Η κυβέρνηση Τραμπ χρησιμοποιεί μια ωμή και βίαιη τακτική για να εκτοπίσει τα τρανς άτομα από τη δημόσια ζωή.

Το μπαράζ εκτελεστικών διαταγμάτων που υπέγραψε ο Ντόναλντ Τραμπ την πρώτη μέρα της επιστροφής του στον Λευκό Οίκο είναι γεμάτο με παράνομες και αντισυνταγματικές διατάξεις. Το διάταγμα που στοχεύει στην εξάλειψη των τρανς και μη δυαδικών ατόμων δεν αποτελεί εξαίρεση – με το επιπλέον παράσημο ότι στηρίζεται σε αντιεπιστημονικές ανοησίες.

Πρόκειται για ένα παράλογο αλλά πολύ ευρύ κείμενο, βασισμένο σε μια ψευδοεπιστημονική αντίληψη περί αυστηρά δυαδικής ταξινόμησης του φύλου, η οποία θα ήταν αδύνατο να εφαρμοστεί στην καθημερινότητα. Το διάταγμα αυτό δεν αντέχει σε επιστημονικό έλεγχο ούτε σε σοβαρή νομική αμφισβήτηση – αλλά δεν σχεδιάστηκε γι’ αυτό. Όπως και τα περισσότερα από τα παράνομα εκτελεστικά διατάγματα του Τραμπ, συνιστά μια πολιτική επίδειξη δύναμης, που αποσκοπεί στη διάδοση του φόβου, στη νομιμοποίηση των διακρίσεων και στην επιδείνωση της ζωής των περιθωριοποιημένων κοινοτήτων.

Αξίζει, ωστόσο, να εξεταστεί το κείμενο, καθώς αποκαλύπτει την ωμή στρατηγική της κυβέρνησης Τραμπ για τον εκτοπισμό των τρανς ατόμων από τη δημόσια ζωή, ντυμένη με έναν ξεκάθαρα ναταλιστικό [σσ. που προάγει την αύξηση των γεννήσεων] λόγο, και τη γελοία πρόφαση ότι «υπερασπίζεται τις γυναίκες».

Στο τρέχον λεξιλόγιο που προτιμούν στις αντι-τρανς εκστρατείες  —που εδώ και χρόνια πασχίζουν να βρουν κάτι «αμετάβλητο» στην επιστήμη για να στηρίξουν την παραληρηματική τους άρνηση της τρανς ύπαρξης—το εκτελεστικό διάταγμα διακηρύσσει: «Είναι πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών να αναγνωρίζουν δύο φύλα, αρσενικό και θηλυκό. Αυτά τα φύλα δεν είναι μεταβλητά και βασίζονται σε μια θεμελιώδη, αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα». Και ότι «ο όρος “φύλο” δεν είναι συνώνυμος ούτε περιλαμβάνει την έννοια της “ταυτότητας φύλου”».

Στη συνέχεια, το διάταγμα ορίζει το «θηλυκό» και το «αρσενικό» ως εξής:

«”Θηλυκό” σημαίνει ένα άτομο που, από τη σύλληψη, ανήκει στο φύλο που παράγει το μεγάλο αναπαραγωγικό κύτταρο… “Αρσενικό” σημαίνει ένα άτομο που, από τη σύλληψη, ανήκει στο φύλο που παράγει το μικρό αναπαραγωγικό κύτταρο.»

Παρατηρητές έσπευσαν να επισημάνουν ότι η προσθήκη της φράσης «από τη σύλληψη» ενσωματώνει την έννοια της εμβρυϊκής προσωπικότητας—μια σαφή ένδειξη ότι οι επιθέσεις στην έμφυλη μη συμμόρφωση είναι αναπόσπαστο κομμάτι μιας ναταλιστικής ατζέντας, η οποία απαιτεί επιθέσεις σε όλα τα αναπαραγωγικά δικαιώματα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ορισμοί του «θηλυκού» και του «αρσενικού» βασίζονται αποκλειστικά στη λειτουργία της αναπαραγωγής.

