυα, που ελέγχονται αυστηρά από το ελληνικό Δημόσιο όσο και από τις μητρικές τους με βάση κανόνες που εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις εισηγμένες στα χρηματιστήρια των ΗΠΑ» και
Β) η ανάγκη αποκατάστασης της αλήθειας υποχρεώνει να αναφερθεί ότι «η διατύπωση μάλλον αφορά περιφερειακές της διαφήμισης επιχειρήσεις, όπως παραγωγή διαφημιστικού υλικού, τυπογραφεία, αφισοκολλήσεις, που δεν είναι μέλη της ΕΔΕΕ και καθώς αποκαλούνται διαφημιστικές επιχειρήσεις!»
Στο –15% κατά media Services, στο –40% στο Πρωτοδικείο
Απορίας άξιο είναι πως είναι δυνατόν να πέφτει η διαφημιστική δαπάνη το 2011 κατά 15% όταν οι τζίροι των μηντιακών επιχειρήσεων πραγματοποιούν βουτιές έως και κατά 60%! Ή τα στοιχεία της Media Services παραείναι… επίσημα ή οι ζημίες είναι μεταφερόμενες και ενδεχομένως μαγειρεμένες.
Πρόκειται για μια μείωση ωστόσο που έρχεται να προστεθεί στην περσινή και να επιβαρύνει τα ήδη «απισχνασμένα» έσοδα των Μέσων τις προηγούμενες χρήσεις που έκαναν «βουτιά» κατά 15% το 2010 και κατά 17% το 2009 (2,21 δις ευρώ) ενώ είχαν πέσει κατά 0,56% το 2008 οπότε είχαν εισπράξει από τους διαφημιζόμενους 2,66 δις ευρώ.
Τα περιοδικά, με τα γνωστά “τρικ” των συμψηφισμών και των έως και μισοτιμής – εκπτώσεων αποσπούν το 36% της πίτας για να δουν τα έσοδά τους μειωμένα κατά 22,2% καθώς πωλούν διαφημιστικό χώρο αξίας 580.000.000 ευρώ έναντι 746.000.000 ευρώ το 2010.
Η δυναμική της τηλεόρασης παρουσιάζει συγκρατημένη πτώση της τάξεως του -2,8% καθώς καταφέρνει από 583,1 εκατ. ευρώ το 2010 να αναχαιτίσει τη διαρροή των ταμείων της στα 566,3 εκατ. ευρώ (μερίδιο 35,5%). Εποχή ματαίων επιδόσεων διάγει και ο Τύπος ο οποίος διαφημίζει προϊόντα και υπηρεσίες αντί 359 εκατ. ευρώ, ιστορικό χαμηλό της δεκαετίας με βουτιά της τάξεως του 17,10%. Αρκεί να θυμίσουμε ότι μόλις 7 χρόνια πριν και συγκεκριμένα το 2005, οι εφημερίδες απορρόφησαν διαφημίσεις αξίας 407,3 εκατ. ευρώ έναντι 352,8 εκατ. ευρώ που είχαν εισπράξει την επίσης χρυσή χρονιά του 2004. Το μερίδιο στη διαφημιστική πίτα ανέρχεται το 2011 στο 22,5%. Σταθερά και μονίμως χαμένος στην «οικογένεια» των ΜΜΕ, το ραδιόφωνο στο οποίο αντιστοιχεί το μονοψήφιο 5,5% της «πίτας» και διαφημιστικές εισροές ύψους 87,8 εκατ. ευρώ (απώλεια 29,3% έναντι του 2010).
Στο -2,8% η Τηλεόραση
Το 2011 η πτώση της διαφημιστικής δαπάνης στην τηλεόραση περιορίστηκε αισθητά, όπως δείχνουν τα στοιχεία της Media Services.
