«Ο ναρκισσισμός και η αυταπάτη είναι μηχανισμοί επιβίωσης, χωρίς τους οποίους, πολλοί από μας θα είχαν φουντάρει στο ποτάμι»
Todd Solondz

Στην τρέχουσα πολιτική σπάνια θέτουμε ένα απλό ερώτημα: Γιατί να θέλει κάποιος να οδηγήσει έναν Λαό; Ή ακόμη περισσότερο, γιατί να θέλει κάποιος να σώσει μια χώρα; Τι τον προδιαθέτει να πιστέψει ότι μπορεί να σώσει μια χώρα; Και μάλιστα ότι αυτός, μπορεί να το κάνει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον;

Από πρώτη άποψη, κάπου εδώ, ίσως να υπάρχει μια υγιής δόση ατομικής βεβαιότητας και αυτοπεποίθησης ή και ένας καλώς εννοούμενος «τσαμπουκάς». Όταν όμως αυτό δηλώνεται πασπαλισμένο με μπόλικη ζάχαρη αυτοθαυμασμού, και μάλιστα από κάποιους που το βασικό τους προσόν είναι η διάσημη τηλεοπτική εικόνα τους, μάλλον πρόκειται για μια ναρκισσιστική έκρηξη! Ένα «εγωϊστικό γονίδιο» που κάνει «μπάμ»!

Αλλά τι προδιαθέτει έναν άνθρωπο σε κάτι τέτοιο;

Η κλασσική ψυχαναλυτική σκέψη ορίζει ότι αρκετοί άνθρωποι βιώνουν μια σοβαρή και κρίσιμη έλλειψη στην παιδική τους ηλικία, που αφορά κυρίως στη σχέση προσκόλλησης / αποχωρισμού από τους γονείς τους. Να γιατί δεν μπορούν να κάνουν, σχεδόν, τίποτα άλλο παρά να επιχειρούν διακαώς να αντισταθμίσουν την έλλειψη αυτή, με την ολόπλευρη αφοσίωση τους στην επιτυχία! Επιτυχία οικονομική και επαγγελματική, επιτυχία κοινωνική ως φήμη και καταξίωση, επιτυχία «υπαρξιακή» ως απεριόριστη ισχύς!

Στα χρόνια της μεταπολίτευσης, «εκπαιδευτήκαμε» μ’ έναν τρόπο, να θεωρούμε κάτι τέτοιο σχεδόν ως φυσιολογικό. Ή μάλλον, να το αντιλαμβανόμαστε ως τόσο συνηθισμένο, ώστε να μοιάζει και φυσιολογικό. Στο κάτω-κάτω, θα έλεγε κανείς, πρόκειται για το άτομο που αναδύεται μέσα από τον προσωπικό του πόνο και ως εκ τούτου αισθάνεται υποχρεωμένο να επιτύχει. Πού είναι το τόσο κακό; Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν το κυρίαρχο κοινωνικό «μότο» ήταν: να είσαι ο εαυτός σου και στ’ ……σου!

Δυστυχώς η αλήθεια είναι ότι στη διαδρομή προς την επιτυχία, αυτή η αρχική οδύνη, γίνεται συχνά ένα πρώτης τάξεως άλλοθι για να «τσαλακωθεί» οποιοσδήποτε θα μπορούσε να αποτελέσει εμπόδιο. Είναι γνωστό ότι ο δρόμος προς τον παράδεισο είναι στρωμένος με κακές προθέσεις, σε αντίθεση με τον άλλο που οδηγεί στην κόλαση!

Αν σήμερα, για παράδειγμα, εδώ και τώρα, η επιτυχία μου περνά από την επιτακτική ανάγκη μου να παρκάρω το αυτοκίνητο μου, κανένα «καφάσι» δεν θα με εμποδίσει να το κάνω, όπως περίπου δηλώνεται στο τηλεοπτικό σποτ υποψήφιου του Ποταμιού. Και προφανώς θα αναγορεύσω την άρση του «καφασίου» (sic) σε κυρίαρχο πολιτικό πρόταγμα. Είναι ένα «καφάσι» που δεν με αφήνει να πετύχω! Το επείγον της επιτυχίας είναι τόσο απελπιστικά επιτακτικό, ώστε οι άλλοι είναι καλύτερα να κάνουν στην άκρη!  Όπως, προφανώς, και το παράνομο «καφάσι» του γείτονα! Είναι, ως εκ τούτου, σπουδαίο αίτημα νομικού διακανονισμού το «καφάσι» και όχι στοιχειώδους κοινωνικής συνεννόησης.

