του Παντελή Αμπουχάνη

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Υγείας το σύνολο των γιατρών που είναι εγγεγραμμένοι στον «προσωπικό γιατρό» είναι 3.321, από τους οποίους στο Δημόσιο ανήκουν οι 2.226 και Ιδιώτες είναι οι 1.095. Αυτός ο ισχνός αριθμός γιατρών καλείται να εξυπηρετήσει 4.605.717 εγγεγραμμένους πολίτες. Το πρόβλημα, φυσικά, μεγεθύνεται στην Αττική, όπου στην ουσία με βάση την αναλογία πολιτών-γιατρών, οι «προσωπικοί γιατροί» καταφέρνουν να καλύψουν δυστυχώς περίπου το 50% των αναγκών. Την ίδια στιγμή, όλα αυτά φαίνεται να είναι η κορυφή του παγόβουνου σε σχέση με αυτό που έπεται, αφού ακόμα στις πλατφόρμες δεν έχει εγγραφεί το 48.8% των πολιτών.

«Οι γιατροί έχουν λόγους να είναι ύποπτοι απέναντι στο υπουργείο Υγείας»

Σύμφωνα με το υπουργείο ο προσωπικός γιατρός «παρέχει ολοκληρωμένη και συνεχή φροντίδα στο άτομο με σκοπό την πρόληψη των ασθενειών και την προαγωγή της υγείας. Από την πρόληψη, την ενημέρωση του ιατρικού του φακέλου, την επίσκεψη για εξέταση, τη συνταγογράφηση των αναγκαίων φαρμάκων, την παραπομπή για εξετάσεις για ειδικούς γιατρούς ή για νοσηλεία όταν υπάρχει ανάγκη». Βέβαια όλα αυτά αν οι γιατροί ήταν αρκετοί και είχαν να διαχειριστούν έναν αριθμό πολιτών που θα τους επέτρεπε να μπορούν να εντρυφήσουν σε κάθε έναν με αυτό το τρόπο.

Σε επικοινωνία του TPP με τον Γενικό Γραμματέα της ΟΕΝΓΕ, Παναγιώτη Παπανικολάου, γίνεται ξεκάθαρος ο λόγος που οι γιατροί αποφεύγουν τον «προσωπικό γιατρό». Σύμφωνα με τον ίδιο, «οι ειδικευμένοι γιατροί που είναι στον κλάδο του ΕΣΥ και είναι στα κέντρα Υγείας και στα περιφερειακά ιατρεία, είναι ελάχιστοι και δεν προλαβαίνουν να ανασάνουνε. Τους βάζουνε ως «προσωπικούς γιατρούς» με το ζόρι τους περισσότερους, ενώ οι ιδιώτες, παθολόγοι και γενικοί γιατροί αλλά και παιδίατροι έχουν λόγους να είναι ύποπτοι απέναντι στο υπουργείο Υγείας και φταίνε και οι δύο κυβερνήσεις».

Όπως εξηγεί, «Πρώτα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, το καλοκαίρι του 2018. Μέχρι τότε οι συμβάσεις στον ΕΟΠΥΥ για τους ιδιώτες αυτοαπασχολούμενους που έχουν ιατρεία στις γειτονιές, προέβλεπαν ως ποσό αποζημίωσης, 1.650 ευρώ το μήνα περίπου. Ουσιαστικά αν το υπολογίσει κανείς, είναι ακριβώς τα λειτουργικά έξοδα του ιατρείου -ενοίκιο, μισθό και εργοδοτική ασφαλιστική εισφορά για τον/ην γραμματέα, ηλεκτρικό ρεύμα, ίντερνετ, μελάνια, χαρτιά συνταγογράφησης βγαίνουν περίπου τόσα τα νόμιμα. Έξω τα έξοδα του γιατρού, όπως για παράδειγμα η ασφαλιστική εισφορά στον ΕΦΚΑ. Αυτό ίσχυε για 200 επισκέψεις τον μήνα, οπότε κάθε γιατρός έλεγε ότι από την 201η επίσκεψη και πάνω τον μήνα, θα πληρώνομαι 30-40 ευρώ την επίσκεψη για να μπορώ να ζω. Αιφνιδιαστικά το καλοκαίρι του 18 αυτό άλλαξε. Ξαφνικά οι 200 επισκέψεις το μήνα, έγιναν απεριόριστος αριθμός επισκέψεων. Δεν συνέφερε κανέναν αυτό, οπότε έφυγαν όλοι από τις συμβάσεις τους και έμειναν μόνο νέοι ειδικευμένοι γιατροί, που δεν είχαν βρει θέση στο ΕΣΥ και δεν είχαν χτίσει ακόμα κύκλο ασθενών».