Έτσι, «έκλεισε» στο -2,8% έναντι πτώσης 18,4% που είχε η δαπάνη στο «θερμότερο» μέσον την περίοδο 2009-2010. Το 2011 τα κανάλια απορρόφησαν τεκμαρτή διαφήμιση αξίας 566,3 εκατ. ευρώ έναντι 583,1 εκατ. ευρώ το 2010. Σύμφωνα με τη Media Services S.A. o τηλεοπτικός σταθμός Alpha (από τον οποίο αποφάσισαν να αποχωρήσουν οι Γερμανοί του RTL επικαλούμενοι πτώση της δαπάνης κατά 50% την τριετία) και ο ΑΝΤ1 ήταν τα κανάλια που το 2011 είχαν την μεγαλύτερη άνοδο διαφημιστικής δαπάνης: δηλαδή κατά 7,4% και 7,3% αντίστοιχα. Μικρότερη ήταν η άνοδος για τα άλλα δύο μεγάλα κανάλια, αφού έφτασε στο 4,9% για το Star και στο 1,8% για το Mega.
Τις μεγαλύτερες απώλειες το 2011 είχαν ωστόσο τα κρατικά κανάλια: – 60,2% η ΝΕΤ, πτώση 56,3% η ΕΤ-1 και βουτιά 25,6% η ΕΤ-3.
Όπως αναμενόταν εξάλλου, μεγάλη ήταν η πτώση για το Alter, που έφτασε στο -43,4%. Για τον ΑΝΤ1 ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ήταν το κανάλι που την περίοδο 2008-2011 είχε τις μικρότερες απώλειες (μόλις 3,4%) στη δαπάνη μεταξύ των 4 μεγάλων σταθμών (Mega, ANT1, Alpha, Star). Το διάστημα αυτό, οι απώλειες για τα άλλα κανάλια ήταν σημαντικές: -40,6% για το Star, -34,1% για το Mega και -30,0% για τον Alpha.
Θετικό πρόσημο για 4 κανάλια
Το Mega πουλά το 2011 διαφημιστικό χρόνο αξίας 178,4 εκατ. ευρώ έναντι 175,1 εκατ. ευρώ το 2010 (1,8%). Ακολουθεί ο ΑΝΤ1 με 161,8 εκατ. ευρώ έναντι 150,8 εκατ. ευρώ (7,3%) ενώ έπεται ο Alpha με 96,4 εκατ. ευρώ έναντι 89,7 εκατ. ευρώ (7,4%) και το Star με 84 εκατ. ευρώ έναντι 80,1 εκατ. ευρώ (4,9%). Τη λίστα των καναλιών ολοκληρώνουν το Alter με 32,9 εκατ. ευρώ έναντι 58,2 εκατ. ευρώ το 2010 (-43,4%), η ΝΕΤ με 8,6 εκατ. ευρώ έναντι 21,8 εκατ. ευρώ το 2010 (-60,2%) και η ΕΤ-1 με 2,3 εκατ. ευρώ έναντι 5,2 εκατ. ευρώ πρόπερσι (-56,3%).
Ο Τύπος
Η κάμψη της δαπάνης ήταν οριακή -μείωση κατά 17% δεκαπλάσια έναντι του 2010 (-1,7% σε σχέση με το 2009).
Επίσης και σε ό,τι αφορά το μερίδιο αγοράς, οι εφημερίδες μόνο, έχασαν μια ποσοστιαία μονάδα καθώς από το 23% έφθασαν στο 22,5%.
Ανατροπές στα ερτζιανά
Στο ραδιόφωνο που απορροφά από την αγορά μόλις 87,8 εκατ. ευρώ έναντι 124,2 εκατ. ευρώ το 2010 πρώτος κόβει το νήμα ο Λάμψη FM με 20,8 εκατ. ευρώ έναντι 24,7 εκατ. ευρώ το 2010. Ακολουθεί ο Ρυθμός σε απόσταση αναπνοής με 20,2 εκατ. ευρώ έναντι 24,2 εκατ. ευρώ το 2010 (19,54%) ενώ την 5άδα κλείνουν ο Flash με 9,7 εκατ. ευρώ, ο ΣΚΑΙ με 9,4 εκατ. ευρώ και ο ΑΝΤ1 Radio me 8,4 εκατ. ευρώ.
