Απαντώντας στην ψήφιση από το τουρκικό κοινοβούλιο, την Πέμπτη 13 Οκτωβρίου, του λεγόμενου «νόμου για την παραπληροφόρηση», ο οποίος αυστηροποιεί τον κυβερνητικό έλεγχο πάνω στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και τις ειδησεογραφικές ιστοσελίδες, ενώ ποινικοποιεί την κοινοποίηση πληροφοριών που θεωρούνται ψευδείς, η Güney Yildiz, περιφερειακή ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας, δήλωσε:

«Σήμερα είναι άλλη μια μαύρη μέρα για την ελευθερία της έκφρασης στο διαδίκτυο και την ελευθερία του Τύπου στην Τουρκία. Μετά τον αυξημένο έλεγχο των μέσων ενημέρωσης από την κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια, τα νέα αυτά μέτρα τής επιτρέπουν να λογοκρίνει και να φιμώνει περαιτέρω τις κριτικές φωνές ενόψει των επερχόμενων εκλογών στην Τουρκία και όχι μόνο, με το πρόσχημα της καταπολέμησης της παραπληροφόρησης».

«Στην πραγματικότητα, αντί να κατοχυρώνουν την ασφάλεια της πληροφόρησης, οι ασαφώς καθορισμένες διατάξεις του νόμου διευκολύνουν περαιτέρω τη δίωξη όσων φέρονται να διαδίδουν δημόσια “ψευδείς πληροφορίες” και θα μπορούσαμε να δούμε ανθρώπους να αντιμετωπίζουν ποινές φυλάκισης έως και τρία χρόνια απλώς και μόνο για ένα retweet».

«Η νομοθεσία αυτή ανοίγει επιπλέον νέους δρόμους ώστε οι αρχές να επεκτείνουν τη δρακόντεια καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης και να αυξήσουν το ανατριχιαστικό αποτέλεσμα που επιφέρει ο φόβος της ποινικής δίωξης».

«Ενώ τα κράτη έχουν πράγματι ρόλο στη ρύθμιση της διαδικτυακής έκφρασης σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, η νομοθεσία αυτή ανοίγει επιπλέον νέους δρόμους ώστε οι αρχές να επεκτείνουν τη δρακόντεια καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης και να αυξήσουν το ανατριχιαστικό αποτέλεσμα που επιφέρει ο φόβος της ποινικής δίωξης».

Ιστορικό

Ο νόμος εισάγει κυρώσεις. Όποιο άτομο διαδίδει δημοσίως ψευδείς πληροφορίες σχετικά με την εσωτερική και την εξωτερική ασφάλεια, τη δημόσια τάξη και τη δημόσια υγεία της χώρας με αποκλειστικό σκοπό τη δημιουργία ανησυχίας, φόβου ή πανικού στο κοινό, κατά τρόπο που ενδέχεται να διαταράσσει τη δημόσια ειρήνη, καταδικάζεται σε φυλάκιση από ένα έως τρία έτη.

Εάν το αδίκημα διαπράττεται από κάποιον που αποκρύπτει την πραγματική του ταυτότητα ή στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων μιας οργάνωσης, η ποινή αυξάνεται κατά το ήμισυ.

Στις 12 Οκτωβρίου, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης προέτρεψε τις τουρκικές αρχές να μη θεσπίσουν αυτή τη νομοθεσία, υπό το πρίσμα της επείγουσας γνωμοδότησης της Επιτροπής της Βενετίας τον Οκτώβριο του 2022.

ΠΗΓΗ: Διεθνής Αμνηστία