Αυτός ο ορισμός, βέβαια, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα. Στη σύλληψη, τα έμβρυα δεν είναι σεξουαλικά διαφοροποιημένα. Και στη σύλληψη, τα έμβρυα δεν παράγουν καν αναπαραγωγικά κύτταρα, μεγάλα ή μικρά.

Ωστόσο, δεν είναι απαραίτητο να έχει επιστημονική ή πρακτική βάση για να ικανοποιήσει τους φανατικούς της έμφυλης συμμόρφωσης. Εφόσον αυτή η γλώσσα έχει πλέον ενσωματωθεί στο εκτελεστικό διάταγμα του Τραμπ, αξίζει να τονιστεί η βαθιά πνευματική ένδεια ενός τέτοιου ορισμού.

Οι αντι-τρανς ιδεολόγοι έχουν γραπωθεί από τη γλώσσα των γαμετών, επειδή η προηγούμενη έμφαση στα χρωμοσώματα—ΧΧ και ΧΥ—δεν τους εξυπηρετούσε ρητορικά όσο ήλπιζαν. Υπήρχαν πάρα πολλές περιπτώσεις που δεν ταίριαζαν στο χρωμοσωμικό δυαδικό μοντέλο, όπως οι διαφορές στη διαφυλική (intersex) ανάπτυξη, και αυτό τους δημιουργούσε προβλήματα. Οι γαμέτες φάνηκαν να προσφέρουν τη λύση στους τρανσφοβικούς που απαιτούν το φύλο να θεωρείται αμετάβλητο—κάτι στο σώμα που δεν μπορεί να αλλάξει—και αυστηρά δυαδικό.

Τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του φύλου, όπως το στήθος, η τριχοφυΐα, τα επίπεδα ορμονών και το σχήμα των γεννητικών οργάνων, δεν χωρίζονται τόσο καθαρά ανάμεσα σε όσους έχουν αποδοθεί ως θηλυκά ή αρσενικά άτομα κατά τη γέννηση. Και, το πιο σημαντικό, αυτά είναι χαρακτηριστικά του φύλου που οι τρανς άνθρωποι μπορούν όντως να αποκτήσουν.

Έτσι, οι τρανσφοβικοί αντιμετωπίζουν τους γαμέτες ή τα αναπαραγωγικά κύτταρα σαν κάποιον απόλυτο, αδιάψευστο ορισμό. Δεν είναι.

Πρώτον, δεν παράγουν όλοι αναπαραγωγικά κύτταρα. Υπάρχουν πολλές cis γυναίκες που δεν παράγουν μεγάλα αναπαραγωγικά κύτταρα, δηλαδή ωάρια. Όταν αυτό επισημαίνεται, η τυπική απάντηση των τρανσφοβικών είναι ότι αυτές οι γυναίκες είναι «άτυπες» και ότι, αν δεν υπήρχε κάποιο πρόβλημα ή «δυσλειτουργία», θα παρήγαν ωάρια.

Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι η αντι-τρανς επίκληση στη «βιολογική πραγματικότητα» βασίζεται σε έναν φανταστικό βιολογικό κόσμο, όπου όλα τα σώματα αναπτύσσονται με απόλυτα προκαθορισμένους τρόπους—και αυτοί οι τρόποι είναι σχεδιασμένοι αποκλειστικά για την αναπαραγωγή. Πρόκειται για μια εγγενώς συντηρητική και, στην ουσία, θρησκευτική αντίληψη της σωματικής λειτουργίας και του πεπρωμένου.

Στον πραγματικό κόσμο, όμως, αυτός ο ορισμός των γαμετών αποκλείει ένα σημαντικό ποσοστό ανθρώπων που οι ίδιοι οι τρανσφοβικοί θα ταξινομούσαν ως «γυναίκες» ή «θηλυκά». Οι αντι-τρανς φανατικοί πάντα είχαν μια σαφή εικόνα για το ποιον θέλουν να αποκλείσουν από την κατηγορία της γυναικείας ταυτότητας, αλλά αυτή η διάκριση ποτέ δεν βασίστηκε στην παρατήρηση του ποια σώματα παράγουν ή δεν παράγουν μεγάλα αναπαραγωγικά κύτταρα.

