Η ανακοίνωση του Ηλία Κασιδιάρη – μέσω βίντεο, με την Ελληνική σημαία εξ αριστερών και μια εικόνα της Βρεφοκρατούσας εκ δεξιών- για την ίδρυση νέου (προφανώς ακροδεξιού) κόμματος, υπό την ηγεσία του, αντιμετωπίστηκε από πολλούς, στο χώρο της ευρύτερης αριστεράς, ως μια γελοία υπόθεση, ανίκανη να αντιστρέψει το κλίμα, που έχει καθοριστεί από τις αποκαλύψεις στη δίκη της Χρυσής Αυγής. Ένας πρώην βουλευτής της Χρυσής Αυγής, ηγετικό στέλεχος, η εικόνα του οποίου έχει καθοριστεί από τη συμμετοχή του εκεί, που μπορεί να πάει; Πόσο μακρυά; Και, με ποιούς;

Δυστυχώς, οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δεν είναι τέτοιες που να δείχνουν ότι ο Ηλίας Κασιδιάρης και το κόμμα του τίθενται εξ αρχής εκτός μάχης. Αντιθέτως. Οι απαντήσεις, οι ειδικές συνθήκες στον τόπο μας, τόσο σήμερα όσο και στο άμεσο μέλλον, και η σύγκριση με το Σαλβίνι – με δεδομένη και την αναφορά του ίδιου του νεόκοπου ηγέτη στα αδελφά του ευρωπαϊκά κόμματα – δείχνουν πως το κόμμα Κασιδιάρη όχι μόνον θα έχει μέλλον, αλλά, αν δεν αντιμετωπιστεί νωρίς, μπορεί να βρεθεί με ποσοστά υψηλότερα των υψηλότερων που κατέκτησε ποτέ η Χρυσή Αυγή.

Για την πλήρη απορρόφηση των ψηφοφόρων του Κυριάκου Βελόπουλου, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να παρουσιάσει κανείς επιχειρήματα. Ο ίδιος ο Κασιδιάρης, άλλωστε, ούτε καν τον ονοματίζει – αναφέρεται απλώς στον τηλεπωλητή επιστολών του Ιησού και κηραλοιφών κατά του κορονοϊου… Είναι προφανής η περιφρόνηση και η βεβαιότητα της απορρόφησης. Και δικαίως: το προφίλ του Κασιδιάρη, στην ακροδεξιά πάντα, είναι πολύ καλύτερο από αυτό του Βελόπουλου.

Αυτό που έβαλε στη Βουλή το Βελόπουλο είναι το Μακεδονικό. Οι ψήφοι όσων απέρριπταν την συμφωνία των Πρεσπών μοιράστηκαν σε αυτόν και την Νέα Δημοκρατία της προεκλογικής ρητορικής. Σήμερα, με την ανυπαρξία του Βελόπουλου στη Βουλή και την κυβερνητική στάση της ΝΔ στο θέμα, το γήπεδο αυτό παραμένει διαθέσιμο και είναι βέβαιο πως το νέο κόμμα μπορεί να παίξει εκεί – οι αναφορές του Κασιδιάρη σε Εθνομηδενιστές σε αυτό ακριβώς αποσκοπούν, όπως και η τοποθέτηση, πάνω πάνω στη σελίδα του νέου κόμματος, του Ήλιου της Βεργίνας.

Για την επιστροφή στην κασιδιάρικη αγκάλη ενός μεγάλου τμήματος των πρώην ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής, που εθίγησαν, όχι από τις δολοφονίες, αλλά από τα σκάνδαλα περί χρημάτων και τις καταγγελίες πρώην ευρωβουλευτών του μορφώματος, ή έφυγαν απογοητευμένοι από τις διαιρέσεις, επίσης δε νομίζω ότι χρειάζεται συζήτηση.

Με απλά λόγια, ο Ηλίας Κασιδιάρης υπολογίζει ότι ξεκινά με βάση ένα 3-4% , και δεν έχει άδικο να το υπολογίζει. Αυτή είναι η βάση του – και μπορεί να προσβλέπει σε πολύ καλύτερα αποτελέσματα για εκείνον και το νέο κόμμα. Έχει ήδη αρχίσει να κάνει τις απαραίτητες κινήσεις για να εμφανιστεί ως  ο εν δυνάμει Σαλβίνι της Ελλάδας και να διαχωρίσει ακόμη παραπάνω τη θέση του από τη Χρυσή Αυγή.