Τα πιο ανθηρά περιοδικά
Τα εβδομαδιαία ποικίλης ύλης εισπράττουν συνολικά 60,8 εκατ. ευρώ εκ των οποίων το Down Town ρα 13,5 εκατ. ευρώ. Στα ειδικά περιοδικά – που εισπράττουν 18,4 εκατ. ευρώ – πρώτο κόβει το νήμα της κούρσας της απορρόφησης των διαφημιστικών εσόδων το «Auto Τρίτη» με 17 εκατ. ευρώ. Στα μηνιαία ποικίλης ύλης δεσπόζει το «Elle» με 19,7 εκατ. ευρώ σε σύνολο 192,1 εκατ. ευρώ στην κατηγορία του. Στα περιοδικά – ένθετα των εφημερίδων με απορρόφηση 184,6 εκατ. ευρώ προηγείται το «Bazar» με 12,6 εκατ. ευρώ.
Οι εφημερίδες με την περισσότερη διαφήμιση
Ο κυριακάτικος Τύπος βάζει στα ταμεία του συνολικά 150 εκατ. ευρώ έναντι 199 εκατ. ευρώ το 2010 με το «Βήμα» του ΔΟΛ να προηγείται με 29 εκατ. ευρώ. Ο απογευματινός Τύπος εισπράττει 61 εκατ. ευρώ (με πρώτη την «Espresso» με 15 εκατ. ευρώ), ο αθλητικός Τύπος 34,4 εκατ. ευρώ (με πρώτη την Sportday με 13,5 εκατ. ευρώ), ο εβδομαδιαίος 19,8 εκατ. ευρώ (πρώτος ο «Επενδυτής» με 5,1 εκατ. ευρώ και ο οικονομικός 17,7 εκατ. ευρώ (πρώτη η «Ημερησία» με 6,5 εκατ. ευρώ συν άλλο 1 εκατ. ευρώ για τα ένθετα). Ο πρωϊνός Τύπος εισέπραξε το 2012 περί τα 4,3 εκατ. ευρώ εκ των οποίων την μερίδα του λέοντος απορρόφησε η «Καθημερινή» (3,4 εκατ. ευρώ).
Η άνοδος και η πτώση της δαπάνης
Πριν από 24 χρόνια και εν έτει 1988 όταν ακόμη δεν υπήρχε η ιδιωτική τηλεόραση τα Μέσα, είχαν καταφέρει τότε να βάλουν στα ταμεία τους 116 εκατ. ευρώ. Το 1989 το ποσόν αυτό εκτοξεύεται στα 158,9 εκατ. ευρώ σημειώνοντας εντυπωσιακή άνοδο κατά 36%.
Πολύ γρήγορα τις επόμενες τρεις χρονιές οι δαπάνες αναρριχώνται στα 228,9 εκατ. ευρώ (1990), στα 299,6 εκατ. ευρώ (1991) και στα 487,7 εκατ. ευρώ για να κάνουν 3 απανωτές αυξήσεις της τάξεως του 44%, 31% και 63%, αντίστοιχα.
Το 1993 τα έσοδα των Μέσων ανεβαίνουν εκ νέου στα 609 εκατ. ευρώ (+25%) ενώ το 1994 στα 840,7 εκατ. ευρώ με άνοδο 38%. Το 1995 ήταν μια πολύ καλή χρονιά για τα Μέσα αφού πουλούν διαφημίσεις αξίας 1,197 δις ευρώ με εντυπωσιακό άλμα 42% το οποίο «πλήρωσε» η αμέσως επόμενη χρονιά (1996) κατά την οποία το τεκμαρτό εισόδημα των Μέσων από διαφημίσεις έπεσε κατακόρυφα (-31%) στα 827 εκατ. ευρώ. Είναι η χρονιά κατά την οποία εφαρμόζεται για πρώτη φορά ο Νόμος 2328/95 του Βενιζέλου με τις γνωστές ανατροπές που προκάλεσε στη διαφημιστική αγορά.
