της Εύης Νικολοπούλου, ψυχολόγου
Βρίσκω αυτό το μύθο πάρα πολύ ταιριαστό σε όσα συμβαίνουν σήμερα, από πολλές απόψεις. Μιλώ για τις καταγγελίες επιζησάντων σεξουαλικών επιθέσεων, και μια πολεμική που έχει εκτοξευθεί σε σχέση με τις αντιδράσεις τους απέναντι στον θύτη. Κατ αρχήν το θέμα της ενοχοποίησης του θύματος βιασμού, έχει ρίζες πολύ πιο αρχαίες απ ότι μέχρι τώρα γνωρίζουμε. Περιγράφεται στον συγκεκριμένο μύθο, ότι η Αθηνά δεν μπορούσε και δεν ήθελε να στρέψει το μένος της στο θεό Ποσειδώνα, γι αυτό και τιμώρησε με το πιο σκληρό τρόπο την βιασμένη Γοργώ. Οι φεμινιστικές θεωρήσεις τονίζουν τον πανάρχαιο φόβο για τη γυναικεία σεξουαλικότητα και επιθυμία. Οι διχαστικές αναπαραστάσεις των γυναικών ως δυναμικές, φαλλικές και επικίνδυνες, ή εναλλακτικά παθητικές, ευνουχισμένες και δεκτικές έχουν ως αποτέλεσμα την αμυντική απόρριψη της ιδέας ότι μια γυναίκα μπορεί να είναι ταυτόχρονα ενεργά δυναμική, αλλά και θηλυκή και σεξουαλική. H ανάγκη να καθυποταχτεί σε πατριαρχικά σύμβολα εξουσίας οδηγεί στη δολοφονία της. Το κεφάλι της Μέδουσας χρησιμοποιείται ως τρόπαιο και σύμβολο της αντρικής κυριαρχίας, και παράλληλα ως φόβητρο και παραδειγματισμός των γυναικών για συμμόρφωση και αναγνώριση της αντρικής υπεροχής και εξουσίας.
Το δεύτερο σημείο του μύθου, που είναι πολύ ενδιαφέρον και παράλληλο με το σήμερα, είναι το πάγωμα από το φόβο όποιου αντίκρυζε αυτό το θέαμα, σε σημείο που προκαλούσε το θάνατο του. Η αντίδραση αυτή του μουδιάσματος απέναντι σε ένα φοβικό ερέθισμα, έχει περιγραφεί αρκετούς αιώνες μετά, από την επιστήμη, ως τονική ακινησία, και αποτελεί το τελευταίο αμυντικό καταφύγιο σε ένα πλάσμα που διατρέχει θανάσιμο (ή ότι αυτό αντιλαμβάνεται ως θανάσιμο) κίνδυνο. Η τονική ακινησία είναι μια προσωρινή παράλυση, μια βαθιά κινητική αναστολή. Είναι ακούσιο αντανακλαστικό, που σημαίνει ότι το θύμα δεν έχει τον έλεγχο των μυών του, και προκαλείται από την αντίληψη υψηλού κινδύνου και έχει παρατηρηθεί συστηματικά σε θύματα σεξουαλικών επιθέσεων, τόσο κατά την ώρα της επίθεσης, όσο και κατά τη διάρκεια της μνημονικής της ανάκλησης. Εξελικτικά, το αντανακλαστικό αυτό αναπτύχθηκε ως μηχανισμός αυτοπροστασίας, καθώς το θύμα επίθεσης παρουσιαζόμενο ως νεκρό, ελπίζει να ξεφύγει σε ένα δεύτερο χρόνο καθώς ο κυνηγός θα το μεταφέρει κάπου να το φάει με την ησυχία του. Η δεύτερη και πιο σημαντική του λειτουργία, είναι ότι η ενεργοποίηση του μηχανισμού της έκκρισης ενδορφινών, φυσικών οπιοειδών, προκαλεί μια φυσική αναισθησία, μειώνοντας την αντίληψη του πόνου. Και έτσι γνωρίζουμε ότι ενδεχομένως κάποια θύματα δολοφονικών επιθέσεων λίγο πριν καταλήξουν, δεν υποφέρουν. Είναι κάπως ανακουφιστικό.
