του Κώστα Εφήμερου
Ας τα πάρουμε όμως όλα από την αρχή: Το απόγευμα του Σαββάτου οι τεχνικοί του Facebook δοκίμαζαν ένα μήνυμα που θα εμφανιζόταν στις σελίδες των ανθρώπων που δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή. Η ιδέα των ανθρώπων της δημοφιλέστερης πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης είναι να κάνει ένα ηλεκτρονικό μνημόσυνο στους πρώην χρήστες του προτρέποντας τους εν ζωή φίλους του να αφήσουν ένα σχόλιο εις μνήμη του. Όλα θα πήγαιναν καλά αν εξαιτίας ενός λάθους στον προγραμματισμό αυτό το μήνυμα δεν εμφανιζόταν σε τουλάχιστον δύο εκατομμύρια χρήστες προκαλώντας έναν πανικό σε συγγενείς και φίλους των «προσωρινώς αποθανόντων». Ανάμεσα σε αυτούς που «ξέκανε» το Facebook ήταν μερικοί διάσημοι τραγουδιστές, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, ακόμα και ο ιδιοκτήτης του μέσου, Μάρκ Ζούκεμπεργκ.
Το Facebook έβγαλε μια ανακοίνωση ζητώντας συγνώμη για το «τρομερό λάθος» και αλήθεια είναι ότι η ιστορία έβγαλε πολύ γέλιο δημιουργώντας παγκόσμιο trend με ατάκες του στιλ «στο Facebook πέθανα, αλλά ευτυχώς ζω ακόμα στο twitter» ή «για το μνημόσυνό μου σας παρακαλώ αντί για λουλούδια να καταθέσετε κάποια χρήματα στον παρακάτω λογαριασμό». Το μόνο πρόβλημα είναι ότι το λάθος αυτό έγινε μόλις 24 ώρες αφού ο Ζούκεμπεργκ χαρακτήρισε «τρελούς» όσους υποστηρίζουν ότι οι ψευδείς ειδήσεις που διαδίδονται μέσα από τον «τοίχο» του Facebook μπορούν (και το κάνουν) να επηρεάσουν ακόμα και το εκλογικό αποτέλεσμα στις αμερικάνικες εκλογές.
Μια από αυτές τις παρενθέσεις
Τον Αύγουστο στο κείμενο «Το τι και το πώς» σας έγραφα για την δημοσιογραφία του «κηρύγματος στο ποίμνιο» η οποία όχι μόνο αλλάζει την ποιότητα της ενημέρωσης που λαμβάνουνε αλλά επιπλέον το κάνει χωρίς «να το πάρει κανείς είδηση». Σήμερα είναι ευκαιρία να συζητήσουμε λίγο ποιο αναλυτικά αυτή την ειδική συνθήκη που δημιουργήθηκε τα τελευταία 20 χρόνια.
Και μετά ήρθε το internet, που ήταν κάτι σαν εφημερίδα, ραδιόφωνο και τηλεόραση μαζί δημιουργώντας μια δεύτερη μεταβιομηχανική επανάσταση στην ενημέρωση. Τώρα ο καθένας μπορούσε από το σπίτι του να είναι εκδότης, να έχει ένα blog, να αναρτά βίντεο, να διασυνδέεται κοινωνικά κ.λπ. Αλλά μέσα σε αυτό τον ωκεανό των νέων ευκαιριών και εξαιτίας της συστηματικής απαξίωσης της πραγματικής ενημέρωσης και του ίδιου του λειτουργήματος της δημοσιογραφίας το πράγμα στράβωσε οριστικά.