Παρόλαυτά η μηντιακή αγορά κατάφερε να ξεπεράσει τους σκοπέλους και ανέβασε το 1997 τα έσοδά της κατά 17% εισπράττοντας 965 εκατ. ευρώ. Το 1998 ανεβάζει περαιτέρω τις εισπράξεις κατά 21% καθώς κάνει ταμείο με 1 δις ευρώ. Το 1999 ήταν επίσης μια καλή χρονιά με άνοδο άλλο ένα 14,3% (1,3 δις ευρώ), ομοίως και το 2000 με 1,5 δις ευρώ και +14,37%.
Το 2001 τα ΜΜΕ κάνουν απολογισμό με ανεπαίσθητη αύξηση της τάξεως του 0,75% ενώ το 2002 η άνοδος αποτυπώνεται σε μονοψήφιο αριθμό (9,11%) καθώς το ταμείο έχει κλείσει με 1,6 δις ευρώ. Την επόμενη χρονιά, τα έσοδα είναι περίπου τα ίδια αυτά του 2010: Οι επιχειρήσεις ΜΜΕ έχουν εισπράξει από διαφημιστικές και διαφημιζόμενους 1,8 δις ευρώ ανεβάζοντας τους τζίρους τους από διαφημίσεις κατά 8,9%. Τη χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων, το 2004 τα έσοδα κορυφώνονται στα 2 δις ευρώ για πρώτη φορά στα χρονικά της διαφήμισης σημειώνοντας αύξηση κατά 13,1%. Νέα αύξηση (7,3%) έχουμε το 2005 με 2,19 δις ευρώ και το 2006 με 2,3 δις ευρώ (+6,9%). Το 2007 είναι μέχρι στιγμής η τελευταία χρονιά με θετικό πρόσημο στη μεταβολή της διαφημιστικής δαπάνης εξαιρουμένου του 1996. Στα ταμεία των Μέσων μπαίνουν 2,6 δις ευρώ με αύξηση 13,2% ενώ το 2008 η μεταβολή έχει αρνητικό πρόσημο στο ψυχολογικό όριο του 0,56%. Από εκεί και μετά έρχεται ο κατήφορος.
Τα κανάλια, τα οποία αποδίδουν την πιο πειστική και καθαρή εικόνα της διαφημιστικής δαπάνης στην επεξεργασία της Media Services SA, πέφτουν το 2011 περίπου 2,8 ποσοστιαίες μονάδες έναντι -18,4% το 2010. Αγγίζοντας το ιστορικό χαμηλό της δεκαετίας, η τηλεόραση κάνει ταμείο έχοντας εισπράξει 17 εκατ. ευρώ και 214 εκατ. ευρώ λιγότερα από το 2009 (714.780.000 ευρώ) ενώ έχει προβάλει διαφημιστικά σποτ αξίας 566,3 εκατ. ευρώ. Ετσι, ενώ η δεκαετία άρχισε με ανεπαίσθητη πτώση της τάξεως του 0,6% μεταξύ των ετών 2000 και 2001, ωστόσο τα επόμενα χρόνια η τηλεόραση γνώρισε απίστευτες δόξες με τη δαπάνη να εκτοξεύεται στα 771 εκατ. ευρώ το 2004 (+6,9% έναντι του 2003), στα 784,7 εκατ. ευρώ το 2005 (+1,76%) και τα 793,5 εκατ. ευρώ το 2006 (+1,13%) για να κορυφωθεί στο υψηλότερό της σημείο το 2007 στα 941,5 εκατ. ευρώ (+18,65%). Εκτοτε ο κατήφορος της δαπάνης στα τηλεοπτικά κανάλια απογειώνεται: στο – 8,4% το 2008, -17,08% το 2009 και -18,4% το 2010.
