Η οριστική έκθεση του θανάτου του Ντιέγκο Μαραντόνα έδειξε ότι μπορεί ο αργεντίνος θρύλος να μην είχε σωθεί ύστερα από τα τόσα προβλήματα που αντιμετώπιζε και ειδικά την επέμβαση που έκανε στο κεφάλι, αλλά δεδομένα θα είχε πολύ περισσότερες πιθανότητες να ζήσει, αν είχε λάβει την απαραίτητη ιατρική φροντίδα κατά τη νοσηλεία του.

Η έκθεση 70 σελίδων, για την οποία εργάστηκε πολυμελής ιατρική επιτροπή, καταλήγει σε 13 συμπεράσματα αναφορικά με τα αίτια του θανάτου του Μαραντόνα, και σε όλα ασκείται κριτική για τη δουλειά των προσωπικών γιατρών του στο διάστημα όπου διέμεινε στο σπίτι του, μετά την επιτυχή επέμβαση στον εγκέφαλό του, ενώ οι λέξεις που αναφέρονται στο τελικό πόρισμα είναι χαρακτηριστικά: «Ελλιπής, ανεπαρκής και ακατάλληλη φροντίδα», συγκλονίζοντας την κοινή γνώμη για το θάνατο του Μαραντόνα στις 25 Νοεμβρίου 2020.

Η εισαγγελία, άρχισε μία έρευνα που επιδιώκει να προσδιορίσει πιθανή αμέλεια ή αμέλεια στην ιατρική περίθαλψη που χορηγήθηκε στον Μαραντόνα, ο οποίος πέθανε από καρδιακή ανακοπή στις 25 Νοεμβρίου 2020 και σε ηλικία 60 ετών, στην κατοικία του στην περιοχή Τίγκρε του Μπουένος Αϊρες.

Σύμφωνα με δηλώσεις που έκαναν δύο από τις πέντε κόρες του πρώην αρχηγού της εθνικής Αργεντινής και συγκεκριμένα η 31χρονη Τζιανίνα και η 24χρονη, Τζιάνα, ο νευροχειρουργός, Λεοπόλδο Λούκε, ήταν υπεύθυνος για την επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του πατέρα τους.

Η ιατρική επιτροπή, αποτελούμενη από 20 εμπειρογνώμονες, συμπεριλαμβανομένων ιατροδικαστών παθολόγων, που πραγματοποίησαν την αυτοψία και ειδικών από διάφορους ιατρικούς κλάδους, συμπέρανε ότι ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής «θα είχε περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης εάν είχε νοσηλευτεί σε κατάλληλο κέντρο φροντίδας».

«Λαμβάνοντας υπ΄ όψιν την κλινική, κλινικο-ψυχιατρική εικόνα και την κακή γενική κατάσταση, θα έπρεπε να είχε συνεχίσει την αποκατάσταση και την διεπιστημονική θεραπεία, σε κατάλληλο ίδρυμα», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση.