Η πανδημία ανάγκασε το Παλαιοβιβλιοπωλείο των αστέγων να κατεβάσει ρολά. Ο κύριος Λεωνίδας δεν ήταν σίγουρος αν θα τα ανέβαζε ξανά. Δεν ήταν μόνο η πανδημία που κλόνισε το εγχείρημα του. Ήταν και το ότι δεν είχε βρει μόνιμο χώρο να στεγάσει τα βιβλία που μέρα με τη μέρα γίνονταν όλο και περισσότερα. Το παλαιοβιβλιοπωλείο γέμισε βιβλία και αλληλεγγύη αλλά οι δυσκολίες ήταν εκεί. «Ο χώρος το ξέρω από την αρχή και μετά την γενναιόδωρη πράξη της παραχώρησης, το ξέρω, μας είχαν προειδοποιήσει και μας το είχανε πει ότι δεν έχει ούτε ηλεκτρικό ρεύμα γιατί είναι ένα γιαπί, δεν έχει νερό και τώρα όλο αυτό το διάστημα, αυτό το δεκάμηνο εκτός από τα άλλα προσπαθούμε να λύσουμε κάποια προβλήματα των τριών αστέγων είναι μια προσπάθεια να βρούμε έναν μόνιμο χώρο» είχε δηλώσει ο ίδιος σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο TPP.

Το Παλαιοβιβλιοπωλείο των αστέγων κοσμεί τον αριθμό 132 στην οδό Πειραιώς. Ο κύριος Λεωνίδας ακόμη αναζητά χώρο. Τα βιβλία στοίβες πάνω σε πάγκους, με χιλιάδες ιστορίες να είναι έτοιμες να ξεπηδήσουν να φωλιάσουν στα ράφια των σπιτιών μας. Ο κύριος Λεωνίδας δεν τα παρατάει, όμως χρειάζεται μια υπενθύμιση ότι η αλληλεγγύη ακόμη υπάρχει. Χρειάζεται έναν μόνιμο χώρο να στεγάσει τα χιλιάδες βιβλία που με αγάπη, μεράκι και μπόλικη αλληλεγγύη έχει συγκεντρώσει. Χρειάζεται να βλέπει τα χαμόγελα και τον ενθουσιασμό μας όταν φεύγουμε με εκείνα τα βιβλία που θα ομορφύνουν τις μέρες μας.

Οι μέρες ομορφαίνουν με αλληλεγγύη, αγάπη και καλοσύνη. Όσα δηλαδή ζωγραφίζονται στο πρόσωπο του κύριου Λεωνίδα. Είναι 68 χρονών και σπούδασε Οικονομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Στη ζωή του εργάστηκε σε εκδοτικούς οίκους και μέσα στην κρίση έχασε τη δουλειά του και βρέθηκε άνεργος. Τα χρήματα στέρεψαν και δεν μπορούσε να πληρώσει το νοίκι του, έτσι ένα βράδυ βρέθηκε να κοιμάται στον δρόμο άστεγος. Τους μήνες που περιπλανιόταν στους δρόμους της Αθήνας, σαν να ‘ταν απάγκιο του τα βιβλία από την πρότερη ζωή του, ξεκίνησε να μαζεύει πεταμένα βιβλία από τα σκουπίδια. Πήγαινε στο Μοναστηράκι και τα πουλούσε ένα-δύο ευρώ, ίσα-ίσα να μπορεί να αγοράσει ένα σουβλάκι να φάει. Μαζί με δύο φίλους του, άστεγοι και οι τρεις, ζήτησαν, με μια ανάρτηση στα κοινωνικά μέσα, την αλληλεγγύη του κόσμου. Να προσφέρουν παλιά βιβλία, ώστε να δημιουργήσουν το Παλιοβιβλιοπωλείο των αστέγων και να τα πουλάνε με λίγα ευρώ για τα προς το ζην.

«Ξεκινήσαμε απ’ το μηδέν κυριολεκτικά με τη σκέψη ότι θα μπορούσαμε αντί να πουλάμε βιβλία που βρίσκαμε στους δρόμους, τρεις άστεγοι άνθρωποι που είμαστε, είμαστε τρεις άστεγοι, θα μπορούσαμε αυτά να τα μαζέψουμε τα βιβλία και να φτιάξουμε ένα μικρό χώρο σε μια αποθήκη, ένα παλαιοβιβλιοπωλείο. Έτσι ξεκίνησε η προσπάθειά μας» είχε πει. Είναι ένας  αγώνας που γίνεται με πολλές δυσκολίες και από ανθρώπους που έχουν περάσει από πολλές δυσκολίες.  «Θα έχουμε ρεύμα σ’ αυτό το χώρο και είναι πολύ σημαντικό» είπε ο ίδιος. Πράγματα τα οποία θεωρούμε αυτονόητα, όλοι νομίζουμε ότι αγωνιζόμαστε, όλοι νομίζουμε ότι ζοριζόμαστε, αλλά καλό είναι μερικές φορές να θυμόμαστε ότι αυτό έχει διαβαθμίσεις και όχι απλές διαβαθμίσεις. Και επειδή δυσκολίες μπορεί να υπάρχουν για όλους, έχει μεγάλη σημασία το θάρρος και το πείσμα κάποιων ανθρώπων για να γυρίσουν τη ζωή τους και να βρίσκουν έναν τρόπο να τα βγάζουν πέρα.