Υπάρχουν εδώ πολλές διαβαθμίσεις και ευκαιρίες για επιπλέον συζήτηση σχετικά με το ποιός παράγει το περιεχόμενο και τι κύρος αποκτάει μια ηλίθια πληροφορία που μεταδίδουν ακόμα και ημι-σοβαρά ή και σοβαρά ΜΜΕ, αλλά θα τα συζητήσουμε μια άλλη στιγμή με μια άλλη αφορμή. Προς το παρόν να περάσουμε απευθείας στη νέα μορφή της πληροφόρησης, αυτή των κοινωνικών δικτύων. Γράφω επίτηδες πλέον «πληροφόρηση» γιατί η «ενημέρωση» έχει υποχωρήσει σε τέτοιο βαθμό που είναι πλέον ανακρίβεια να χρησιμοποιείται. Πριν λίγους μήνες το Facebook ανακοίνωσε ότι θα απολύσει τους λίγους δημοσιογράφους που είχε στη δούλεψή του προκειμένου να επιλέγονται κάποια θέματα που θα προβάλλονται στον τοίχο των χρηστών. Αυτό έγινε μάλιστα μετά από κατηγορίες για «κακόβουλη διαχείριση». Το Facebook μας ενημέρωσε με ιδιαίτερη περηφάνια ότι πλέον «έξυπνοι αλγόριθμοι» θα αποφασίζουν τι πρέπει να δούμε. Το πρόβλημα είναι ότι αυτοί οι αλγόριθμοι ψάχνουν να βρουν τι μας ενδιαφέρει και όχι τι είναι αλήθεια. Έτσι περάσαμε από το ενεργητικό μοντέλο της παραπληροφόρησης σε μια ακόμα πιο παθητική «τεμπέλικη» κατάσταση όπου πλέον ένας βλαμμένος κώδικας που μπορεί να σε πεθάνει από στιγμή σε στιγμή σου προτείνει ακριβώς αυτά που νομίζει ότι θέλεις να διαβάσεις και με τον τρόπο αυτό σε κάνει να τα διαβάζεις ακόμα και αν δεν θέλεις. Θέλετε λίγα περισσότερα στοιχεία;
Οι ψεύτικες ειδήσεις στο Facebook
Ίσως θα διαβάσατε τις τελευταίες ημέρες την ατάκα του Τράμπ από συνέντευξη που έδωσε στο περιοδικό People το 1998 «αν ποτέ κατέβαινα στις εκλογές θα επέλεγα τους Ρεπουμπλικάνους. Είναι η πιο ηλίθια ομάδα ψηφοφόρων στην χώρα. Πιστεύουν ότι τους λέει το Fox News. Θα μπορούσα να λέω ψέματα και να τα καταπίνουν. Βάζω στοίχημα ότι τα νούμερα που θα έκανα θα ήταν καταπληκτικά». Αυτό το απόσπασμα είναι κατά μια έννοια σοκαριστικό γιατί μέσα μας όλοι πιστεύουμε ότι κρύβει μια αλήθεια. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι ο Τράμπ (παρόλο που θα μπορούσε) ποτέ δεν έκανε την συγκεκριμένη δήλωση. Πρόκειται για κατασκευασμένη ατάκα που αναμεταδόθηκε εκατομμύρια φορές μέσω των κοινωνικών δικτύων.
Η Claire Wardle, επικεφαλής ερευνήτρια στο Tow Center for Digital Journalism, μιλώντας στην Guardian έλεγε πριν από λίγες ημέρες:
«Το Facebook μπήκε στην βιομηχανία της ενημέρωσης χωρίς κανένα δημοσιογραφικό πλαίσιο και κανόνες και τώρα προσπαθεί να βρει πως θα διορθώσει την πορεία του. Το πρόβλημα είναι ότι για να το κάνει αυτό πρέπει να αλλάξει το επιχειρηματικό του μοντέλο γιατί αυτή τη στιγμή η αλήθεια των κειμένων είναι μικρότερης σημασίας από την δυνατότητά τους να διαμοιραστούν. Αυτές οι μετρήσεις που αφορούν την «διάδραση» παραμορφώνουν το τοπίο της ενημέρωσης, μεγεθύνουν το clickbait (τη μάχη για το κλικ), την υπερβολή και την παραπληροφόρηση».
Σε μια έρευνα που έκανε το BuzzFeed βρήκε ότι το 38% των αναρτήσεων που έκαναν τα τρία μεγαλύτερα «δεξιά» ΜΜΕ στο Facebook περιείχαν ψεύτικες ή αλλοιωμένες πληροφορίες, ενώ στα τρία μεγαλύτερα «αριστερά» ΜΜΕ το αντίστοιχο ποσοστό ήταν στο επίσης καθόλου μικρό 19%. Με άλλα λόγια ένας αναποφάσιστος ψηφοφόρος που σχημάτισε γνώμη διαβάζοντας αναρτήσεις στο Facebook εκτέθηκε κατά το ένα τρίτο σε ψεύτικες πληροφορίες.
Η κοινή γνώμη και η προσωπική ευθύνη
Σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα η κοινή γνώμη διαμορφώνεται και πάλι από τους ισχυρούς. Από αυτούς που έχουν να διαθέσουν χρήματα για να διαφημίσουν την γυαλιστερή πραμάτια τους και συμφέροντα για να το κάνουν. Και το χειρότερο είναι ότι ακόμα και αυτοί που απαξίωσαν το σύστημα της χειραγωγημένης ενημέρωσης σε μεγάλο βαθμό είναι οι ίδιοι ασθενείς της ελλιπούς ενημέρωσης, η οποία προκαλεί ιδεασμούς ανωτερότητας και ξερολίασης. Αυτές οι ελλείψεις, προσωπικές και κοινωνικές, παράγουν ρατσισμό, ηθική κρίση, μιζέρια και ηττοπάθεια. Παράγουν τον Λεβέντη, τον Θεοδωράκη, τον Καμμένο αλλά και τον Τσίπρα, τον Μητσοτάκη, τη Λεπέν, τον Φαράζ και τον Τράμπ.
Η κοινή γνώμη είναι άρρωστη και ο καθένας μας έχει ευθύνες. Αλλά αυτή είναι επίσης μια άλλη συζήτηση που σας υπόσχομαι ότι θα κάνουμε πολύ σύντομα.