Είναι αποκαλυπτικό ότι οι αντι-τρανς εκστρατείες χρειάζονται συνεχώς νέα γλωσσικά τεχνάσματα για να προωθήσουν ένα εξοστρακιστικό δυαδικό σχήμα, κάθε φορά που η επιστήμη αποτυγχάνει να χαράξει τη σαφή διαχωριστική γραμμή μεταξύ ανδρών και γυναικών που εκείνοι επιθυμούν.

Και τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα, φιλοσοφικά, για τους τρανσφοβικούς. Όταν περιορίζουν τη σημασία της λέξης «γυναίκα» στη λέξη «θηλυκό»—ορίζοντάς την με βάση τους γαμέτες—αναγκάζονται να παραδεχτούν ότι, στον πραγματικό κόσμο, δεν μπορούν καν να είναι βέβαιοι ότι τη χρησιμοποιούν σωστά. Σύμφωνα με τους δικούς τους όρους, κάθε φορά που αποκαλούν κάποιον «γυναίκα», μπορεί να κάνουν λάθος και να την αποδίδουν σε κάποιον που δεν παράγει ωάρια—κάποιον που, σύμφωνα με τον δικό τους ορισμό, δεν θα έπρεπε να θεωρείται γυναίκα.

Αυτός ο ορισμός της «γυναίκας» θα μπορούσε να είναι διαθέσιμος μόνο μετά το 1827, όταν ο Καρλ Ερνστ φον Μπερ ανακάλυψε το ωάριο στα θηλαστικά. Σύμφωνα με την αντι-τρανς λογική, πριν από αυτό, η χρήση της λέξης «θηλυκό» θα ήταν απλώς μια εικασία!

Δεδομένου ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν το σώμα κάποιου παράγει μεγάλα γαμετικά κύτταρα, εκτός από ιατρικές περιστάσεις, το να αναγνωρίζουμε κάποιον ως «παραγωγό μεγάλων αναπαραγωγικών κυττάρων» δεν μπορεί να είναι ο ορισμός της «γυναίκας». Ούτε η επιστήμη αλλά ούτε και η γλώσσα λειτουργούν έτσι.

Και για όσους από εμάς δεν έχουμε εμμονή με αυτό το ανόητο παιχνίδι της αναζήτησης ενός τέλειου, τρανς-αποκλειστικού και cis-συμπεριληπτικού ορισμού της «γυναίκας», τίποτα από αυτά δεν αποτελεί πρόβλημα. Μπορούμε να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε τις λέξεις μας με τον τρόπο που βγάζει νόημα—όπως το να αναφερόμαστε στις τρανς γυναίκες ως γυναίκες.

Όσον αφορά την κυβέρνηση, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες δεν πρόκειται, μόλις λάβουν το εκτελεστικό διάταγμα του Τραμπ, να ξεκινήσουν ένα λεπτομερές σύστημα ελέγχου γαμετών. Αν εφαρμοστεί, το διάταγμα θα λειτουργήσει όπως κάθε πολιτική διάκρισης: οι άνθρωποι θα στοχοποιούνται αν θεωρηθούν ότι αποκλίνουν από ένα πρότυπο, το οποίο ορίζεται από τη λευκή, cis, ετεροκανονικότητα.

Ο ορισμός στο εκτελεστικό διάταγμα θα μπορούσε, ωστόσο, να δώσει περαιτέρω νομιμοποίηση στη ρεπουμπλικανική εκστρατεία για την επιτήρηση, την παρενόχληση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τον επεμβατικό έλεγχο φύλου σε όσους κριθούν ότι αποκλίνουν από το έμφυλο δυαδικό πρότυπο—μια κρίση που, όπως έχουμε δει στον χώρο του επαγγελματικού αθλητισμού, διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από ρατσιστικές αντιλήψεις για τη θηλυκότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι προσπάθειες αποκλεισμού αφορούν σχεδόν πάντα cis μαύρες γυναίκες που θεωρούνται «υπερβολικά αρρενωπές».

