της Μαρίας Απατζίδη

βουλεύτριας ΜέΡΑ25 Ανατολικής Αττικής

Απαράβατος όρος είναι η χορήγηση αυτών των δανείων να γίνει με όρους αγοράς. Ως γνωστό, όμως, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνικών Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων, περίπου 800.000, δεν συγκεντρώνουν τα στοιχεία που συνθέτουν το λεγόμενο τραπεζικό προφίλ. Με άλλες λέξεις, η κυβέρνηση θα αυξήσει τον ήδη υπέρογκο δανεισμό της χώρας κατά 12,7 δισεκατομμύρια ευρώ, φορτώνοντας στις πλάτες των πολιτών τα ευνοϊκά μακροπρόθεσμα δάνεια προς την εγχώρια ολιγαρχία.

Το άλλο επικίνδυνο σκέλος είναι ότι στη σύμβαση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή περιλαμβανόταν όρος για δημιουργία σε κάθε κράτος μέλος δημόσιας αρχής υπεύθυνης για την παρακολούθηση του προγράμματος. Υπενθυμίζουμε ότι δυο μήνες πριν ο πρωθυπουργός είχε συστήσει κυβερνητική επιτροπή, με τον ίδιο επικεφαλής, που θα παρακολουθεί την ένταξη επενδυτικών σχεδίων στο πρόγραμμα χρηματοδότησής και την πορεία υλοποίησής τους. Ο σκοπός είναι να μοιράσει προσωπικά την πίτα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Για να το πούμε ευθέως: Το νομοσχέδιο είναι άλλη μια ψηφίδα στην ταφόπλακα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Άλλωστε, έχει δηλωθεί ξεκάθαρα: Τα δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης που θα περάσουν μέσα από τις τράπεζες θα δίνονται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μόνο αν αυτές συγχωνεύονται. Δηλαδή μόνο αν τις εξαγοράσουν μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Η λογική και του προηγούμενου σχετικού νομοσχέδιου που είχατε καταθέσει η κυβερνώσα παράταξη ήταν ότι για να επιλεγεί μια επιχείρηση προς δανειοδότηση από τους πόρους και με τους ευνοϊκούς όρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, πρέπει να αξιολογηθεί τραπεζικά. Δηλαδή, να κρίνουν οι τράπεζες ότι έχει πιστοληπτική ικανότητα. Όμως στην Ελλάδα από τις 700 χιλιάδες επιχειρήσεις που έχουμε συνολικά μόνο οι 30 χιλιάδες κρίνονται πιστοληπτικά ικανές. Το αποτέλεσμα είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα μείνουν εκτός χρηματοδότησης! Η μόνη ριζική λύση για τις μικρομεσαίες είναι λόγω της πανδημίας να γίνει κούρεμα των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεών τους. Αντί για αυτό η κυβέρνηση επιλέγει τις αναστολές.

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν επιπλέον επωμισθεί το κόστος του myDATA, δηλαδή σε πραγματικό χρόνο να υποβάλλουν υποχρεωτικά κάθε παραστατικό που κόβεται προς τα τερματικά της ΑΑΔΕ, η οποία όμως είναι πλήρως εξαρτημένη από τους δανειστές και μοναδική αποστολή της είναι να έχει τον πλήρη έλεγχο των φορολογικών δεδομένων για την εξυπηρέτηση των δανειστών. Ένα χρήσιμο εργαλείο, η κυβέρνηση το μετατρέπει σε όπλο κατά των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων, δημιουργώντας τους τεράστια νέα κόστη. Γιατί η πλειονότητα των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων δεν διαθέτει λογιστήριο, αλλά συνεργάζεται με φοροτεχνικά γραφεία. Δημιουργείται έτσι ένα ακόμα πεδίο αθέμιτου ανταγωνισμού υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων με τα οργανωμένα λογιστήρια. Η Κυβέρνηση οφείλει να συνδράμει υλικά και τεχνικά την μετάβαση και όχι να χρησιμοποιεί το εργαλείο ως όπλο.

Δεν πρέπει ωστόσο να ξεχνούμε ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Κι αυτό γιατί αποτελούν τη βασική επιλογή για την επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα μας σε ποσοστά πολύ μεγαλύτερα από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον βασικό εργοδότη με τεράστια περιθώρια ευελιξίας και περαιτέρω επέκτασης της απασχόλησης. Οι άνθρωποι του χώρου των Μικρομεσαίων επιχειρήσεων μπορούν να αποτελέσουν τον δυναμικό χώρο που θα είναι διατεθειμένος να συγκρουστεί με το καθεστώς της χρεοδουλοπαροικίας στη βάση της ρεαλιστικής ανυπακοής.

Και το τραγικότερο είναι ότι αυτό συμβαίνει σε ένα περιβάλλον απολύτως πρωτόγνωρης ακρίβειας, που οφείλεται και στις δυσανάλογα αυξημένες τιμές ρεύματος. Τέσσερις ολιγάρχες μαζί με την ιδιωτικοποιημένη ΔΕΗ κάθε μέρα προσδιορίζουν μεταξύ τους, μόνοι τους, την τιμή που θα χρεώνεται το ρεύμα στη χονδρική και ακόμη ψηλότερα στη λιανική. Αυτό δεν είναι καν μια οικονομία της αγοράς. Είναι καρτέλ. Και για αυτό, το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι η κατάργηση του ψευδοχρηματιστήριου ενέργειας, το οποίο δημιουργήθηκε το 2018, δυστυχώς στις μέρες μιας κυβέρνησης που αυτοπροσδιοριζόταν ως αριστερή. Αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την ακρίβεια, χρειάζονται όχι επιδόματα, δηλαδή κι άλλα χρήματα στους λίγους ολιγάρχες. Ούτε μόνο πλαφόν στην τιμή της ενέργειας, αλλά κατάργηση του ψευδοχρηματιστηρίου ενέργειας, για να μπορέσουν να πάρουν ανάσες και οι επιχειρήσεις και όλος ο λαός.