Στο φόρτε του ο Τζόγος
Πρώτος διαφημιζόμενος σε όλα τα ΜΜΕ ανακηρύσσεται το Casino 848Com με 19,8 εκατ. ευρώ εκ των οποίων ούτε ένα ευρώ δεν όδευσε στην τηλεόραση. Στη 2η θέση συναντάται το 7REDGR με 14 εκατ. ευρώ. Στην 3η θέση του πίνακα εντοπίζεται η πρώτη της περσινής χρονιάς, η Mediatel με 11,6 εκατ. ευρώ., στην 4η τα Jumbo με 11,2 εκατ. ευρώ, στην 5η το Skytel με 9,2 εκατ. ευρώ, στην 6η διάφορα μέντιουμ με 8,7 εκατ. ευρώ, στην 7η διάφορες τεχνικές και οικοδομικές επιχειρήσεις, στην 8η η Γερμανός/Cosmote, στην 9η ο ΟΠΑΠ με 7,8 εκατ. ευρώ (έναντι 9,6 εκατ. ευρώ πέρσι) και στη 10η το κατάστημα ηλεκτρικών ειδών Κωτσόβολος.
Οι Τράπεζες έφαγαν τη σκόνη της Κινητής
Τα ποσοστά και οι μεταβολές μιλούν από μόνες τους. Η κατάσταση είναι εξαιρετικά δραματική στη διαφημιστική δαπάνη του Δημόσιου τομέα που το 2010 επένδυσε μόλις 34,3 εκατ. ευρώ έναντι 50,2 εκατ. ευρώ το 2010 και 90,4 εκατ. ευρώ το 2009, σημειώνοντας πτώση κατά 32%. Μειωμένη όμως αποτυπώνεται στα στοιχεία της Media Services SA και η δαπάνη της κινητής τηλεφωνίας που έριξε την επένδυσή της στα Μέσα κατά 9,3% (97,3 εκατ. ευρώ έναντι 107 εκατ. ευρώ το 2010 και 121 εκατ. ευρώ το 2009) αλλά και των εκδόσεων που αποτυπώνουν κατηφορική κλίση κατά 21% καθώς δαπάνησαν είτε σε πραγματικές τιμές είτε συμψηφιστικά, 73,8 εκατ. ευρώ έναντι 93,6 εκατ. ευρώ το 2010 και 104,2 εκατ. ευρώ το 2009.
Στα 61,9 εκατ. ευρώ έπεσε η διαφημιστική δαπάνη της αυτοκινητοβιομηχανίας (επιβατηγά) έναντι 74,8 εκατ. ευρώ το 2010 και 89,3 εκατ. ευρώ το 2009 λόγω της δραματικής πτώσης των πωλήσεων Ι.Χ. αυτοκινήτων (-16%).
Οι τράπεζες μείωσαν την επένδυσή τους στη διαφήμιση – για ευνόητους λόγους – δαπανώντας 92,8 εκατ. ευρώ έναντι 112,8 εκατ. ευρώ το 2010 και 157,3 εκατ. ευρώ το 2009. Τα γαλακτοκομικά διέθεσαν 51,2 εκατ. ευρώ έναντι 49,1 εκατ. ευρώ (+4%), τα Ταξίδια 48,9 εκατ. ευρώ έναντι 71,3 εκατ. ευρώ (-30%), η Σταθερή Τηλεφωνία 41 εκατ. ευρώ έναντι 52 εκατ. ευρώ (-21%), τα Προϊόντα ομορφιάς 40,8 εκατ. ευρώ έναντι 49,5 ευρώ (-16%), κ.ο.κ.