Σύμφωνα με τον ίδιο, δεν μετέχει πλέον στο κόμμα της Χρυσής Αυγής, διότι η πρόταση που κατέθεσε για πλήρη αναδιοργάνωση και ανανέωση δεν έγινε αποδεκτή. H αποχώρησή του, μετά από προσπάθειες ενότητας («εκτενείς συζητήσεις») που δεν απέδωσαν σε κανένα επίπεδο ή θέμα («απόλυτη διαφωνία»), τονίζεται δεόντως. Και τονίζεται ώστε να γίνει κατανοητό στον απογοητευμένο ψηφοφόρο ότι το βαρίδι και πρόβλημα ήταν και παραμένει ο Μιχαλολιάκος – η παλιά σειρά, ο εμμονικός με το προσωπικό του ξέπλυμα, αυτού και των ιστορικών επιλογών του: πράγματα που είχαμε τονίσει πολλοί ως τροχοπέδη στην επιπλέον ανάπτυξη της ΧΑ, τις ..χρυσές της μέρες.

Ο Ηλίας Κασιδιάρης ξέρει πολύ καλά το κοινό του. Και την απογοήτευση και την επιθυμία για ξέπλυμα. Χωρίς να αναφερθεί στον Μιχαλολιάκο καταργεί τη σχέση τους και επιδιώκει να αναδείξει παράλληλα το γεγονός ότι, μέχρι την ολική διαφωνία, έμεινε πιστός στρατιώτης, αλλά και τη νεότητά του: η κεντρική φωτογραφία του στον ιστότοπο του νέου κόμματος είναι τουλάχιστον δεκαετίας, και δεν αρκεί ο ναρκισσισμός του να το δικαιολογήσει.

Η ακόλουθη λαϊκιστική επίδειξη της εντιμότητάς του, με το «καλημέρα» του νέου κόμματος, η υπογράμμιση της επιλογής του να ζει με το 1/3 της βουλευτικής αποζημίωσης, χωρίς αστυνομική συνοδεία και βουλευτικό αυτοκίνητο, το χτίσιμο της εικόνας του «καθαρού ουρανού», είναι διπλής στόχευσης: θέτει εαυτόν στον αντίποδα όσων «βρώμισαν» την εικόνα της ΧΑ και όσων κάλυψαν σκάνδαλα, όπως αυτά που κατήγγειλαν οι πρώην ευρωβουλευτές.

Ο αναλογίες με το Σαλβίνι, που ξεπηδούν από το πρώτο κιόλας αυτό βίντεο, δεν είναι καθόλου λίγες.

Ο ακροδεξιός ιταλός ηγέτης αντί της εικόνας της Βρεφοκρατούσας προτιμάει το ροζάριο και, φυσικά, περιφέρει την Ιταλική σημαία αντί της Ελληνικής, αλλά και εκείνος την ίδια ρητορική ακριβώς αναπτύσσει, αυτή που ξεκίνησε να χρησιμοποιεί και ο Κασιδιάρης. Η άμυνα της Χριστιανικής Ευρώπης στην «εισβολή» που δέχεται από τους «ξένους που θέλουν να αντικαταστήσουν τον ντόπιο πληθυσμό», η θέση «εμείς εναντίον όλων των άλλων», η σαφής αναφορά Κασιδιάρη στο ρόλο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (που ο Σαλβίνι χρησιμοποιεί κατά κόρον και πολύ σωστά για την υπόθεσή του) είναι τα ξεκάθαρα κοινά του λόγου των δύο. Και ενδεικτικά των φιλοδοξιών του Ηλία Κασιδιάρη.

Η πορεία του Σαλβίνι, που ακατάπαυστα επί ενάμισυ χρόνο, γύριζε κάθε γωνιά της Ιταλίας μιλώντας με όλους, φαίνεται ότι εμπνέει, επίσης, την ρητορική Κασιδιάρη, περί παρουσίας σε όλη την Ελλάδα, κάτι που η ηλικία του και οι δυνάμεις του επιτρέπουν. Ο Σαλβίνι δεν ενδιαφερόταν ποτέ τόσο να επιδράσει με τις ομιλίες του, όσο να επιδράσει με τον χρόνο που περνούσε με τον απλό κόσμο, μετά από αυτές, ώρες ολόκληρες χτίζοντας το προφίλ του δικού τους, προσιτού, απλού ανθρώπου, που νοιάζεται για ότι ακριβώς νοιάζονται κι αυτοί.

Όσο για την τακτική του Σαλβίνι, να απαντά μόνο σε όσα ερωτήματα που τον βολεύουν και να αποφεύγει τα υπόλοιπα είναι ήδη στο οπλοστάσιο των χρυσαυγιτών, οπότε δε χρειάζεται να αναλυθεί εδώ.