Στη συνέχεια αναφέρεται στη σημερινή κυβέρνηση «η οποία, με αφορμή την πανδημία τους επίταξε και τους έφερε στο νοσοκομεία, υποτίθεται, για να καλύψει κενά! Αυτή ήταν μια προπαγανδιστική φούσκα γιατί μπροστά στο χάος των ελλείψεων, ο αριθμός των ανθρώπων αυτών ήταν τόσο μικρός που δεν μπορούσαν να προσφέρουν τίποτα. Καταστράφηκαν. Πολλοί έκλεισαν τα ιατρεία τους για μήνες. Το καλύτερο είναι ότι μέχρι πριν από δύο μήνες, το κράτος δεν τους την είχε υποβάλει ακόμα την αποζημίωση που τους όφειλε για την επίταξη. Οπότε όλοι αυτοί ακούνε υπουργείο Υγείας, Κράτος, ΕΟΠΠΥ, «προσωπικό γιατρό» και φεύγουν τρέχοντας. Κανείς δεν δέχεται. Δεν πιστεύουν τίποτα από αυτά που τους λέει το υπουργείο Υγείας ότι θα…».

Για αυτόν ακριβώς τον λόγο το υπουργείο προχώρησε στην ακραία κίνηση να εντάξει στις λίστες των γιατρών επιπλέον παθολογικές ειδικότητες, εντάσσοντας ως «προσωπικούς γιατρούς»:  αιματολόγους, γαστρεντερολόγους, ενδοκρινολογούς, καρδιολόγους, νευρολόγους, νεφρολόγους, ρευματολόγους, ογκολόγους, πνευμονολόγους και γιατρούς φυσικής ιατρικής και αποκατάστασης, οι οποίοι ασκούν ελεύθερα το επάγγελμα και διατηρούν ιδιωτικό ιατρείο. Για να μαζέψει τα ασυμμάζευτα.

Δώρον άδωρον, το πρόβλημα παραμένει

Όπως καταλαβαίνει κανείς, δεν είναι καθόλου παράλογο κάποιος να μην έχει καταφέρει να βρει «προσωπικό γιατρό» ή να έχει βρει και ο γιατρός του να μην έχει διαθέσιμα ραντεβού. Φυσικά, θα πει κανείς πως σε αυτή την περίπτωση θα προσπαθήσει να κλείσει ραντεβού σε κάποιο δημόσιο νοσοκομείο. Λογικό.

Βέβαια, αν κάποιος επιχειρήσει αυτή την περίοδο να κλείσει ένα ραντεβού με παθολόγο, μέσο της πλατφόρμας finddoctors.gov.gr, θα έρθει αντιμέτωπος με την σκληρή συνειδητοποίηση, ότι σε ολόκληρη την Αττική, δεν υπάρχει διαθέσιμο ραντεβού μέχρι και τις 6 Ιανουαρίου 2023. Σχεδόν σε κανένα νοσοκομείο. Έχει λίγα ραντεβού σε Πόρο και Αίγινα. Σπεύσατε.

Πως μεταφράζεται αυτό για τον πολίτη; Ο Π. Παπανικολάου εξηγεί στο TPP πως: «Η πρώτη περίπτωση είναι να είναι ανασφάλιστος, εκεί είναι το τεράστιο πρόβλημα, διότι δεν μπορεί ούτε καν να πάει σε ιδιώτη γιατρό». Ανασφάλιστοι θεωρούνται αυτοί που είναι δικαιούχοι του νόμου 4368/2016, δηλαδή αυτοί που έχουν μόνο ΑΜΚΑ και δεν έχουν κάλυψη από τον ΕΟΠΥΥ επειδή είναι άνεργοι ή επειδή είναι πρόσφυγες. «Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση των ουκρανών προσφύγων για τους οποίους κόπτεται η κυβέρνηση ότι ενδιαφέρεται τόσο πολύ. Αυτοί είναι με ΑΜΚΑ χωρίς ΕΟΠΥΥ, όπως οι άνεργοι. Όλοι αυτοί πρέπει να έρθουν στα τακτικά ιατρεία του νοσοκομείου για μια απλή συνταγογράφηση. Δεν δικαιούνται καν να πληρώσουν ιδιώτη γιατρό αν δεν είναι ο προσωπικός τους γιατρός. Δεν μπορούν να πάρουν μια συνταγή».

