Ο Μοχαμεντού Ουλντ Σλάχι έφθασε στο Γκουαντάνομο τον Αύγουστο του 2002, έπειτα από μια παραμονή δύο εβδομάδων στην αμερικανική φυλακή του Μπαγκράμ, στο Αφγανιστάν.
 
Φυλακίσθηκε επειδή, σύμφωνα με την κυβέρνηση, συμμετείχε στον «πυρήνα του Αμβούργου», που συνδέεται με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
 
Οι δικηγόροι του Μοχαμεντού Ουλντ Σλάχι είχαν ήδη καταγγείλει το Μάρτιο του 2008 τα «σοβαρά βασανιστήρια» που υπέστη ο πελάτης τους, στην Ιορδανία και μετά στο Γκουαντάναμο.
 
Είχαν διαβεβαιώσει πως ο φάκελός του είναι «τόσο βρώμικος και αστήριχτος» ώστε ένας στρατιωτικός επίτροπος «υποχρεώθηκε να αρνηθεί, εξαιτίας των άγριων βασανιστηρίων στα οποία υποβλήθηκε» ο κρατούμενος, να ασκήσει δίωξη εναντίον του.

Τον Μάρτιο του 2010, ένας αμερικανός ομοσπονδιακός δικαστής απάλλαξε τον Μοχαμεντού Ουλντ Σλάχι από τις κατηγορίες, ανοίγοντας το δρόμο για την απελευθέρωσή του. Όμως μερικούς μήνες αργότερα, ένα εφετείο ακύρωσε την απόφαση και αποφάσισε πως πρέπει να παραμείνει υπό κράτηση.

Στο 466 σελίδων βιβλίο του, ο Σλάχι περιγράφει πώς βασανίσθηκε, ξυλοκοπήθηκε, ταπεινώθηκε και απειλήθηκε επανειλημμένα με θάνατο. Αναφέρεται, μάλιστα, σε «πρόσθετες ανακριτικές τεχνικές», όπως ότι εξαναγκάσθηκε να πιεί αλμυρό νερό και ότι τον οδήγησαν στη θάλασσα όπου τον ξυλοκοπούσαν επί τρεις ώρες. Παραδέχεται, ακόμη, πως προχώρησε σε ψευδείς ομολογίες (πως σχεδίαζε μια επίθεση εναντίον του πύργου CN στο Τορόντο) απλά και μόνο για να σταματήσει ο βασανισμός του. 

Σύμφωνα με τη Guardian, το βιβλίο, που αναμένεται να κυκλοφορήσει σε 20 χώρες, τροποποιήθηκε περισσότερες από 2.500 φορές, ενώ οι εκδότες ελπίζουν ότι θα μπορέσουν να εκδώσουν μια «μη εξαγνισμένη» εκδοχή του μόλις ο Μοχαμεντού Ουλντ Σλάχι απελευθερωθεί.

Αποσπάσματα του «ημερολογίου» μπορείτε να διαβάσετε σε σχετικό δημοσίευμα της βρετανικής Guardian.