Τα σημερινά διεθνή δημοσιεύματα, που εμφανίζουν ως «νικητή» του χθεσινοβραδυνού ντημπέητ μεταξύ των δύο μονομάχων για την γαλλική προεδρία, του αυταρχικού ανθρώπου των τραπεζών, Εμμανουέλ Μακρόν, και της ακροδεξιάς Μαρίν Λε Πεν, εμφανίζουn, τα περισσότερα, ως νικητή το Μακρόν. Πιθανότατα εκφράζοντας ευσεβείς πόθους, καθώς το βεβαρυμένο όνομα και πολιτικό κεφάλαιο της Λε Πεν δεν την κάνει συμπαθή σε κανέναν.

Όλοι άλλωστε είχαν προδιαγεγραμμένη τη νίκη Μακρόν «λόγω ευφράδειας» και γιατί, στο αντίστοιχο ντημπέητ, προ πενταετίας, την είχε «εξαφανίσει». Εκείνος όμως ήταν ένας άλλος Μακρόν: άφθαρτος, καθαρός και με την φήμη του «προοδευτικού». 

Ο χθεσινός Μακρόν δεν είχε τα ίδια χαρακτηριστικά. Το πόσο έχει φθαρεί και πόσο αντιπαθής είναι ακόμη και στους ανθρώπους της αριστεράς που θα τον ψηφίσουν με το ζόρι, για να μη βγει η Λε Πεν, το τι κόστος είχε η βαρβαρότητα με την οποία αντιμετώπισε τα λαϊκά κινήματα και η ανικανότητα αντιμετώπισης της πανδημίας, μαζί με τη φτωχοποίηση ενός μεγάλου κομματιού του γαλλικού λαού, η προσπάθειες φίμωσης του Τύπου, η λογοκρισία, είναι δεδομένα και δεν τα «ξεπλένει» η εκλογική αναμέτρηση. Από την άλλη, η Λε Πεν είναι η Λε Πεν – αν και χθες ήταν λιγότερο ..Λε Πεν, κατά τη συζήτηση. Και πολύ καλύτερα προετοιμασμένη από ότι το 2017. Έτσι που να ενισχύει την αποχή, μάλλον, παρά να κερδίζει ψήφους. 

Αν ξεχνούσε κανείς την πολιτική ταυτότητα των δύο, θα έβλεπε έναν αλαζόνα Μακρόν, που αρκετές φορές έχασε την ψυχραιμία του, και μία σταθερή και ήρεμη Λε Πεν που κατάφερνε να γυρίσει στο δικό της γήπεδο ακόμη και ζητήματα στα οποία θα ήταν δεδομένη η ήττα της. Μόνο που το αρνητικό κλίμα εις βάρος της δεν έχει αντιστραφεί – απλώς εξισορροπείται σε ένα βαθμό από το επίσης αρνητικό κλίμα κατά του Μακρόν. Οι γάλλοι έχουν να διαλέξουν μεταξύ δύο κακών, και το ποιό θα κρίνουν ως μικρότερο θα το μάθουμε την Κυριακή – που παραμένει και πάλι πιθανότατη η νίκη Μακρόν. 

Αλαζονεία εναντίον ισλαμοφοβίας

Μια από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές, σχετικά στην αρχή, εκεί που κρίνονται πολλές φορές οι εντυπώσεις, ήταν η αναφορά Μακρόν στο δάνειο που πήρε, πριν την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση, του ’17, η Λε Πεν από ρωσική τράπεζα. Αν το θέμα είχε μείνει εκεί, στα γνωστά, η Λε Πεν θα είχε χάσει τις εντυπώσεις, ειδικά μετά το «Οταν μιλάτε για τη Ρωσία, κυρία Λε Πεν, μιλάτε για τον τραπεζίτη σας». Το λάθος του Μακρόν είναι ότι τράβηξε το σκοινί, λέγοντάς της πως «ακόμη δεν έχει ξεπληρώσει αυτό το δάνειο», προφανώς υπονοώντας ότι οι σχέσεις της με τη Ρωσία συνεχίζουν να υφίστανται, κι ας καταδικάζει την εισβολή στην Ουκρανία. Η απάντησή της, πως «όπως χιλιάδες γάλλοι» έχει κι αυτή «πρόβλημα να αποπληρώσει το δάνειό της», γύρισε το παιγνίδι, εκείνη τη στιγμή υπέρ της: ο Μακρόν ήταν και πάλι άνθρωπος των πλουσίων και των τραπεζών που δεν καταλαβαίνει τις οικονομικές δυσκολίες του λαού. Το κεφάλαιο ακριβώς στο οποίο επενδύει η Μαρίν Λε Πεν.

