To βατερλό τους, η ντροπή μας
του Θάνου Καμήλαλη
Για τους πιο αισιόδοξους της κυβέρνησης, ήταν όλα έτοιμα. Το σχέδιο έλεγε ότι ο Ζελένσκι θα μιλούσε στη Βουλή, θα συγκινούσε με τις φράσεις του, θα αναφερόταν στην ελληνική ιστορία (όπως κάνει αντίστοιχα σε κάθε του παρέμβαση σε κοινοβούλιο άλλη χώρας) και θα ζητούσε ακόμα μεγαλύτερη στήριξη. Η επόμενη μέρα, θα μας έβρισκε με εκατοντάδες αποθεωτικά άρθρα για την εμφάνισή του, μερικά αποθεωτικά άρθρα για τις πολιτικές Μητσοτάκη (έτσι, χωρίς λόγο) και επιστροφή του διλήμματος «ή είσαι μαζί μας ή εναντίον μας».
Οι λιγότερο αισιόδοξοι φίλοι της κυβέρνησης θα περίμεναν απλώς ότι η φιέστα θα συνοδευόταν από την υποσημείωση της απουσίας οποιασδήποτε αναφοράς από τον Ζελένσκι στην Κύπρο. Αυτή η απουσία ήταν δεδομένη, λόγω του ρόλου που έχει αναλάβει η Τουρκία, εν μέσω αυτής της πολεμικής σύγκρουσης. Ο Ερντογάν εξάλλου, είναι «απομονωμένος» μόνο στις καφενειακές αναλύσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και στους μύθους των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ. Να σημειωθεί εδώ ότι ο Ουκρανός Πρόεδρος δεν έκανε καμία αναφορά στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ούτε καν στη ομιλία του στο κυπριακό Κοινοβούλιο, το απόγευμα της Πέμπτης.
Αυτό που συνέβη όμως δεν το φανταζόταν κανείς και καμιά. Είτε από Αριστερά, είτε από Δεξιά. Η λέξη βατερλό είναι κατάλληλη, τόσο για το μέγεθος της επικοινωνιακής ήττας, όσο και για το τι συμβαίνει όταν η μεγαλομανία, εδώ του Πρωθυπουργού, βρίσκει «τοίχο».
Ξαφνικά αντί για τον, «αμφιλεγόμενο» και με σωρεία αντιδημοκρατικών αποφάσεων μεν, ηγέτη χώρας που δέχεται εισβολή δε, Ουκρανό πρόεδρο, μήνυμα στο ελληνικό Κοινοβούλιο έστελνε ένας στρατιώτης του νεοναζιστικού τάγματος Αζόφ. Η συνεδρίαση ολοκληρώθηκε, ο Πρόεδρος της Βουλής φώναξε «ζήτω η Ουκρανία», οι βουλευτές της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ χειροκροτούσαν ενθουσιασμένοι, ο ΣΥΡΙΖΑ (που είχε πολλές απουσίες) μούδιασε, ο βουλευτής του ΜέΡΑ25 είχε αποχωρήσει και το ΚΚΕ, απόν και δικαιωμένο, ήδη μιλούσε για μέρα «που ντράπηκε και η ντροπή».
Ούτε μία ώρα αργότερα, την ώρα που ΣΥΡΙΖΑ – ΜέΡΑ25 και ΚΚΕ εξέδιδαν οργισμένες ανακοινώσεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δημοσίευσε ένα μήνυμα (ακόμα ένα) εκφράζοντας τη συγκίνησή του για όσα ακούσαμε στη Βουλή. Το ίδιο έκανε και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Κάποιος που καθυστέρησε να ακούσει αυτά τα μηνύματα είναι σίγουρα ο Αντώνης Σαμαράς, που έκανε δηλώσεις σε κοινοβουλευτικούς συντάκτες για το «μεγάλο λάθος» της εμφάνισης του μαχητή του Αζόφ. Δηλαδή, το πρώτο σχόλιο από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας για την εμφάνιση Ζελένσκι, ήρθε από τον πρώην Πρωθυπουργό, με ιδιαίτερα επικριτικό ύφος.
