Αυτό που ξεκίνησε ως «πρότζεκτ ειρήνης» προκαλεί σήμερα διχόνοια και διαμάχες υποστηρίζουν ο γερμανός οικονομολόγος Τόμας Μάιερ και ο συνεκδότης της Frankfurter Allgemeine Zeitung Χόλγκερ Στέλτσνερ. Με διαφορά μιας μέρας Μάιερ και Στέλτσνερ αναφέρονται σε άρθρα τους στους αρχικούς στόχους των εμπνευστών του κοινού νομίσματος και στην σημερινή κατάληξη του εγχειρήματος.

 
Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση όφειλε να δώσει την απάντηση για το ποια θα πρέπει να είναι η δέουσα θέση της Γερμανίας στην Ευρώπη, μετά τους δύο παγκοσμίους πολέμους. «Μέσω του κοινού νομίσματος, έπρεπε να αποτραπεί μια γερμανική ηγεμονία στην οικονομία, η οποία μέσω της γερμανικής επανένωσης έγινε -στα μάτια των ευρωπαίων εταίρων- πιθανότερη», παρατηρεί ο Τόμας Μάιερ.

Ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Deutsche Bank και συντάκτης της πρώτης εκείνης έκθεσης το 2009 που «έβλεπε» την Ελλάδα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, υπενθυμίζει ότι ήταν ο Φρανσουά Μιτεράν εκείνος που μετά την επανένωση επέμενε στο εγχείρημα του κοινού νομίσματος, πιστεύοντας ότι έτσι θα λυνόταν το «γερμανικό ζήτημα».

Αντίθετα, επισημαίνει ο Μάιερ, η Μάργκαρετ Θάτσερ προειδοποιούσε στις αρχές της δεκαετίας του '90, ότι «μια ενωμένη Ευρώπη με κοινό νόμισμα θα ενίσχυε την επιρροή της Γερμανίας και προφήτευσε τον ηγεμονικό της ρόλο».


Ο Τόμας Μάιερ, που σήμερα είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Flossbach von Storch, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι προγνώσεις της Θάτσερ ήταν πιο κοντά στα γεγονότα σε σχέση με εκείνες του Μιτεράν. Η Γερμανία διευθύνει την ευρωπαϊκή ορχήστρα, «όχι επειδή το επεδίωξε, αλλά επειδή το επέβαλαν οι συνθήκες», τονίζει ο Μάιερ προσθέτοντας πως σε μια κοινή αγορά με ενιαίο νόμισμα οι αποτελεσματικοί απωθούν τους πιο αναποτελεσματικούς ανταγωνιστές, δημιουργώντας έτσι ένα χάσμα μεταξύ των οικονομιών των κρατών-μελών.

«Χωρίς μια πολιτική ένωση που θα αποκαθιστούσε με πολιτικά μέσα της ισορροπίες, το οικονομικό χάσμα αντανακλάται και στην κατανομή της πολιτικής ισχύος», επισημαίνει ο γερμανός οικονομολόγος, χαρακτηρίζοντας «ειρωνεία της ιστορίας» το γεγονός ότι το κοινό νόμισμα που όφειλε να δώσει την οριστική απάντηση στο γερμανικό ζήτημα, ουσιαστικά το επαναφέρει μετά από έναν αιώνα.

 
Το αίτημα των Φεντεραλιστών για την ολοκλήρωση της πολιτικής ένωσης θα καταργούσε την πολιτική ηγεμονία της Γερμανίας, όχι όμως την οικονομική, η οποία θα δηλητηρίαζε το πολιτικό κλίμα στους κόλπους της πολιτικής ένωσης. Άλλοι θέλουν να εξαναγκάσουν τις πιο αδύναμες χώρες της Νομισματικής Ένωσης να αυξήσουν την οικονομική τους αποτελεσματικότητα ή να αποδυναμώσουν τη γερμανική οικονομία προκειμένου αυτή να φθάσει στο επίπεδο της κοινότητας.

«Και οι δύο θεραπείες πάσχουν στο ότι θέλουν να αλλάξουν με τεχνοκρατικό τρόπο ιστορικά διαμορφωμένες οικονομικές και κοινωνικές δομές στο όνομα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», υπογραμμίζει ο Τόμας Μάιερ, υπενθυμίζοντας ότι η αγοραστική αξία ενός νομίσματος αντανακλά τις οικονομικές και κοινωνικές δομές μιας κοινωνίας. «Και εάν αυτές οι δομές δεν συγκλίνουν, τότε ένα κοινό νόμισμα δεν προκαλεί τίποτε άλλο παρά μόνο διχόνοια μεταξύ των μελών της».
 

Ο γερμανός οικονομολόγος αναφέρει ότι στην παρούσα φάση πολλές χώρες-μέλη της ευρωζώνης προσπαθούν να φτάσουν στο οικονομικό επίπεδο της Γερμανίας. Στην διαδικασία αυτή, η Γαλλία έχει κεντρικό ρόλο. «Εάν δεν καταφέρει η Γαλλία να πλησιάσει το επίπεδο της Γερμανίας δια της μεταρρύθμισης της οικονομικής της τάξης, μακροπρόθεσμα θα ήταν προς το συμφέρον της γερμανογαλλικής φιλίας να εγκατέλειπε η Γερμανία την Νομισματική Ένωση».

Πηγή: Deutsche Welle – ελληνική υπηρεσία