Είτε το θέλουμε είτε όχι, ο Σαλβίνι αποτελεί έμπνευση, ως ένα πολύ επιτυχημένο πείραμα, για όλη την ακροδεξιά της Ευρώπης. Όχι μόνον «εξανθρώπισε», εξωράισε, την ακροδεξιά ρητορική στην Ιταλία – όπως επιτυχώς έχει γραφτεί-, όχι μόνον κατάφερε να απευθυνθεί στη νεολαία μέσω των νέων τεχνολογιών και του καλτ προφίλ του που έφερε τον απλό πολίτη πολύ πιο κοντά του μαζί με τον πεζοδρομιακό λόγο στην πολιτική, όχι μόνο υποχρέωσε σε συσπείρωση τους αντιπάλους του στην προσπάθειά τους να τον αναχαιτίσουν, αλλά έχει δώσει νέο νόημα και νέα δυναμική στην ακραία λαϊκιστικη δεξιά, μένοντας Ιταλός στη νοοτροπία: δεν προσπάθησε να γίνει ούτε Τραμπ ούτε Ορμπαν, έμεινε Σαλβίνι και χρησιμοποίησε το χάρισμά του. Διότι, είναι ένας χαρισματικός ηγέτης, είτε μας αρέσει είτε όχι – γι’ αυτό και γρήγορα ξεπέρασε την κάποτε μέντορά του, Μαρίν Λεπέν, σε επιρροή στην ακροδεξιά Ευρώπη.

Κι εδώ ακριβώς εντοπίζεται η μεγαλύτερη αδυναμία του Ηλία Κασιδιάρη. Δεν θα μπορούσε κανείς να τον χαρακτηρίσει χαρισματικό, επ’ ουδενί. Κενό που για να καλυφθεί – εφόσον το γνωρίζει και το αποδεχθεί, δηλαδή η φιλοδοξία του ξεπερνά τον ναρκισσισμό του- θα πρέπει να καλύψει με μια εντονώτερη και πιο ακραία παρουσία σε κοινωνικά θέματα. Και πάλι, όμως, στον δρόμο που άνοιξε ο Σαλβίνι. Το παράδειγμα υπάρχει και είναι επιτυχημένο.

Με προτάσεις νόμων όπως αυτός που θα νομιμοποιούσε την χρήση όπλων κατά οποιουδήποτε μπει στην περιουσία κάποιου – ο φόνος του εισβολέα να μην είναι αδίκημα-, ή αυτός περί χημικού ευνουχισμού των βιαστών, με προτάσεις για κλειστά στους πρόσφυγες νησιά και λιμάνια, με ρητορική περί του καλού λαού που η καλοσύνη του χρησιμοποιείται εναντίον του, για να φέρει «παράνομα» όλους «αυτούς» που υποσκάπτουν την ταυτότητα, την κουλτούρα και όσα έφεραν οι αγώνες του, ο Σαλβίνι εξαργύρωσε τη λαϊκή δυσαρέσκεια από τις επίσημες πολιτικές, πατώντας σε μια σειρά κοινωνικά ζητήματα. Και την εξαργύρωσε γιατί υπήρξαν οι δύο κρίσεις που αντιμετωπίζει και η Ελλάδα: η οικονομική και η προσφυγική.

Ο ελληνικός λαός είναι ένας (ακόμη ευρωπαϊκός) λαός που φέτος θα βουλιάξει πιο βαθιά στην ανεργία, την ύφεση, την οικονομική δυσπραγία. Σε αυτό το λαό, στα πιο αδύναμα στρώματά του, που ήδη έχουν στηρίξει ακροδεξιές επιλογές κατά καιρούς, απευθύνεται ο Κασιδιάρης μιλώντας περί αφελληνισμού, εισβολέων, προσφύγων που … διάγουν τρυφηλόν βίο σε πολυτελή ξενοδοχεία… Και ένας λαός οργισμένος, που αισθάνεται αδύναμος και έχει απωλέσει το κέντρο, σε μια χώρα όπου η αριστερά είναι βαριά πληγωμένη, και, ας μη κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, δεν προσφέρει λύσεις που να μιλούν στον απλό πολίτη, μπορεί εύκολα να ξεστρατήσει, μπορεί εύκολα να ανεβάσει το νέο μόρφωμα στην τρίτη θέση μεταξύ των κομμάτων. Να πραγματώσει το όνειρο του Κασιδιάρη, τον εφιάλτη των υπολοίπων ημών.