Τα social media άρχισαν να βράζουν, όταν σιγά σιγά συνειδητοποιούσαμε τι είχε συμβεί, αν το είχαμε ακούσει όντως αυτό, αν το είχαμε δει όντως αυτό το εξευτελιστικό θέαμα. Και πάνω που οι απολογητές της κυβέρνησης θα έπιαναν δουλειά, με στόχο να μας πουν ότι «δεν είναι οι Αζόφ αυτό που νομίζουμε», τους πρόλαβε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου. «Η συμπερίληψη στην ομιλία του μηνύματος μέλους του τάγματος Αζόφ ήταν λανθασμένη και άστοχη» ανέφερε, πριν επιτεθεί στην αντιπολίτευση και πριν θεωρήσει καλή ιδέα, μία τέτοια μέρα, να ξαναθέσει το δίλημμα «ή μαζί μας ή εναντίον μας».
Δεν μας έχει εξηγήσει βέβαια η κυβέρνηση γιατί είναι «λανθασμένο και άστοχο» το μήνυμα μέλους των Αζόφ στη Βουλή. Θα μας μείνει η απορία. Είναι ηθοποιοί και όχι στρατιώτες; Είναι πράκτορες του καθεστώτος Πούτιν; Είναι νεοναζί; Μέχρι σήμερα πάντως, γινόταν μία συστηματική προσπάθεια να υποβαθμιστεί το γεγονός ότι το συγκεκριμένο τάγμα είναι επίσημα στον ουκρανικό στρατό από το 2014. Λέγανε για την εβραϊκή καταγωγή του Ζελένσκι, για τα χαμηλά εκλογικά ποσοστά των νεοναζιστικών κομμάτων στη χώρα, παρά το γεγονός ότι μεγάλα δυτικά ΜΜΕ είχαν κάνει εκτενείς παρουσιάσεις τα τελευταία οκτώ χρόνια.
Ο Γιάννης Οικονόμου πάντως δεν μας είπε το γιατί. Απορία που φέρνει και το επόμενο ερώτημα: Δεν τους «συμπαθούμε» τελικά αρκετά, για να εμφανιστούν στο Κοινοβούλιο, αλλά τους συμπαθούμε για να τους στείλουμε καλάσνικοφ;
Άλλο ερώτημα, ρητορικό: Ο δημοσιογράφος Θωμάς Σίδερης εξωθήθηκε σε παραίτηση από το Πρώτο Πρόγραμμα, κατήγγειλε ψυχολογική βία και αφέθηκε απροστάτευτος απέναντι σε απειλές και ύβρεις δημοσιολογούντων, μετά από τη μετάδοση ραδιοφωνικού του ντοκιμαντέρ για το Αζόφ. Σήμερα δεν δικαιώνεται;
Δεν έχει εξηγήσει κανείς ακόμα επίσης, το πώς τελικά έπαιξε αυτό το βιντεοσκοπημένο μήνυμα στον «Ναό της Δημοκρατίας». Ο Πρόεδρος της Βουλής, Τασούλας, που έχει πρώτος αυτήν τη βαρύτατη ευθύνη, απέφυγε να καταδικάσει και να παραδεχθεί το «λάθος» που παραδέχθηκε η κυβέρνηση. Ψελλίζει κάτι για τη «μεγάλη εικόνα», δεν θέλει να βγάλει επίσημη ανακοίνωση και μετράει πόσα λεπτά νωρίτερα δόθηκε το βίντεο στους αρμοδίους, για να πει ότι δεν υπήρχε χρόνος να ελεγχθεί. Κάποιος να τον ενημερώσει ότι, δυστυχώς, κατέχει το τρίτο ανώτερο πολιτειακό αξίωμα της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Το «δεν άκουσα, δεν ήξερα, δεν είδα, πώς κάνετε έτσι» δεν είναι προφανώς σοβαρή απάντηση, ούτε τιμά κυβέρνηση και Βουλή, γιατί υπονοεί δουλικότητα και έξωθεν πιέσεις. Κι αν αυτός ο εξευτελισμός δεν έχει γίνει κατανοητός στην κυβέρνηση, ή την αφήνει παγερά αδιάφορη, ευτυχώς υπάρχει πολύς κόσμος που σήμερα τον ένιωσε.