Τα τελευταία χρόνια, οι νόμοι που προτάθηκαν από Ρεπουμπλικανούς σε πολιτείες όπως το Οχάιο, το Κάνσας και το Νιου Τζέρσεϊ για την απαγόρευση των τρανς κοριτσιών από τον σχολικό αθλητισμό, άνοιξαν τον δρόμο για την απαίτηση ελέγχου γεννητικών οργάνων σε κορίτσια των οποίων το φύλο κατά τη γέννηση αμφισβητήθηκε. Αν και τέτοιες πολιτικές ελέγχου έχουν προς το παρόν αποτραπεί, το γεγονός και μόνο ότι προτάθηκαν δείχνει μέχρι πού είναι διατεθειμένοι να φτάσουν αυτοί οι εμμονικοί με τα γεννητικά όργανα έμφυλοι φασίστες—θεσμοθετώντας, στην ουσία, σεξουαλική κακοποίηση.

Το εκτελεστικό διάταγμα του Τραμπ δεν απαιτεί συγκεκριμένα ελέγχους φύλου. Αντίθετα, αντιμετωπίζει τον παράλογο, βασισμένο στους γαμέτες ορισμό του ως κάτι αυτονόητο και αυταπόδεικτο—που, φυσικά, δεν είναι.

Αυτό που απαιτεί πιο ρητά το διάταγμα είναι να δεσμευτούν οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες για τον αποκλεισμό των τρανς ανθρώπων όπου αυτό είναι δυνατόν. Το διάταγμα καθοδηγεί τους υπουργούς Εξωτερικών και Εσωτερικής Ασφάλειας να εμποδίσουν τους τρανς ανθρώπους να επιλέξουν το φύλο τους σε επίσημα κυβερνητικά έγγραφα, όπως θεωρήσεις και διαβατήρια—η σελίδα στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Εξωτερικών, όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να υποβάλουν αίτηση για αυτές τις αλλαγές, έχει ήδη αφαιρεθεί. Από το 2021, οι άνθρωποι είχαν επίσης τη δυνατότητα να επιλέξουν το «Χ» ως ένδειξη μη-δυαδικού φύλου στα διαβατήριά τους· δεν είναι ξεκάθαρο τι θα σημαίνει η εντολή του Τραμπ για αυτούς τους κατόχους διαβατηρίων. Η πρόθεση, όμως, είναι σαφής: να κάνουν τους τρανς ανθρώπους να αισθάνονται φόβο για την ελεύθερη μετακίνηση τους στον κόσμο.

Το διάταγμα αναθέτει επίσης στον νέο υπουργό Δικαιοσύνης και στον υπουργό Εσωτερικής Ασφάλειας να απαγορεύσουν στους τρανς ανθρώπους την πρόσβαση σε κυβερνητικά χρηματοδοτούμενες εγκαταστάσεις που αντιστοιχούν στο φύλο τους—για παράδειγμα, οι τρανς γυναίκες θα μεταφέρονταν σε ανδρικές φυλακές και καταφύγια. Αυτό θα έθετε τους τρανς ανθρώπους σε άμεσο και σοβαρό κίνδυνο για τη σωματική τους ακεραιότητα. Ο Τραμπ ζήτησε επίσης από το Ομοσπονδιακό Γραφείο Φυλακών να σταματήσει τη χρηματοδότηση της θεραπεία επιβεβαίωσης φύλου για τους τρανς ανθρώπους σε ομοσπονδιακές φυλακές, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει στην αναγκαστική διακοπή της φυλομετάβασης των τρανς ατόμων. Το διάταγμα δηλώνει επίσης ότι ομοσπονδιακά κονδύλια θα αφαιρούνται από τα ιδρύματα που θεωρούνται ότι «προωθούν την ιδεολογία του φύλου»—μια άμεση απειλή για τα σχολεία και τα πανεπιστήμια που εξαρτώνται από ομοσπονδιακή χρηματοδότηση.