Κι αν εμπόδιο στη διαδρομή για την επιτυχία είναι ο ίδιος ο Λαός μιας χώρας;

Όταν κάποιοι αναπτύσσουν μιαν ανάγκη για αναγνώριση και αποδοχή, τέτοιας εσωτερικής έντασης, αυτό θα μπορούσε να παραλληλισθεί μόνον με την βασανιστική ανάγκη ενός εξαρτημένου χρήστη ουσιών.

Είναι η «πρέζα» να θέλεις να σώσεις τη χώρα! Και να είσαι εσύ ο protagon της σωτηρίας!

Σ’ αυτή τη διαδρομή αναζήτησης της ναρκο-επιτυχίας, οι άλλοι υφίστανται μονάχα ως χειραγωγούμενα αντικείμενα, προορισμένα εν τέλει να εξυπηρετούν τις ανάγκες σου. Στην πραγματικότητα, είναι πολύ δύσκολο να πιστοποιήσεις στον άλλο ακόμη και μια στοιχειώδη υπαρξιακή ταυτότητα με τις δικές του ανάγκες και ιδιαιτερότητες. Ο άλλος, περίπου υπάρχει και δεν υπάρχει. Έτσι κι αλλιώς, οι δικές σου ανάγκες είναι πάντα πολύ πιο πιεστικές και άμεσες.

«Δεν υπάρχει λοιπόν κανείς λόγος να δαπανάμε χρόνο να συζητάμε για πράγματα αυτονόητα, όπως τα συσσίτια. Αυτά τα κάνει η εκκλησία και τα κάνει πάρα πολύ καλά»…θα πουν στο Ποτάμι. 

Μια μεγαλομανής αίσθηση προσωπικής αξίας και σπουδαιότητας διαγράφεται ακόμη και στις μικρές, δυσδιάκριτες ίσως, λεπτομέρειες της σωματικής κίνησης και της ομιλίας. «Καλησπέρα-καλησπέρα! Τι λέει; Τι γίνεται ρε συ;» είναι η εξωραϊστική συγκατάβαση που υποδεικνύει ότι είσαι πολύ προσιτός και ανθρώπινος, παρά το μεγαλείο σου! 

Ένα σύννεφο προσδοκίας να αντιμετωπίζεσαι ως κάτι «ξεχωριστό» και «εξαιρετικό» σε ακολουθεί όπου κι αν πας.

Η ανάγκη για αναγνώριση και επιβράβευση οδηγεί συνήθως στην ανάγκη διαρκούς και έντονης προβολής. Αγωνία για χειροκρότημα και θαυμασμό. Κι’ ύστερα, μια μάσκα απάθειας και αδιαφορίας. Σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Ό,τι χρειάζονται οι άλλοι για να εκλάβουν ως ψυχραιμία και αυτοπεποίθηση. «Να αλλάξουμε τα πάντα, χωρίς όμως να γκρεμίσουμε τη χώρα».

«Να αλλάξουμε τα πάντα, για να μην αλλάξουμε τίποτα!» δηλώνει μακιαβελικά σαρκαστικά ο μεγαλομανής αστός που συντάσσεται με τον επαναστάτη Γαριβάλδη στη διάσημη ταινία Il Gatopardo, του Luchino Visconti.

Μιλάμε για ναρκισσιστές

Γνωστός ο αρχαιοελληνικός μύθος. Ο Νάρκισσος ανακάλυψε την αντανάκλαση του προσώπου του στα νερά μιας πηγής- ή μήπως ενός ποταμού;- και γοητεύτηκε τόσο πολύ, που δεν μπορούσε να σταματήσει να την κοιτάζει. Η εικόνα του, αυτή του Πρωταγωνιστή, τον απορρόφησε τελείως, ώστε άρχισε να της μιλάει με ένα αδιάκοπο «εγώ». Στο τέλος, ερωτεύτηκε την ίδια την εικόνα του.

Μα αν ο Νάρκισσος ζούσε σήμερα, οι φίλοι του θα τον φώναζαν hipster!