Το γεγονός ότι είχαμε νεοναζί για επτά χρόνια στη Βουλή δεν αναιρεί το ότι ούτε τους συνηθίσαμε ποτέ ούτε θέλουμε εισαγόμενους, ούτε θα θαφτούν τα πάντα πίσω από τη ρωσική εισβολή και το δράμα του πολέμου, τη δυστυχία ενός λαού. Είναι θετικό πάντως το ότι αυτοί που βαυκαλίζονται με τη «σωστή πλευρά της ιστορίας», διαλέγοντας ένα από τα δύο στρατόπεδα και ζητώντας ουσιαστικά κλιμάκωση, γνωρίζουν πλέον λίγο καλύτερα τι περιέχει αυτή η πλευρά, όπως γνωρίζουμε όλοι πολύ καλύτερα και την απέναντι.
Τίθεται επίσης, το ερώτημα που πρέπει να τίθεται πάντα σε αυτόν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τι είναι προς όφελος του ουκρανικού λαού και τι όχι. Το να γίνει η χώρα του η νέα Συρία και το νέο Αφγανιστάν, με μία ατέλειωτη σύγκρουση, δεν είναι. Η ρωσική κατοχή, που θα οδηγήσει σε περισσότερα εγκλήματα, δεν είναι. Το να φέρνεις να σε εκπροσωπήσει ένα μέλος νεοναζιστικού τάγματος βοηθάει τον ουκρανικό λαό; Θαρρώ πως όχι. Απεναντίας, αυτό που είναι πιο πιθανό να συμβεί είναι να ταυτίσει έναν λαό με τις νεοναζιστικές ομάδες που βρέθηκαν να δρουν στο εσωτερικό του. Η αλληλεγγύη στην Ουκρανία υπονομεύεται με τρόπο που θα έκανε το ρωσικό καθεστώς να τρίβει τα χέρια του. Να θυμίσουμε ότι ανάμεσα στα πομπώδη προσχήματα του Πούτιν για να δικαιολογηθεί αρχικά η εισβολή, είναι η «αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας.
Κι αν το επιχείρημα εδώ είναι πως επρόκειτο για τον «ελληνοουκρανό Μιχαήλ», θα πρέπει να αναλογιστούμε πως πριν την εισβολή, στην Ουκρανία βρίσκονταν περίπου 100.000 έλληνες ομογενείς, μεγάλη μερίδα εκ των οποίων έμεναν στη μαρτυρική Μαριούπολη. Ο Ζελένσκι εδώ έκανε μία συγκεκριμένη πολιτική επιλογή, η κυβέρνηση Μητσοτάκη την αποδέχθηκε ανασηκώνοντας τους ώμους.
Οι συνέπειες είναι ότι πρώτον, η κυβέρνηση γνώρισε μία μεγάλη επικοινωνιακή ήττα, παίζοντας ουσιαστικά μόνη της με τους «συμμάχους» της. Δεύτερον, ότι την 7η Απριλίου 2022, γράφτηκε μία ντροπιαστική, μαύρη σελίδα στο ελληνικό Κοινοβούλιο. Το γεγονός ότι έχει ξανασυμβεί, ότι μπορεί αυτός ο όλεθρος της κυβέρνησης Μητσοτάκη να μοιάζει χωρίς τέλος, δεν πρέπει να σημάνει ποτέ ότι θα τον συνηθίσουμε.