Στη συνέχεια αναδείχθηκε ακόμη μια μεγάλη διαφορά σε σχέση με το ντημπάητ του 2017. Σε εκείνο η Μαρίν Λε Πεν γινόταν πολλές φορές επιθετική, ενώ ο Μακρόν εμφανιζόταν ευφυής και με έλεγχο λόγων και φωνής. Αυτή τη φορά τα πράγματα άλλαξαν: η Λε Πεν κράτησε καθ’ όλη τη διάρκεια του μαραθώνιου ντημπέητ την ψυχραιμία της και δεν πρόσβαλε σε καμμία στιγμή τον αντίπαλό της. Ήταν ο Μακρόν που την προσέβαλε, ακόμη και το «μαντάμ» το είπε δύο φορές με περιφρονητικό τόνο, και που έδειξε φανερά εκνευρισμένος τουλάχιστον τρεις φορές. Αν και αργότερα η κατάσταση είχε εξισορροπηθεί, με τις αναφορές Μακρόν στις «οικονομικές επιτυχίες παρά την πανδημία» και την επιτυχημένη του προσπάθεια να δείξει πόσο έχει «στρογγυλέψει» τις θέσεις της η Λε Πεν, συγκρίνοντας όσα λέει τώρα με το παρελθόν – «το πρόγραμμά σας είναι σήμερα 80% διαφορετικό», της είπε κάποια στιγμή, χωρίς ουσιαστικό αντίλογο – ωστόσο ο απερχόμενος γάλλος ηγέτης δεν κατάφερε ούτε για μία στιγμή να γίνει «λαϊκότερος». Έχει κατηγορηθεί και στο παρελθόν και πολλάκις ως αλαζονικός στη συμπεριφορά του, και δικαίως θα αντιμετωπίσει και πάλι την ίδια κατηγορία.

Με βάση τα χθεσινά δεδομένα, ούτε ο ένας ούτε ο άλλος φαίνεται να κέρδισε …αποφασιστικά την αναποφάσιστη ψήφο. Οι δηλώσεις της Λε Πεν για απαγόρευση του χιτζάμπ, αν εκλεγεί, «ώστε να προστατεύσει το γαλλικό πολιτισμό» για τον οποίο «είναι περήφανη», έφερε ακριβώς τις μνήμες που η ίδια θα ήθελε να αποφύγει στην παρούσα φάση και δικαιολόγησε την αντίδραση Μακρόν που της είπε πως «θα γίνει εμφύλιος» αν συμβεί κάτι τέτοιο, αγκαλιάζοντας τους μουσουλμάνους ψηφοφόρους. 

Στα ενδιαφέροντα σημεία, ας αναφερθεί η …οικολογική επίθεση της Λε Πεν στο Μακρόν, όπως και η – ίσως αρνητική για τον ίδιο – επιμονή του Μακρόν να υπερασπίζεται σε απολύτως όλα την Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Στο δια ταύτα, η εταιρία Elabe που έκανε σχετική δημοσκόπηση, μετά το ντημπέητ, δίνει τη «νίκη» των λόγων με 59% στο Μακρόν και μόλις 39% στη Λε Πεν. Μεταξύ των ψηφοφόρων του Μελανσόν, πολύ λογικά, το ποσοστό του Μακρόν ανεβαίνει σε 61%. Και μόλις 30% δήλωσε πως θεωρεί, μετά το ντημπέητ, τη Λε Πεν ικανή να ηγηθεί της Γαλλίας. Όμως, σε αντίστοιχες δημοσκοπήσεις – ας θυμηθούμε τον Τραμπ- είναι πάντα πολλοί αυτοί που ή λένε ψέμματα ή δεν απαντούν, και στην κάλπη ρίχνουν αυτό που στα γκάλοπ και τη δημόσια συζήτηση καταδικάζουν. Σημείο ιδιαίτερα ενδιαφέρον αποτελεί, στη συγκεκριμένη δημοσκόπηση, και το γεγονός ότι πάνω από 50% κρίνει τον Μακρόν «αλαζονικό». Και, φυσικά, όποια κι αν είναι η γνώμη των αριστερών ψηφοφόρων για το Μακρόν του ντημπέητ, δεν είναι υποχρεωτικό πως θα τους οδηγήσει να ψηφίσουν την Κυριακή και να μην επιλέξουν την αποχή, που εμμέσως τους έχει υποδείξει ο ίδιος ο Μελανσόν.