Αυτό το πάγωμα, που το ακούμε ξανά και ξανά στις καταγγελίες των σεξουαλικών επιθέσεων σε τηλεοπτικά πάνελ, πολλοί κακοπροαίρετοι ίσως το θεωρούν ως δικαιολογία για το έλλειμα ηθικής των θυμάτων. Τηρουμένων των αναλογιών, είναι σα να κατηγορούμε κάποιο παιδί που κατουριέται από το φόβο του μπρος στην απειλή ενός γιγαντιαίου ενήλικα, που κινείται με τη ζώνη στο χέρι για να το «συνετίσει». Μόνο που τα χαϊδολογήματα και η παραβίαση του σώματος του από έναν ενήλικα που υποτίθεται έχει ρόλο να το προστατέψει, στέλνουν αντιφατικά μηνύματα στο παιδί και ενεργοποιούν άλλο αντανακλαστικό από αυτό της σωματικής τιμωρίας. Και η κοινωνία μέχρι στιγμής αδυνατεί να ενσωματώσει αυτή τη γνώση.
Ο Δημήτρης Μοθωναίος, ο ηθοποιός που βιαζόταν κατ εξακολούθηση από άτομο του συγγενικού περιβάλλοντος, περιέγραψε ότι βίωσε αυτό το πάγωμα ακόμα και όταν συνάντησε τον θύτη χρόνια μετά, και όντας σε ηλικία 26 ετών. Αυτό το πάγωμα δεν γίνεται κατ επιλογή. Αποτελεί πλέον έναν μόνιμο αμυντικό μηχανισμό, που σημαίνει ότι αυτό το μούδιασμα, το «δε νιώθω τίποτα» γίνεται το soundrack της ζωής των ανθρώπων που έχουν ζήσει τέτοιο τραύμα, και θα συνεχίσει μέχρι το τέλος, ακούραστος συνοδός, αν το θύμα δεν μιλήσει, δεν βρει εμπιστοσύνη και συμπαράσταση. Το δρόμο προς την επούλωση του τραύματος. Το soundtrack αυτό θα ονομάζεται κατάθλιψη, μοναξιά και επιφανειακές σχέσεις. Χαμηλή αυτοεκτίμηση και προσπάθειες αυτοθεραπείας με ουσίες και ψυχοφάρμακα. Η εσωτερίκευση του κινδύνου, που παραμονεύει ανά πάσα στιγμή, κάνει συνεχείς αγώνες ταχύτητας με την αποτυχία, που θεωρείς ότι είναι όλη δικιά σου, να αποφύγεις την επίθεση. Δυστυχώς στην περιπέτεια του τραυματισμού των παιδιών, δεν υπάρχει happy ending,θεραπεία, πλήρης ίαση και κορίτσια στον ήλιο. Υπάρχει και πρέπει να δημιουργήσουμε κοινωνική αλληλεγγύη και δίχτυ προστασίας. Το πιο θεραπευτικό στα ψυχικά τραύματα είναι το μαζί.
«Εγώ, ξυπνάω καθημερινά και κάνω μια σειρά ασκήσεις, μέσα από τις οποίες επαναλαμβάνω στον εαυτό μου ότι έχω δικαίωμα στην ευτυχία και την ομορφιά. Και ακόμα(μετά από 12 χρόνια ψυχοθεραπείας) όσο και να το επαναλάβω, δεν το πιστεύω». Δημήτρης Μοθωναίος
Ίσως αν σταματήσουμε να καλύπτουμε με τη δυσπιστία, τη σιωπή και την ανοχή τα τέρατα πίσω από κλειστές πόρτες, να μπορέσουν να αρχίσουν κάποια στιγμή οι Δημήτρηδες αυτού του κόσμου, να το πιστεύουν λίγο περισσότερο.