Γιατί, είναι όμορφο να είσαι hipster! Είσαι τόσο όμορφα μοναδικός, αν είσαι hipster! Σου αρέσει η μεταμοντέρνα υποκουλτούρα, έτσι κι αλλιώς είσαι παιδί της αστικής τάξης –αυτό δεν αλλάζει ποτέ- και δηλώνεις ψαγμένος.  Σου αρέσει η εναλλακτική μουσική και τρελαίνεσαι για κινηματογράφο.

Είναι όμορφο να είσαι hipster! Οι τσίχλες στο πεζοδρόμιο είναι πάντα ένα τεράστιο οικολογικό πρόβλημα. Και δεν είναι και λίγο αν καταφέρεις να ντύσεις μερικά ακόμη δέντρα με όμορφα πολύχρωμα πουλόβερ! Ενώ δεν αξίζει και πολλά πράγματα να δώσεις αυξήσεις στους μισθούς, που οι απερίσκεπτοι άνθρωποι θα ξοδέψουν για να αγοράσουν τρόφιμα.

Είναι όμορφο να είσαι hipster! Ντύνεσαι σπορ, συνδυάζεις χρωματιστές μπλούζες ή και χρωματιστά παντελόνια-πάντα σε στενή γραμμή- με φούτερ και δερμάτινο μπουφάν, ενίοτε και με σανδάλια. Ρίχνεις κι ένα σακίδιο στην πλάτη, περισσότερο σαν αξεσουάρ. Είναι αλήθεια πως λατρεύεις οτιδήποτε παλιακό ή vintage, εκτός βέβαια τους ρακένδυτους άστεγους που προσβάλλουν την industrial αισθητική κάποιων πεζοδρομίων !

Είναι όμορφο να είσαι Hipster! Να έχεις πάντα περιποιημένο μαλλί κι ας φαίνεται ατημέλητο. Επιμελημένα ατημέλητη είναι και η Athens Voice που «μιλάει βρώμικα». Αγαπάς το ποδήλατο και μισείς αυτή την πόλη που δεν έχει ποδηλατόδρομους. Κι’ αν υπάρχουν άνθρωποι που η ζωή τους έχει γίνει ποδήλατο, ένα mp3 σε βοηθάει να αποφύγεις να το δεις. Είναι αυτή η mainstream μουσική που αγαπάς να σε τυφλώνει (κοινωνικά).

Είναι όμορφο να είσαι hipster, γιατί σου αρέσει να ξέρεις τι παίζει πριν το μάθουν οι άλλοι. Και πάντα έχεις κάτι να πεις γιατί…διαβάζεις. Δεν ανήκεις στο πλήθος. Έχεις κοινωνικές επαφές, ζεις μέσα στη μάζα, αλλά απεχθάνεσαι να γίνεσαι μέρος της. Ίσως, γι’ αυτό σου καταλογίζουν ότι είσαι λίγο σνομπ ή υπερόπτης, αλλά μη μασάς! Το “Κλικ” ήταν hipster όταν η “Athens Voice” ήταν ακόμη μικρό δεντράκι κάπου στον Αμαζόνιο. Πριν γίνει χαρτί!

Μια μέρα ο Νάρκισσος θέλησε, βυθίζοντας το χέρι του στο νερό, να αγγίξει την εικόνα του. Να τη χαϊδέψει ηδονικά και αυτάρεσκα. Να τη φέρει κοντά του. Σαν ένα χάδι απ’ τα παιδικά του χρόνια που του έλλειπε. Όμως, παρά τις προσπάθειες του, δεν κατάφερε να ικανοποιήσει την ανάγκη του αυτή. Το ποτάμι ήταν πολύ θολό! Έτσι, παρέμεινε στη θέση αυτή αυτο-θαυμαζόμενος, μέχρι που πέθανε ο καημένος από μαρασμό. Σε μια άλλη εκδοχή, έπεσε στο ποτάμι και πνίγηκε. Στη θέση εκείνη, λέει ο αρχαίος μύθος, φύτρωσε το ομώνυμο λουλούδι, σύμβολο της ναρκισσιστικής φθοράς των επαρμένων ανθρώπων.

Καλά λένε στην Κρήτη, «the river was too mainstream!»… 

Το έργο που στολίζει το άρθρο είναι του Γιώργου Νουβάκη