Η δεύτερη περίπτωση αφορά τους ασφαλισμένους, «οι υπόλοιποι απλά πηγαίνουν στον ιδιώτη, τον πληρώνουν και κάνουν την δουλειά τους επί πληρωμή» αναφέρει Π. Παπανικολάου. Στην πραγματικότητα, δηλαδή, το ίδιο το κράτος έχοντας «φορέσει» στο ΕΣΥ, τον «προσωπικό γιατρό» που δυσλειτουργεί, οδηγεί τους πολίτες στο μονόδρομο του ιδιώτη, χωρίς να ενδιαφέρει η οικονομική κατάσταση του καθενός και της καθεμίας.

Τέλος, να υπενθυμίσουμε πως το υπουργείο Υγείας προέβλεπε τις εξής ποινές για όσους ασφαλισμένους δεν έβρισκαν «προσωπικό γιατρό»:

  • Όσοι εγγραφούν θα έχουν προτεραιότητα από 1/1/2023, κατά τον προγραμματισμό των επισκέψεών τους στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία σε δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
  • Οι μη εγγεγραμμένοι σε προσωπικό γιατρό, από την 1/10/2022 θα έχουν πρόσθετη συμμετοχή στη φαρμακευτική δαπάνη κατά ποσοστό 10%, επιπλέον του καθορισμένου κατά περίπτωση ποσοστού συμμετοχής τους. Επίσης, θα έχουν πρόσθετη συμμετοχή στις εργαστηριακές και διαγνωστικές εξετάσεις και πράξεις, στα νοσήλια σε ιδιωτικές κλινικές και στις λοιπές παροχές, κατά ποσοστό 10%, επιπλέον του καθορισμένου κατά περίπτωση ποσοστού συμμετοχής τους .
  • Παράλληλα από την 1/1/2023 τα ανωτέρω προβλεπόμενα προσαυξάνονται κατά ποσοστό 10%, επιπλέον της άνω πρόσθετης συμμετοχής, ανερχόμενα σε ποσοστό 20% επί του καθορισμένου κατά περίπτωση ποσοστού συμμετοχής του.

«Αναγκάστηκαν και ανέστειλαν όλες τις διατάξεις του νόμου που προέβλεπαν ποινές στους ασφαλισμένους. Όλα αυτά έχουν ακυρωθεί τουλάχιστον μέχρι 31/12/2022» εξηγεί o Γενικός Γραμματέας της ΟΕΝΓΕ και συνεχίζει: «Κράτησαν μόνο ένα πράγμα που ήταν και η ουσία και ο βασικός τους στόχος. Αν κάποιος πρέπει να έρθει στο τακτικό ιατρείο του νοσοκομείου για να μπει σε μια λίστα προς χειρουργική επέμβαση, μπορεί να το κάνει μόνο αν έχει παραπεμπτικό από τον “προσωπικό” του γιατρό».

Όπως τονίζει, μάλιστα, αυτό γίνεται «για να μειωθούν τα έξοδα της νοσοκομειακής περίθαλψης και είναι και ένας τρόπος να μειώνονται και τεχνητά οι λίστες. Δηλαδή θα κάθεται κάποιος και θα πονάει στο σπίτι του, επειδή έχει το x πρόβλημα και δε θα μπορεί να έρθει να γραφτεί στην λίστα, γιατί θα περάσουν 3 μήνες μέχρι να βρει τον «προσωπικό» του γιατρό, να του δώσει το παραπεμπτικό. Έτσι θα βγαίνει ο εκάστοτε υπουργός υγείας και θα λέει “Ορίστε δεν είναι τόσο μεγάλες οι λίστες!”».

Το TPP προσπάθησε επανειλημμένα να επικοινωνήσει με το υπουργείο Υγείας, το οποίο τελικά δεν έδωσε κάποια απάντηση στα ερωτήματα που προκύπτουν από το ρεπορτάζ σε σχέση με την ποιότητα εξυπηρέτησης των πολιτών και την αναγνώριση ή και προσπάθεια επίλυσης τέτοιων ζητημάτων.