Τις τελευταίες ημέρες οι θεατές της πολιτικής σκηνής της χώρας κάθονται για να παρακολουθήσουν ένα έργο που βλέπουν για πολλοστή φορά τα τελευταία δύο χρόνια: «Ο ΣΥΡΙΖΑ και το μυστικό σχέδιο για το Grexit». Είναι αυτό το σχέδιο που θα έθετε σε κίνδυνο τη χώρα, που βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν το έθεσε σε εφαρμογή, γιατί δεν το είχε, και η αντιπολίτευση, μη έχοντας κάτι καλύτερο να πει και να κάνει, προσποιείται ότι δεν καταλαβαίνει ούτε ότι δεν το είχε ούτε ότι δεν το έθεσε σε εφαρμογή. Αυτό το ανόητο σενάριο μπορούμε να ονομάσουμε «ran-tan-Plan B» της συστημικής δημοσιογραφίας.
Αφορμή για να ανέβει η παράσταση είναι συνήθως οι αποκαλύψεις πρώην στελεχών της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στη συγκεκριμένη περίπτωση το βιβλίο του πρώην υπουργού Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη. Οι μαρτυρίες αυτές έχουν ιδιαίτερη αξία: Συνθέτουν το μωσαϊκό μιας σύνθετης περιόδου γεμάτης από ιστορικής σημασίας εξελίξεις, που καταλήγει δυστυχώς σε μία οδυνηρή, συλλογική ήττα. Μιας περιόδου που τουλάχιστον, μάλλον ατελώς, απροετοίμαστα και σπασμωδικά, ένα μικρό μέρος της πολιτικής ηγεσίας και κι ένα (πολύ μεγαλύτερο) μέρος της κοινωνίας αναζήτησαν, λίγο ή πολύ, μια διαφορετική πορεία για την έξοδο από την κρίση.
Η ελληνική συστημική δημοσιογραφία όμως είναι αλλεργική στον διάλογο: Διατείνεται ότι κάθε εναλλακτική πρόταση είναι δείγμα καθαρής ηλιθιότητας. Παριστάνει ότι δεν διανοείται πως υπάρχουν διαφορετικές απόψεις, συγκρουόμενες εκτιμήσεις. Ανά λίγους μήνες ανακυκλώνεται η ίδια συζήτηση: Όσοι συμμετείχαν στη στροφή της «ωρίμανσης» του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ευτυχώς ενήλικες, ακριβώς όπως το είπε στη διαβόητη φράση η Λαγκάρντ. Όλοι οι υπόλοιποι είναι αφελείς επαναστατημένοι έφηβοι.
«Το Βήμα» είχε χτύπημα στο πρωτοσέλιδο που έγραφε «ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ-ΤΟ ΒΗΜΑ» και εννοούσε ότι διάβασαν το βιβλίο του Βαρουφάκη, που κυκλοφορεί βεβαίως εδώ και μήνες. Το περιεχόμενο ήταν μια ακόμη απόπειρα να γελοιοποιηθεί κάθε προσπάθεια αντίστασης στα σχέδια της τρόικας.
Αυτό, από την άποψη των πολιτών, είναι εντελώς απρόσφορο. Αναπαράγει ένα ρεπερτόριο θεατρικών τύπων: «ο παρδαλός ναρκισιστής», «ο μπουκαδόρος του Νομισματοκοπείου», «η αφόρητη υστερικιά», που όλοι μαζί συγκλίνουν στην άποψη ότι μόνο γραφικοί θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν τον υπέροχο μονόδρομο που ζούμε τώρα. Τις κατηγορίες και τις άναρθρες αυτές κραυγές ενστερνίζεται και η μενουμευρωπαϊκή αντιπολίτευση, που προσπαθεί εδώ και δύο χρόνια να απαντήσει στο κρίσιμο γι’ αυτήν ερώτημα, «τι κάνεις όταν ο βασικός πολιτικός σου αντίπαλος σου κλέβει την πολιτική». Που κατασκευάζει ιστορίες περί «σοβιετίας», ιδεοληψιών και κομμουνιστικού κινδύνου, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται ο καλύτερος μαθητής της τρόικας, έχοντας αποδεχθεί ένα ασφυκτικό πλαίσιο λιτότητας μέχρι το 2022 και με ελάχιστα χαλαρωμένη τη θηλιά μέχρι το 2060.
Το ThePressProject δεν θα πάρει ποτέ κομματική θέση, στηρίζοντας μία κομματική πρόταση έναντι άλλων. Ωστόσο θεωρούμε απολύτως κρίσιμο για την ποιότητα του δημόσιου διαλόγου να μπορέσει να ακουστεί, μέσα σε όλη αυτή την αντιπαθητική βουή από κατασκευασμένες καρικατούρες, ό,τι συνιστά επιχείρημα. Να δούμε με προσοχή τις αδυναμίες των εναλλακτικών προτάσεων. Να εξετάσουμε λεπτομερώς τα κενά που άφησαν όσοι υποστηρίζουν ότι θα έπρεπε να αντισταθούμε στην πολιτική των μνημονίων, ώστε να καταλάβουμε και εμείς και αυτοί γιατί δεν έπεισαν.
Όσο αδιάφορη είναι η χαμηλού επιπέδου συζήτηση που γίνεται από τον συστημικό Τύπο ως απόπειρα να γελοιοποιηθεί κάθε αντίσταση, άλλο τόσο είναι επιτακτική ανάγκη να συζητηθούν οι διαφωνίες επί της ουσίας. Αυτό επιδιώξαμε στο αφιέρωμα για το δημοψήφισμα και αυτό θα εξακολουθήσουμε να επιδιώκουμε ως μέσο, δίνοντας βήμα σε όλους αυτούς που συμμετέχουν ψύχραιμα και με επιχειρήματα στον σχετικό διάλογο. Προσοχή: αυτό συμπεριλαμβάνει και τα επιχειρήματα αυτών με τους οποίους και εμείς διαφωνούμε.
Αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιος από όσους διαφωνούν με τον ΣΥΡΙΖΑ ή όλοι μαζί έχουν απλώς δίκιο και θα έπρεπε να εισακουστούν. Σημαίνει οπωσδήποτε ότι πρέπει ψύχραιμα να αξιολογήσουμε τις αδυναμίες και τις αστοχίες τους προκειμένου να καταφέρουμε να αρθρώσουμε μια κριτική στην ασκούμενη πολιτική που να μην είναι μόνο συναισθηματική. Να μη θεωρείται δεδομένο ότι ο κόσμος που υποφέρει από την ασκούμενη πολιτική θα έρθει να πέσει στις αγκάλες τους χωρίς δεύτερη σκέψη. Αυτό είναι προφανές πως δεν συμβαίνει. Έτσι, ενδέχεται αυτή η κριτική να βοηθήσει τις υπό συζήτηση απόψεις να αποκτήσουν κάποτε αξιώσεις να απευθυνθούν με επιτυχία σε περισσότερους. Το καταλοιδορημένο Plan B είναι το άλλο όνομα της προσπάθειας να μη συνεχιστεί η αδιέξοδη πολιτική που ασκείται σήμερα.