Κινούμενος ακόμη περισσότερο προς την αντισυνταγματικότητα του διατάγματος, ο Τραμπ διέταξε επίσης τον επόμενο υπουργό Δικαιοσύνης να «εκδώσει οδηγίες προς τις υπηρεσίες για να διορθώσουν τη λανθασμένη εφαρμογή της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Bostock κατά Clayton County (2020) σχετικά με τις διακρίσεις με βάση το φύλο στις δραστηριότητες των υπηρεσιών». Στην υπόθεση Bostock, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε σωστά ότι οι ομοσπονδιακοί νόμοι που απαγορεύουν τις διακρίσεις με βάση το φύλο ισχύουν και για την απαγόρευση των διακρίσεων κατά των LGBTQ+ ατόμων. Η απόφαση Bostock καθόρισε ότι η διάκριση με βάση την ταυτότητα φύλου θεωρείται διάκριση με βάση το φύλο.

Το εκτελεστικό διάταγμα φαίνεται να αναγνωρίζει ότι οι απαιτήσεις του αντιβαίνουν στην απόφαση Bostock, κάτι που θα αναδειχθεί, χωρίς αμφιβολία, στις δικαστικές προσβολές. Δυστυχώς, το ακροδεξιό Ανώτατο Δικαστήριο έχει ήδη δείξει ότι είναι πιθανόν να παρακάμψει ή ακόμη και να αντιφάσκει με τη δική του απόφαση στην υπόθεση Bostock, όπως έχει ήδη γίνει όταν υπήρξαν υποστηρίξεις από την πλευρά των Ρεπουμπλικανών για επιθέσεις κατά της υγειονομικής φροντίδας των τρανς ανθρώπων.

Μπορούμε να επισημάνουμε τη βαθιά αναλήθεια και ανοησία στον πυρήνα του εκτελεστικού διατάγματος—και είναι απαραίτητο να το κάνουμε, δεδομένου του τρόπου με τον οποίο οι αντι-τρανς φωνές επηρεάζουν τη συστημική φιλελεύθερη συζήτηση. Η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU), η Lambda Legal και άλλες οργανώσεις υπεράσπισης των δικαιωμάτων των LGBTQ+ υποσχέθηκαν να προσβάλλουν το εκτελεστικό διάταγμα στα δικαστήρια. Ωστόσο, τα δικαιώματα των LGBTQ+ και των αναπαραγωγικών ελευθεριών—τα οποία, όπως καταλαβαίνει η δεξιά, είναι αδιάσπαστα συνδεδεμένα—δεν θα τα υπερασπιστούν απλώς αποδεικνύοντας ότι οι τρανσφοβικοί κάνουν λάθος. Ο στόχος των εκτεταμένων επιθέσεων της δεξιάς στην ύπαρξη των τρανς ανθρώπων είναι να κάνουν την πρόσβαση των τρανς ανθρώπων στη δημόσια ζωή όσο το δυνατόν πιο δυσάρεστη και δύσκολη. Η αποστολή μας, λοιπόν, είναι να δείξουμε αδιάκοπη αλληλεγγύη και υλική υποστήριξη στους τρανς και στους ενήλικες και τα παιδιά που παρουσιάζουν μη συμμόρφωση με το φύλο. Όπως καταδεικνύει η τεράστια προσπάθεια του κόμματος των ρεπουμπλικάνων να νομοθετήσει εναντίον και να επιτηρεί τους τρανς ανθρώπους, απαιτείται τεράστια δουλειά, βία και καταναγκασμός για να επιβληθεί η έμφυλη κανονικότητα—είναι δουλειά μας να κάνουμε αυτή την προσπάθεια πιο δύσκολη σε κάθε βήμα.

«Δεν υπάρχει σαφής τρόπος να προετοιμαστείς για έναν κόσμο όπου εκείνοι που έχουν εξουσία επιθυμούν την καταστροφή σου», έγραψε ο Chase Strangio της ACLU, ο πρώτος τρανς δικηγόρος που υποστήριξε υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο. «Αλλά δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να είμαστε έτοιμοι να πολεμήσουμε και θα το κάνουμε—στα δικαστήρια, στις νομοθετικές αρχές, στις τοπικές μας κοινότητες».

 

*Το πρωτότυπο άρθρο στο The Intercept ΕΔΩ.